Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται νέα άνοδος στις τιμές των καυσίμων, γεγονός που οπωσδήποτε προβληματίζει τους ιδιοκτήτες οχημάτων ενώ επηρεάζει και τις τιμές των μεταφορών, άρα την επιχειρηματική δραστηριότητα και την κατανάλωση.
Ήδη η τιμή του Brent έχει ξεπεράσει τα 90 δολάρια το βαρέλι ενώ αναμένεται να αυξηθεί κι άλλο και όπως σημειώνουν αναλυτές αυτή η «εκτίναξη» οφείλεται στην κατάσταση που επικρατεί στη Μέση Ανατολή ενώ ρόλο παίζουν και άλλες διεθνείς συγκυρίες, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Τα αποτελέσματα πάντως τα βλέπουμε ήδη στα πρατήρια καυσίμων. Στην Αττική αυτές τις ημέρες η τιμή της αμόλυβδης στα περισσότερα πρατήρια είναι κοντά στα 2 ευρώ το λίτρο ενώ σε ορισμένα φτάνει και κοντά στα 2,15 το λίτρο. Η βενζίνη 100 οκτανίων εννοείται ότι είναι ακριβότερη και έχουμε δει ακόμα και 2,5 ευρώ το λίτρο. Για την επαρχία και ειδικά για τη νησιωτική Ελλάδα τα κόστη αυτά ανεβαίνουν.
Ο κίνδυνος να δούμε υψηλότερες τιμές των καυσίμων κατά την πασχαλινή περίοδο είναι πλέον υπαρκτός, σύμφωνα με αναλυτές, ενώ είναι απορίας άξιο κατά πόσο θα μπορέσουν να ανταποκριθούν οι καταναλωτές σε αυτές τις αυξήσεις.
Η κατάσταση που διαμορφώνεται στην αγορά εντείνει τις πιέσεις προς τους καταναλωτές αλλά και προς τις επιχειρήσεις. Γιατί αυτές οι αυξήσεις στα καύσιμα έρχονται σε μία περίοδο που η κοινωνία περνά δύσκολα εξαιτίας της ακρίβειας σε βασικά αγαθά όπως είναι τα τρόφιμα.
Νομίζω πως είναι ξεκάθαρο ότι το κόστος ζωής έχει εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια, κάτι που έχει υποχρεώσει τους καταναλωτές να κόβουν από παντού προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανελαστικές υποχρεώσεις τους. Και αυτό φαίνεται στους τζίρους των επιχειρήσεων.
Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν εδώ καθώς σε λίγο καιρό θα δούμε και τις συνέπειες του νέου φορολογικού για τους ελεύθερους επαγγελματίες ενώ ήδη οι πολίτες ασχολούνται με την πληρωμή του ΕΝΦΙΑ, ενός φόρου που υποτίθεται πως ήρθε σαν έκτακτος κατά τη μνημονιακή περίοδο και συνεχίζει και επιβαρύνει τα νοικοκυριά. Βέβαια εδώ παραμένουν φορολογικές επιβαρύνσεις που θα έπρεπε να έχουν καταργηθεί εδώ και χρόνια, όπως είναι το τέλος επιτηδεύματος και η προκαταβολή φόρου, ο ΕΝΦΙΑ δεν θα παραμείνει;
Η ουσία είναι ότι με τις τιμές των τροφίμων, των καυσίμων, των ενοικίων σε δυσθεώρητα ύψη, κανένα νοικοκυριό και καμία μικρομεσαία επιχείρηση δεν μπορεί να ηρεμήσει. Οι μειώσεις των έμμεσων φόρων, όπως του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά και του ΕΦΚ για εμάς στο Ε.Ε.Α. είναι η μόνη ενδεδειγμένη λύση που θα μπορούσε να δώσει μία πραγματική «ανάσα» στην κοινωνία και ειδικά στους μικρομεσαίους.
Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ” (09/04/2024).