Του Γεωργίου Παπασίμου
Γράφοντας το επιδραστικό βιβλίο «Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού» ο σπουδαίος Γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ, στο οποίο τονίζεται ότι, η ηθική του Προτεσταντισμού αποτέλεσε ένα κρίσιμο στοιχείο για την επικράτηση του καπιταλισμού στην Ευρώπη, δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι, η σημερινή Γερμανική πολιτικοοικονομική «ελίτ» θα έπρεπε σε μία έντονη προτεσταντική «ανηθικότητα», προκειμένου να «κρυφτεί», εν σχέσει με τις ανομολόγητες επιδιώξεις της για την «αυτοκρατορικού τύπου» πρωτοκαθεδρία της στην Ευρώπη και την χρησιμοποίηση της «κρίσης χρέους» ως «τοκογλυφικό εργαλείο» για την αποκόμιση τεραστίων ποσών.
Ξεκινώντας από την δεύτερη παράμετρο, που προσπαθεί η Γερμανική «ελίτ» να αποκρύψει, δηλαδή την αποκόμιση τεραστίων κερδών από την «κρίση χρέους», την οποία εντέχνως συντηρεί με κάθε τρόπο (ήδη, ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Πωλ Κρούγκμαν την χαρακτήρισε ως «την καλύτερη επένδυση του Βερολίνου»), θα πρέπει να τονισθεί ότι, κατά την τελευταία πενταετία, που η Ελλάδα μετατράπηκε σε διεθνές «πειραματόζωο» και «αποικία χρέους» των πολιτικών του Βερολίνου, η Γερμανία κέρδισε περίπου 80 δις ευρώ περίπου, ενώ συστηματικά η πολιτική της ηγεσία αυτό, όχι μόνο το αποκρύπτει, αλλά επιλέγει τον επιθετικό, επικοινωνιακό «εύκολο δρόμο της ηθικολογίας», για την «ανευθυνότητα» και «τεμπελιά» των δανειζομένων Χωρών του Νότου.
Το ποσό αυτό προκύπτει από την μεταφορά χρημάτων των επενδυτών στα «χαμηλού κινδύνου» Γερμανικά ομόλογα, λόγω της κρίσης της Ευρωζώνης, με συνέπεια η Γερμανία, όχι μόνο δεν πληρώνει ως Κράτος για να δανεισθεί, αλλά λόγω της δομής και της αβεβαιότητας, που επικρατεί στην Ζώνη του Ευρώ, την πληρώνουν οι επενδυτές, για να εξασφαλίσουν τα χρήματά τους. Έτσι, η Γερμανία έχει καταγράψει πολύ μεγάλα κέρδη από τα πακέτα στήριξης προς την Ελλάδα, αφού πρόκειται για χρήματα, που «έκαναν φτερά» από Τράπεζες Χωρών του Νότου και κατέληξαν στα Γερμανικά ταμεία, μέσω της αγοράς Γερμανικών ομολόγων από ιδιώτες και Τράπεζες, με μηδενικό κόστος για την Γερμανία, ενώ, την ίδια ώρα, αυτή δανείζει τα ίδια αυτά χρήματα στην Ελλάδα και σε άλλες Χώρες του Νότου, με μεγαλύτερο επιτόκιο, λειτουργώντας, επί της ουσίας, τοκογλυφικά.
Σύμφωνα με δημοσίευση στο Γερμανικό περιοδικό «Spiegel», τον Αύγουστο του 2013, σε ερώτηση βουλευτή των Σοσιαλδημοκρατών, το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών πιστοποίησε ότι, στην τριετία 2010 – 2013, τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού επέφεραν στο Βερολίνο έσοδα ύψους 41 δις ευρώ. Μάλιστα, τα κέρδη αυτά εμφανίζονται κάθε χρόνο στον Γερμανικό προϋπολογισμό με τίτλο «διαφορά επιτοκίων», ανερχόμενα μεταξύ 10 και 17 δις ευρώ το χρόνο!
Έτσι, η Γερμανική πολιτικοοικονομική «ελίτ», μετά την «αναίμακτη» για την Γερμανία ένωσή της, η οποία, ουσιαστικά, χρηματοδοτήθηκε με την, ως άνω, διαδικασία από το Ευρώ, εκμεταλλευόμενη την έλλειψη πολιτικής ολοκλήρωσης και δημοκρατικής εμβάθυνσης, που χαρακτηρίζει το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, προχώρησε στον σχεδιασμό των «ανομολόγητων» μεγάλων στόχων της, να επεκτείνει την οικονομική και, εν συνεχεία, την πολιτική της κυριαρχία, σε όλη την Ευρώπη, μετατρέποντας την Ευρωπαϊκή Ένωση, από χώρο λειτουργίας ισότιμων Κρατών, σε ιδιότυπα «προτεκτοράτα» του Γερμανικού οικονομικού εθνικισμού, την, δε, Ελλάδα, με τον μνημονιακό «οδοστρωτήρα», σε «αποικία χρέους», όπως έξοχα ανέλυσε ο νυν Υπουργός Εξωτερικών της Χώρας και Πρόεδρος του «ΠΡΑΤΤΩ» Νίκος Κοτζιάς στο βιβλίο του «Ελλάδα ’’αποικία χρέους’’. Ευρωπαϊκή Αυτοκρατορία και Γερμανική πρωτοκαθεδρία.».
Η πολιτική αυτή, που μετατρέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ένα ιδανικό «κέλυφος αυτοκρατορικής δομής», όπου τον ρόλο του «αυτοκράτορα» παίζει το ισχυρό Γερμανικό Κεφάλαιο, το οποίο προσπαθεί να επιβάλει και την ψευδεπίγραφη «προτεσταντική ηθικολογία» και «τιμωρία» στις Χώρες του Νότου, πρέπει να αποκαλυφθεί και να ανατραπεί.
Η ανάταση του «πειραματόζωου», που ήταν μέχρι τώρα η Ελλάδα, μετά την εκλογική νίκη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και τον σχηματισμό της Κυβέρνησης Κοινωνικής Σωτηρίας, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την απαρχή της επαναφοράς των Ευρωπαϊκών αξιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτρέποντας, έτσι, την ολοκλήρωση της καταστροφικής «Γερμανοποίησης» της.