Τη διαβεβαίωση ότι η διερεύνηση για το δυστύχημα των Τεμπών θα φτάσει μέχρι το τέλος, έδωσε στο πλαίσιο της ενημέρωσης για τα έως τώρα δεδομένα της τραγωδίας ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης.
Μιλώντας από το βήμα της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, είπε ότι με τη συνεδρίαση άνοιξε ουσιαστικά ο κύκλος της κοινοβουλευτικής συζήτησης γύρω από τα προβλήματα στον σιδηρόδρομο που αναδείχθηκαν με τον πλέον οδυνηρό τρόπο.
«Το πεδίο αυτό δεν επιδέχεται πολιτικής αντιπαράθεσης, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν προσβολή στη μνήμη των νεκρών. Θα προσπαθήσω αντικειμενικά να παρουσιάσω τα γεγονότα, δεν θα κάνω συμψηφισμούς. Η διερεύνηση που έχει ξεκινήσει θα φτάσει μέχρι τέλους, αυτή είναι η πρόθεση της κυβέρνησης. Θα προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς, όπως και η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων, που εκτιμώ ότι εντός ενός μηνός από σήμερα θα είναι σε θέση να παρουσιάσει πόρισμα για τα αίτια της τραγωδίας», υπογράμμισε.
Πρόσθεσε ότι «έχουν αλλάξει οι διοικήσεις», ενώ την ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται η προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού «ώστε να στελεχωθεί η Αρχή μόνιμα με πρόσωπα που θα μπορέσουν να βγάλουν από την δύσκολη θέση τους οργανισμούς και να σχεδιάσουν την στρατηγική των επόμενων ετών».
Κατόπιν αναφέρθηκε σε αλληλουχία λαθών: «Μολονότι ήταν σε πλήρη λειτουργία η τηλεδιοίκηση στο τμήμα και ήταν υποχρεωτική η χάραξη ηλεκτρονικά της διαδρομής, έγινε χειροκίνητα, δεν παρακολούθησε την πορεία του τρένου, δεν υπήρξε και ενημέρωση από την αμαξοστοιχία ότι ήταν εκτός της φυσιολογικής γραμμής».
«Κανένα όμως, ανθρώπινο λάθος δεν μπορεί να κρύψει ατέλειες και να αποτελέσει άλλοθι για πλημμέλειες, καθυστερήσεις και λάθη», τόνισε.
«Υπήρξε ανάληψη της ευθύνης από την πρώτη στιγμή. Και εγώ ζήτησα συγγνώμη, που όμως δεν μπορεί να αποκαταστήσει αυτό που συνέβη, το αδιανόητο. Μετά το συμβάν ενεργοποιήθηκε το πρωτόκολλο μαζικών καταστροφών για συντονισμό όλων των δομών και αυτό λειτούργησε στο επίπεδο που επέτρεπαν οι συνθήκες», συμπλήρωσε.
Αναφερθείς στο ζήτημα του προσωπικού, τόνισε: «Υπήρξε πράγματι σταδιακή αποψίλωση».
«Είτε δεν έγιναν προσλήψεις είτε έγιναν απειροελάχιστες. Προσπαθήσαμε να το θεραπεύσουμε είτε μέσω κινητικότητας, μέσω δελτίου παροχής υπηρεσιών -υπήρξε καλή, αλλά όχι επαρκής, στελέχωση- προσελήφθησαν περίπου 200 άτομα με μπλοκάκι, παρατείνονται οι συμβάσεις αυτές. Και σε ένα τρίτο επίπεδο που είναι οι μόνιμες προσλήψεις. Ο πρώτος διαγωνισμός για 90 άτομα, υπήρξε διαδικασία μέσω ΑΣΕΠ, υποβλήθηκαν περίπου 10.500 αιτήσεις, βρίσκεται πλέον στον ΟΣΕ, θα ολοκληρωθεί σύντομα η διαδικασία. Από τον ίδιο κατάλογο θα υπάρχει και πρόσληψη της νέας του 2023 δυνατότητας προσλήψεων. Συνολικά 217 άτομα θα προσληφθούν το επόμενο διάστημα».
Όσον αφορά στο ζήτημα των υποδομών, επισήμανε ότι η αναβάθμιση «έχει μακρά και όχι εύκολη ιστορία. Η σύμβαση που υπογράφηκε το 2014 για την αναβάθμιση, περιλαμβάνει συνολική αναβάθμιση όλων των φωτοσήμων 52 σταθμών και τηλεδιοίκηση και ανάταξη 3 σταθμών. Μόνο τρεις χώρες στην Ευρώπη έχουν πλήρες σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης. Η χώρα μας θα αποκτήσει τέτοιο σύστημα δυστυχώς με καθυστέρηση. Κανείς δεν μπορεί να πει τι θα είχε γίνει, αλλά βάσιμα κάποιος θα μπορούσε να πει ότι θα είχαμε αποφύγει την τραγωδία».
Καταλήγοντας, ανέφερε ότι «είναι αναγκαίο να επανεκκινήσει ο σιδηρόδρομος», τόσο για τον ίδιο τον σιδηρόδρομο και τις υποδομές του, όσο και για την εμπιστοσύνη προς το μέσο από τους πολίτες. «Θα βρίσκομαι στην Κομισιόν την άλλη εβδομάδα για να εξασφαλίσω πρόσθετους πόρους, για την ασφάλεια, την υποδομή, τη λειτουργία, τη στελέχωση. Τίποτα δεν μπορεί να φέρει πίσω τα θύματα, ούτε είναι παρηγοριά ότι σύντομα τα τρένα μας θα είναι πιο ασφαλή. θα κάνουμε ό,τι μπορούμε να μη συμβεί αυτό ποτέ ξανά», είπε.
Ο κ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε ότι «υπήρξαν οι παθογένειες που συνοδεύουν τα δημόσια έργα με αποτέλεσμα το ανθρώπινο χέρι να έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από ηλεκτρονικά μέσα επιτήρησης. Μέχρι τον Σεπτέμβριο, που θα παραδοθεί όλο το έργο, θα υπάρξει αυστηρότερο πλαίσιο σε ό,τι αφορά τη λειτουργία, κάτι που σημαίνει μεγαλύτερο αριθμό προσωπικού στα κρίσιμα πόστα, μείωση δρομολογίων για διασφάλιση της παρακολούθησής τους, μείωση ταχύτητας συρμών, ταχύτατη αποπεράτωση διαδικασιών προσλήψεων, αύξηση μηχανοδηγών και συνοδών μελών, αστυνόμευση δικτύου για κλοπές και δολιοφθορές. Θα γίνει κακούργημα όχι μόνο η κλοπή σιδηροδρομικού υλικού, αλλά και η κλεπταποδοχή».