Το 1996, το πρόβατο Ντόλι έγινε πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο καθώς ήταν το πρώτο θηλαστικό που κλωνοποιήθηκε επιτυχώς από ένα ενήλικο κύτταρο. Πολλοί θεώρησαν ότι αυτό θα πυροδοτούσε μια χρυσή εποχή της κλωνοποίησης, με πολλούς να εκτιμούν ότι ο πρώτος ανθρώπινος κλώνος θα γινόταν πραγματικότητα μέσα σε λίγα χρόνια.
Ορισμένοι υποστήριξαν ότι οι ανθρώπινοι κλώνοι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλο στην εξάλειψη των γενετικών ασθενειών, ενώ άλλοι θεώρησαν ότι η διαδικασία κλωνοποίησης θα μπορούσε, τελικά, να εξαλείψει τις γενετικές ανωμαλίες. Ωστόσο μια μελέτη ομάδας Γάλλων επιστημόνων το 1999, διαπίστωσε ότι η κλωνοποίηση μπορεί στην πραγματικότητα να αυξήσει τον κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών.
Έχουν υπάρξει διάφοροι ισχυρισμοί – όλοι αβάσιμοι – για επιτυχή προγράμματα κλωνοποίησης ανθρώπων μετά την επιτυχία της Ντόλι. Το 2002, η Μπριγκίτε Μπουασελιέ, μια Γαλλίδα χημικός και υποστηρίκτρια της αίρεσης των Ραελιανών (Raëlism) -η οποία βασίζεται στην ιδέα ότι οι εξωγήινοι δημιούργησαν την ανθρωπότητα – ισχυρίστηκε ότι η ίδια και μια ομάδα επιστημόνων είχαν φέρει επιτυχώς στον κόσμο το πρώτο κλωνοποιημένο μωρό, το οποίο ονόμασε Εύα. Ωστόσο, δεν ήταν πρόθυμη ή δεν ήταν σε θέση να παράσχει αποδείξεις, και έτσι πιστεύεται ευρέως ότι πρόκειται για ψέμα.
Γιατί, λοιπόν, σχεδόν 30 χρόνια μετά την Ντόλι, δεν έχουμε κλωνοποιήσει ανθρώπους; Είναι κυρίως για ηθικούς λόγους, υπάρχουν τεχνολογικά εμπόδια ή απλώς δεν αξίζει να γίνει;
Ο όρος «κλωνοποίηση» αναφέρεται σε μια σειρά διαδικασιών και προσεγγίσεων, αλλά ο στόχος είναι πάντα η παραγωγή «γενετικά πανομοιότυπων αντιγράφων μιας βιολογικής οντότητας», σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Έρευνας Ανθρώπινου Γονιδιώματος (NHGRI).
Οποιαδήποτε απόπειρα κλωνοποίησης ανθρώπου θα χρησιμοποιούσε πιθανότατα τεχνικές «αναπαραγωγικής κλωνοποίησης» – μια προσέγγιση στην οποία θα χρησιμοποιούνταν ένα ώριμο σωματικό κύτταρο, πιθανότατα ένα κύτταρο του δέρματος, σύμφωνα με το NHGRI. Το DNA που εξάγεται από αυτό το κύτταρο θα τοποθετηθεί στο ωάριο μιας δότριας, από την οποία έχει αφαιρεθεί ο δικός της πυρήνας που περιέχει DNA. Το ωάριο θα άρχιζε στη συνέχεια να αναπτύσσεται σε δοκιμαστικό σωλήνα προτού «εμφυτευτεί στη μήτρα μιας ενήλικης γυναίκας», σύμφωνα με το NHGRI.
«Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας καλός λόγος για την δημιουργία ανθρώπινων κλώνων», δήλωσε στο Live Science ο Χανκ Γκρίλι, καθηγητής δικαίου και γενετικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, ο οποίος ειδικεύεται σε ηθικά, νομικά και κοινωνικά ζητήματα που προκύπτουν από τις εξελίξεις στις βιοεπιστήμες.
Τα ηθικά ζητήματα γύρω από την ανθρώπινη κλωνοποίηση είναι πολλά και ποικίλα. Σύμφωνα με την Britannica, τα πιθανά ζητήματα περιλαμβάνουν «ψυχολογικούς, κοινωνικούς και φυσιολογικούς κινδύνους». Σε αυτούς περιλαμβάνεται η ιδέα ότι η κλωνοποίηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε «πολύ μεγάλη πιθανότητα» απώλειας ζωής, καθώς και οι ανησυχίες σχετικά με τη χρήση της κλωνοποίησης από τους υποστηρικτές της ευγονικής. Επιπλέον, η κλωνοποίηση θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι «παραβιάζει τις αρχές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας και της ισότητας». Η κλωνοποίηση θηλαστικών έχει ιστορικά οδηγήσει σε εξαιρετικά υψηλά ποσοστά θανάτου και αναπτυξιακών ανωμαλιών στους κλώνους, αναφέρει το Live Science.
Ένα άλλο βασικό ζήτημα με την ανθρώπινη κλωνοποίηση είναι ότι, αντί να δημιουργηθεί ένα αντίγραφο του αρχικού ατόμου, θα παραχθεί ένα άτομο με τις δικές του σκέψεις και απόψεις.
«Όλοι έχουμε γνωρίσει κλώνους – οι πανομοιότυποι δίδυμοι είναι κλώνοι ο ένας του άλλου – και έτσι όλοι γνωρίζουμε ότι οι κλώνοι δεν είναι το ίδιο άτομο», εξήγησε ο Γκρίλι.
