Για οριακή μεν κατάσταση που επικρατεί στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας έκανε λόγο στην ΕΡΤ ο Γιάννης Τσιαφούτης, διευθυντής της καρδιολογικής κλινικής του Ερυθρού Σταυρού, ο οποίος ωστόσο βλέπει θετικά τις αλλαγές που επιχειρεί να φέρει το νομοσχέδιο για τη δευτεροβάθμια φροντίδα στο ΕΣΥ. «Η κατάσταση στο ΕΣΥ μετά το πέρασμα της της πανδημίας είναι οριακή. Είχαμε μεγάλη υποχώρηση συναδέλφων από πολλά νοσοκομεία. Ήταν πολύ μεγάλος ο φόρτος και πολύ μεγάλο το βάρος που πήραμε. Πολλά νοσοκομεία, ιδίως στην επαρχία, είναι υποστελεχωμένα» δήλωσε ο ιατρός που υπηρετεί στο ΕΣΥ.
Μιλώντας για το νομοσχέδιο που ψηφίζεται σήμερα εκτίμησε ότι επιχειρεί να ελευθερώσει λίγο τις σχέσεις εργασίας των γιατρών του δημόσιου νοσοκομείου, δίνοντάς τους μια πολύ περιορισμένη δυνατότητα δύο απογεύματα την εβδομάδα να εργάζονται ιδιωτικά είτε σε ιατρείο είτε κάνοντας επεμβάσεις».
Ο ίδιος εμφανίστηκε θετικός ως προς τις ρυθμίσεις που φέρνει το νομοσχέδιο λέγοντας ότι «γίνεται μια προσπάθεια να γίνει μια αξιοποίηση όλου του ιατρικού δυναμικού σε όποιο χώρο υπάρχει δυνατότητα για να βοηθηθούν περισσότεροι ασθενείς».
Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις συναδέλφων του αλλά και συνδικαλιστικών φορέων υποστήριξε ότι «οποίος δεν μπορεί να πληρώσει, δε νομίζω ότι θα ακολουθήσει ένα γιατρό από το δημόσιο για να πάει σε ένα ιδιωτικό. Υπάρχουν ασθενείς οι οποίοι θέλουν να επιλέξουν το γιατρό τους και δεν υπάρχει χώρος στο δημόσιο νοσοκομείο. Δεν είναι κακό να μπορέσει ένας γιατρός του Δημοσίου, νόμιμα και με διαφάνεια, να αυξήσει τις αποδοχές του, εργαζόμενος πολύ περιορισμένα και με πολύ έλεγχο».
Ο διευθυντής της καρδιολογικής κλινικής του Ερυθρού Σταυρού επισήμανε ότι ελπίζει και εύχεται οι δικλίδες ασφαλείας να είναι τέτοιες ώστε να μην μπορεί κανείς ιατρός να τις παραβεί.
«Νομίζω ότι είναι χρέος όλων μας όσων είμαστε στο δημόσιο σύστημα να διασφαλίσουμε αυτό. Θα πρέπει να βάζουμε πρώτα το νοσοκομείο το οποίο υπηρετούμε και τους ασθενείς που υπηρετούμε χρόνια. Πρέπει οπωσδήποτε να υπηρετούμε το δημόσιο νοσοκομείο και στον όποιο διαθέσιμο χρόνο όποιος το επιθυμεί να δουλέψει ιδιωτικά, να αυξήσει το εισόδημά του με νόμιμο και διαφανή τρόπο».