Η ιταλική εταιρεία κατασκευής υποδημάτων πολυτελείας Tod’s ανακοίνωσε το Σάββατο τα σχέδιά της να διαγραφεί από το χρηματιστήριο του Μιλάνου και να γίνει ιδιωτική εταιρεία. (https://www.todsgroup.com/sites/default/files/2024-02/Communication%20ex%20art.%20102%20TUF%20%2810.02.24%29%20%28ENG%29.pdf)
Αυτή η απόφαση έρχεται μετά την επίτευξη συμφωνίας με το private equity fund L Catterton, που υποστηρίζεται από την LVMH και τον ιδιοκτήτη Bernard Arnault. Με βάση τη συμφωνία, η οικογένεια Della Valle πρόκειται να διατηρήσει την πλειοψηφική ιδιοκτησία της εταιρείας με το 54% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου, ενώ η L Catterton θα έχει το 36%. Η μειοψηφική μέτοχος LVMH, η οποία κατέχει το 10% της Tod’s, διατηρεί το μερίδιό της.
Η L Catterton θα πληρώσει 512 εκατ. ευρώ ή 43 ευρώ ανά μετοχή για το μερίδιό της στην Tod’s, ένα premium 17,6% στην τιμή της μετοχής στις 9 Φεβρουαρίου, την τελευταία ημέρα διαπραγμάτευσης πριν από την ανακοίνωση.
Αυτή η συνεργασία μεταξύ της Tod’s και της L Catterton σηματοδοτεί τη δεύτερη προσπάθεια διαγραφής της εταιρείας. Η πρώτη προσπάθεια τον Οκτώβριο του 2022, υπό την ηγεσία της οικογένειας Della Valle, απέβη άκαρπη.
Ο Όμιλος Tod’s γνωστός για τα δερμάτινα loafers του, είδε τις πωλήσεις του να αυξάνονται κατά 11,9% στα 1,12 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023. (https://www.todsgroup.com/sites/default/files/2024-01/press%20release%202024%2001%2024.pdf)
Η Tod’s ιδρύθηκε στην Ιταλία τη δεκαετία του ’20 από τον Filippo Della Valle ως ένα μικρό εργοστάσιο υποδηματοποιίας. Ωστόσο, στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, παρήγαγαν αποκλειστικά παπούτσια ιδιωτικής ετικέτας «Made in Italy» για αμερικανικές ετικέτες όπως η Bergdorf Goodman και η Saks Fifth Avenue. Η στροφή έγινε όταν ο εγγονός του ιδρυτή, ο Diego Della Valle ανέλαβε πρόεδρος της εταιρείας τη δεκαετία του ’70 και δημιούργησε το brand. Όσο για το όνομα ο θρύλος λέει ότι ο Diego Della Valle βρήκε το όνομα “JP Tod’s” από έναν αμερικανικό τηλεφωνικό κατάλογο.
Ο Όμιλος Tod’s, ο οποίος περιλαμβάνει τα εμπορικά σήματα Tod’s, Roger Vivier, Hogan και Fay, αύξησε σταθερά τις πωλήσεις του κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000 για να γίνει μια επιχείρηση δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά η δυναμική σταμάτησε στα μέσα της δεκαετίας του 2010.
Όσο για την L Catterton, από το 1989 έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 250 επενδύσεις σε κορυφαίες μάρκες καταναλωτικών προϊόντων ενώ τα υπό διαχείριση περιουσιακά της στοιχεία ξεπερνούν τα 34 δις. δολ.
Τον Ιανουάριο του 2016, η Catterton, η LVMH και η Financière Agache (γνωστή ως Groupe Arnault), η οικογενειακή εταιρεία χαρτοφυλακίου του Bernard Arnault, συνεργάστηκαν για τη δημιουργία της L Catterton. Η συνεργασία συνδύαζε τις υφιστάμενες δραστηριότητες ιδιωτικών κεφαλαίων της Catterton στη Βόρεια Αμερική και τη Λατινική Αμερική με τις προϋπάρχουσες ευρωπαϊκές και ασιατικές δραστηριότητες ιδιωτικών κεφαλαίων και ακινήτων της LVMH και του Groupe Arnault. Η συγχωνευμένη εταιρεία ονομάζεται πλέον L Catterton και επενδύει παγκοσμίως από έξι πλατφόρμες αμοιβαίων κεφαλαίων: L Catterton Flagship Buyout, L Catterton North American Growth, L Catterton Latin America, L Catterton Europe, L Catterton Asia και L Catterton Real Estate.