Ανταπόκριση από το Βερολίνο:
Γιώργος Ευγενίδης
Θέτει η Γερμανία ζήτημα συνδιαχείρισης του Αιγαίου από Ελλάδα και Τουρκία; Η προφανής απάντηση είναι «όχι», άλλωστε οι ελληνοτουρκικές σχέσεις σε διμερές επίπεδο λίγο απασχολούν το Βερολίνο ως ξεχωριστό αντικείμενο. Πλην όμως, οι αυξανόμενες μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές έχουν δημιουργήσει ένα γιγάντιο πρόβλημα στη γερμανική κυβέρνηση, η οποία καλείται να διαχειριστεί αριθμούς-μαμούθ, μιας και πάνω από 1 εκ. πρόσφυγες θέλουν είτε να μείνουν με άσυλο στη Γερμανία είτε να περάσουν μέσω της χώρας προς άλλους τόπους, όπως π.χ. προς τις σκανδιναβικές χώρες.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: ως προς την Ελλάδα, η Γερμανία δεν ασχολείται τόσο πολύ (ακόμα) με την υλοποίηση του προγράμματος, καίτοι αυτή παρακολουθείται στενά. Αυτό που καίει τη Γερμανία είναι το προσφυγικό ζήτημα και οι τεράστιες μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές που εισέρχονται μέσω της Τουρκίας στην Ευρώπη, με πρώτο σταθμό, στις περισσότερες περιπτώσεις, την Ελλάδα. Υπό αυτό το πρίσμα, η γερμανική πολιτική έχει εστιάσει σε τρεις άξονες: αφενός, καλείται να διαχειριστεί το πρόβλημα στο εσωτερικό της χώρας και να μπορέσει να ανακουφίσει περί το 1 εκ. ανθρώπους. Υπάρχουν αρκετές ιδέες για το πώς θα καταστεί αυτό εφικτό, πλην όμως ακόμα δεν υπάρχει οριστική απόφαση. Αφετέρου, η Γερμανία ενδιαφέρεται πολύ για τη βελτίωση των συνθηκών καταγραφής και παροχής ασύλου στην πρώτη χώρα εισδοχής, την Ελλάδα δηλαδή, μιας και, αν η διαδικασία τρέξει πιο γρήγορα στον πρώτο σταθμό, θα αποσυμφορηθούν δομές σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Πλην όμως, το τρίτο και σημαντικότερο σημείο δεν είναι άλλο από την αποτροπή των μεταναστευτικών ροών. Όσον αφορά αυτό, η Γερμανία εκτιμά πως η Τουρκία κάνει από ελάχιστα πράγματα έως απολύτως τίποτα προκειμένου να ανακόψει τις ροές, αφήνοντας απλά τους ανθρώπους να διέρχονται από την ενδοχώρα και τα χωρικά ύδατα της.
Από τη στιγμή λοιπόν που η Γερμανία ενδιαφέρεται κυρίως για την αποτροπή των ροών και όχι για τη διαχείριση, η Άνγκελα Μέρκελ, αλλά και αρμόδιοι παράγοντες, θέτουν καθαρά ζήτημα συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Πλην όμως, στην παρούσα φάση η Τουρκία βρίσκεται, μετά και τις πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις, σε φάση πλήρους πολιτικής αναταρχής, με τις εκλογές στη χώρα να αναμένονται, μιας και από τον Ιούνιο δεν έχει καταστεί εφικτό να υπάρξει βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα, λόγω της αδυναμίας του ΑΚΡ των Νταβούτογλου και Ερντογάν να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Όπως και να έχει όμως, ο Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ένας εύκολος εταίρος, ούτε πρόκειται να συμβιβαστεί για λίγα. Το αίτημα των Τούρκων για τροπον τινά συνδιαχείριση του Αιγαίου, είτε de facto είτε ακόμα καλύτερα de jure, είναι διαχρονικό και πλέον η Γερμανία που βρίσκεται σε μεγάλη ανάγκη ζητά συνεργασία από τον Τούρκο σουλτάνο.
Με απλά λόγια, η Ελλάδα κινδυνεύει να αποτελέσει αυτό που λέμε «παράπλευρη απώλεια» στο γεωστρατηγικό αλισβερίσι, μιας και η Γερμανία δεν ενδιαφέρεται τόσο για το status quo του Αιγαίου, πολλώ δε μάλλον για την υφαλοκρηπίδα και τα 12 ναυτικά μίλια, αλλά για την αποτροπή ενός προβλήματος που σοβεί και εν τέλει καλείται να διαχειριστεί η ίδια. Συνεπώς, το θέμα της συνδιαχείρισης του Αιγαίου μπορεί να μην έχει τεθεί σε επίσημο επίπεδο, γνώστες όμως των διπλωματικών παρασκηνίων εκτιμούν πως οι κινήσεις της Γερμανίας οδηγούν σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Έτσι, με αυτά τα δεδομένα, η επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ στην Άγκυρα την ερχόμενη Κυριακή, όπου και θα συναντηθεί με τον Ταγίπ Ερντογάν, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ενώ στην Ελλάδα περιμένουμε μάλλον προς το τέλος Νοεμβρίου τον Γερμανό ΥΠΕΡ Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ, με την ημερομηνία να έχει βρεθεί, πλην όμως να μην έχει φιξαριστεί 100% ακόμα.