Την εκτίμηση ότι θα απαιτηθεί στο άμεσο μέλλον παροχή ρευστότητας σημαντικού ύψους από την Κεντρική Τράπεζα μέσω ενός συνδυασμού πιστοδοτικών πράξεων και ενός διαρθρωτικού χαρτοφυλακίου, εξέφρασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Προσέθεσε δε ότι τα πραγματικά επιτόκια θα υποχωρήσουν εκ νέου προς χαμηλότερα επίπεδα.
Ο ίδιος μιλώντας σήμερα στο Σεμινάριο Υψηλού επιπέδου EUROFI 2024 υποστήριξε ότι η νομισματική πολιτική πρέπει να παραμένει ευέλικτη ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζει πιθανές μελλοντικές διαταράξεις της σταθερότητας των τιμών, οποιασδήποτε φύσης και κατεύθυνσης.
Υπογράμμισε δε ότι σήμερα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για να εφαρμόσουμε το κατάλληλο μίγμα νομισματικής πολιτικής, με εργαλεία συμβατικά ή μη συμβατικά, σε περίπτωση νέων προκλήσεων. Κατανοούμε καλύτερα τι είναι αποτελεσματικό και τι όχι, αλλά και πώς να περιορίσουμε τις πιθανές παρενέργειες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Αναφερόμενος στο τραπεζικό σύστημα υποστήριξε ότι η ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα της ζώνης του ευρώ έχει βελτιωθεί σημαντικά και προσφέρει ένα ανάχωμα απέναντι σε τυχόν μελλοντικά επεισόδια κρίσης. Προς την κατεύθυνση αυτή έχουν συμβάλει πολλά μέτρα, όπως π.χ. η δημιουργία της (ατελούς ακόμη) Τραπεζικής Ένωσης, με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό και τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης στον πυρήνα της.
Ωστόσο όπως ανέφερε απαιτείται ακόμη περισσότερη Ευρώπη. «Όσο περισσότερο προχωρεί η ενοποίηση και αυξάνεται ο συντονισμός των πολιτικών στη νομισματική ένωση, ιδίως με την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωση την οποία θεωρώ υψίστης σημασίας» είπε χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος υπεραμύνθηκε των έκτακτων μέτρων που είχε λάβει τα τελευταία χρόνια η ΕΚΤ αναφέροντας ότι αν δεν είχαν εφαρμοστεί αυτά τα συμβατικά και μη συμβατικά μέτρα, τα οποία αλληλοενισχύονταν, ο πληθωρισμός και ο ρυθμός ανάπτυξης θα ήταν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα και η ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος θα είχε υπονομευθεί. Υπενθύμισε δε τη φράση του Μάριο Ντράγκι το 2016, “αν δεν είχαμε αναλάβει δράση τα τελευταία χρόνια, θα είχαμε οδηγηθεί σε έναν καταστροφικό αποπληθωρισμό.»
Τόνισε δε ότι σε ένα υποθετικό σενάριο χωρίς τα μέτρα διευκολυντικής πολιτικής, ο τραπεζικός δανεισμός και η εξυπηρέτηση των δανείων θα είχαν δεχθεί σοβαρό πλήγμα, με δυσμενείς επιπτώσεις στα έσοδα των τραπεζών και στο κόστος πιστωτικού κινδύνου. Το ίδιο ισχύει και για το μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα.