Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Πριν από μερικές μέρες έπεσα τυχαία πάνω στο βίντεο που μπορείτε να δείτε εδώ.
Είναι μαθητές σε ένα σχολείο της Νέας Ζηλανδίας που αποχαιρετούν έναν καθηγητή τους που βγαίνει στη σύνταξη, με τον χορό Χάκα, τον πολεμικό χορό των Μαορί. Οι εικόνες είναι εντυπωσιακές. Αλλά πιο εντυπωσιακά είναι τα συναισθήματα που καταλαβαίνει κανείς πως νιώθουν αυτά τα παιδιά για τον δάσκαλό τους.
Έχω γράψει κι άλλες φορές για το γεγονός πως το πρώτο μου πτυχίο, πριν φύγω για την Αμερική – ήταν Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Γι αυτό κι έχω πάντα μια ειδική ευαισθησία στα θέματα παιδείας, ειδικά δε σε ότι αφορά το ρόλο και την αποστολή του εκπαιδευτικού λειτουργήματος. Οι καλοί δάσκαλοι κάνουν τα καλά σχολεία. Τα καλά σχολεία κάνουν τους καλούς μαθητές. Κι οι καλοί μαθητές μπορούν να κάνουν μια καλύτερη κοινωνία.
Γι αυτό και η σχέση δασκάλου – μαθητή είναι ιερή. Προσωπικά τη θεωρώ όσο σημαντική είναι και η σχέση με τους γονείς για την εξέλιξη ενός παιδιού. Ένας καλός δάσκαλος, ένας καλός καθηγητής, μπορεί πραγματικά να εμπνεύσει νέους ανθρώπους να κάνουν σπουδαία πράγματα στη ζωή τους. Κι ένας κακός δάσκαλος ή καθηγητής μπορεί να τους οδηγήσει στην παραίτηση από την οποιαδήποτε προσπάθεια και εν τέλει στην καταστροφή.
Τα παιδιά πάντα καταλαβαίνουν και κανένας δεν μπορεί να κρυφτεί από αυτά. Ξέρουν ποιος είναι αυτός που νοιάζεται και ποιος είναι αυτός που απλά διαχειρίζεται μια υποχρέωση και διεκπεραιώνει το ρόλο του «τόσο – όσο». Είναι βέβαιο πως η σχέση που έχτισαν αυτοί μαθητές με τον καθηγητή τους βασίστηκε πάνω στην έμπνευση, στη διαρκή προσπάθεια, στην υποστήριξη, στη δέσμευση για στόχους και αποτελέσματα, στην αφοσίωση που απαιτείται για να γίνει κάθε τι μεγάλο και σπουδαίο. Κι αυτά μόνο ένας καλός δάσκαλος μπορεί να τα «περάσει» στις νέες γενιές.
Οι εικόνες και τα συναισθήματα αυτά απέχουν έτη φωτός από την ελληνική πραγματικότητα της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα αλλά δυστυχώς κι από το μεγαλύτερο μέρος της ιδιωτικής. Στην Ελλάδα εδώ και μερικές δεκαετίες τα σχολεία λειτουργούν κυρίως σαν… πάρκινγκ.
Τα παιδιά απλά «παρκάρονται» για 12 χρόνια και μαθαίνουν «παπαγαλία» ό,τι είναι το απολύτως αναγκαίο για να πάρουν ένα απολυτήριο Λυκείου. Καμία έμπνευση, καμία φαντασία, καμία ηθική καθοδήγηση, κανένα σοβαρό πρότυπο για το πώς αξίζει να ζει και να δημιουργεί κανείς.
Αγγλικά θα μάθουν στο φροντιστήριο ξένων γλωσσών. Καλλιτεχνικές δραστηριότητες θα κάνουν ιδιωτικά σε κάποια σχολή. Όπως και άθλημα σε κάποιο σωματείο. Όσο για το τι θα μάθουν, έχει ανατεθεί επισήμως στα ιδιωτικά φροντιστήρια. Υπάρχει λοιπόν ένα μεγάλο παραμύθι περί δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης ενώ η αλήθεια είναι πως υπάρχει απλά ένα δημόσιο δωρεάν «πάρκινγκ» για τις νέες γενιές της χώρας. Γενιές που βαριούνται και παραιτούνται πριν ακόμη προσπαθήσουν. Γενιές που οχυρώνονται πίσω από μια κακώς εννοούμενη ελευθερία και οδηγούν τελικά τους εαυτούς τους στην απαξίωση και την αποτυχία.
Και τι λέει το υπουργείο Παιδείας για όλα αυτά; Τίποτα. Συνεχίζεται αυτό το διαρκές «ράβε – ξήλωνε» με αλλαγές κι ανακατατάξεις που δεν αγγίζουν την ουσία. Η ουσία είναι απλή: Έχουμε καλά σχολεία; Έχουμε καλούς δασκάλους; Έχουμε καλούς καθηγητές; Για να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα ουσίας απαιτείται αξιολόγηση. Αλλά αυτή δεν τη θέλουν οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι έχουν βολευτεί να διαιωνίζουν αυτή τη νοσηρή κατάσταση. Οι όποιες αληθινά τιμητικές εξαιρέσεις εκπαιδευτικών, απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Έτσι εφευρέθηκε η «αυτοαξιολόγηση». Δηλαδή, το σχολείο μόνο του θα λέει αν είναι καλό ή κακό; Ο καθηγητής μόνος του θα λέει πως είναι επαρκής ή ανεπαρκής; Αυτά είναι αστειότητες που συντηρούνται κι αναπαράγονται μόνο και μόνο για να μην αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητά μας.
Όμως ταυτόχρονα το εφεύρημα της «αυτοαξιολόγησης» είναι κι ένα «πρότυπο» που εκπαιδεύει τις νέες γενιές σε ένα συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφοράς. Όταν ο μαθητής βλέπει τον καθηγητή του να μην αξιολογείται κι ας είναι άχρηστος, να παίρνει κανονικά το μισθό του και στην τάξη να λέει ανέκδοτα, το ίδιο θα φιλοδοξεί να πετύχει και ο ίδιος στον δικό του εργασιακό βίο. Να έχει μια σίγουρη δουλειά «βρέξει – χιονίσει», να είναι όσο άχρηστος θέλει και να λέει ανέκδοτα, κι όταν χρειάζεται να αξιολογηθεί να είναι αυτός που θα βάζει βαθμό στον εαυτό του.
Για να το πω όπως ακριβώς το αισθάνομαι, «εκπαιδεύουμε» τα παιδιά μας στο λάθος! Και αυτή την «αριστεία» στο λάθος, θα τη βρίσκουμε όλο και περισσότερο μπροστά μας!