Ένας ανθρώπινος κλώνος, συνέχισε, θα είχε μόνο την ίδια γενετική σύσταση με κάποιον άλλον και δεν θα μοιράζονταν άλλα πράγματα όπως η προσωπικότητα, η ηθική ή η αίσθηση του χιούμορ. Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο το DNA του. Ενώ είναι δυνατόν να αναπαραχθεί το γενετικό υλικό, το περιβάλλον διαβίωσης, η ανατροφή ή οι εμπειρίες είναι δύσκολο να αναπαραχθούν.
Η κλωνοποίηση των ανθρώπων θα είχε οφέλη;
Αν λοιπόν οι επιστήμονες κλωνοποιούσαν έναν άνθρωπο, θα υπήρχαν οφέλη, επιστημονικά ή άλλα;
«Δεν υπάρχει κανένα που θα έπρεπε να είμαστε πρόθυμοι να εξετάσουμε», είπε ο Γκρίλι, τονίζοντας ότι οι ηθικές ανησυχίες θα ήταν αδύνατο να παραβλεφθούν.
Ωστόσο, αν οι ηθικοί προβληματισμοί αφαιρεθούν εντελώς από την εξίσωση, τότε «ένα θεωρητικό όφελος θα ήταν να δημιουργηθούν γενετικά πανομοιότυποι άνθρωποι για ερευνητικούς σκοπούς», αν και επανέλαβε ότι αυτό θα πρέπει να θεωρείται «ηθικά μη εφικτό».
Πρόσθεσε ότι ανεξάρτητα από την προσωπική του άποψη, ορισμένα από τα πιθανά οφέλη που συνδέονται με την κλωνοποίηση ανθρώπων έχουν, σε κάποιο βαθμό, καταστεί περιττά από άλλες επιστημονικές εξελίξεις.
«Για παράδειγμα, η παραγωγή ανθρώπινων εμβρυϊκών βλαστοκυττάρων πανομοιότυπων με τα κύτταρα ενός δότη, συζητήθηκε ευρέως στις αρχές της δεκαετίας του 2000». Ωστόσο, αυτή η ερευνητική προσέγγιση εγκαταλείφθηκε το 2006 όταν ανακαλύφθηκαν τα πολυδύναμα βλαστοκύτταρα (iPSC). Την ανακάλυψη έκανε ο Σίνια Γιαμανάκα (Shinya Υamanaka), ο οποίος βραβεύθηκε με το Νόμπελ Φυσιολογίας ή Ιατρικής το 2012. Ο Ιάπωνας ερευνητής ανέπτυσσε τη μέθοδο μετατροπής διαφοροποιημένων κυττάρων ενηλίκων σε πολυδύναμα βλαστοκύτταρα.
Όταν τα iPSC «επαναπρογραμματίζονται σε μια εμβρυϊκή πολυδύναμη κατάσταση», επιτρέπουν την «ανάπτυξη μιας απεριόριστης πηγής οποιουδήποτε τύπου ανθρώπινου κυττάρου που απαιτείται για θεραπευτικούς σκοπούς», σύμφωνα με το Κέντρο Αναγεννητικής Ιατρικής και Έρευνας Βλαστοκυττάρων του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες.
Ως εκ τούτου, αντί να χρησιμοποιούμε έμβρυα, μπορούμε να κάνουμε αποτελεσματικά το ίδιο πράγμα με κύτταρα του δέρματος, εξήγησε ο Γκρίλι. Αυτή η εξέλιξη στην τεχνολογία iPSC κατέστησε ουσιαστικά την ιδέα της χρήσης κλωνοποιημένων εμβρύων τόσο περιττή όσο και επιστημονικά κατώτερη. Σήμερα, τα iPSC μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την έρευνα στη μοντελοποίηση ασθενειών, την ανακάλυψη φαρμακευτικών φαρμάκων και την αναγεννητική ιατρική, σύμφωνα με έγγραφο του 2015 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Frontiers in Cell and Developmental Biology».
Ο Γκρίλι επεσήμανε ότι η επεξεργασία του ανθρώπινου γονιδιώματος έχει κινήσει το ενδιαφέρον των ανθρώπων. Η γεννητική μηχανική είναι μια διαδικασία ή μια σειρά διαδικασιών που δημιουργούν μόνιμες αλλαγές στο γονιδίωμα ενός ατόμου. Αυτές οι αλλαγές, όταν εισαχθούν αποτελεσματικά, γίνονται κληρονομικές, δηλαδή θα μεταβιβαστούν από γονέα σε παιδί.
Ωστόσο, η εν λόγω επεξεργασία είναι αμφιλεγόμενη και δεν έχει ακόμη κατανοηθεί πλήρως. Το 2018, η Επιτροπή Βιοηθικής του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία εκπροσωπεί 47 ευρωπαϊκά κράτη, εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι «η ηθική και τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να καθοδηγούν κάθε χρήση τεχνολογιών επεξεργασίας γονιδιώματος στον άνθρωπο», προσθέτοντας ότι «η εφαρμογή τεχνολογιών επεξεργασίας γονιδιώματος σε ανθρώπινα έμβρυα εγείρει πολλά ηθικά και κοινωνικά ζητήματα, καθώς και θέματα ασφάλειας, κυρίως όσον αφορά στην τροποποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος που θα μπορούσε να μεταβιβαστεί στις μελλοντικές γενιές».
Ωστόσο, το Συμβούλιο σημείωσε ότι υπάρχει «ισχυρή υποστήριξη» για τη χρήση τέτοιων τεχνολογιών μηχανικής και επεξεργασίας για την καλύτερη κατανόηση «των αιτιών των ασθενειών και της μελλοντικής αντιμετώπισής τους», τονίζοντας ότι προσφέρουν «σημαντικές δυνατότητες για την έρευνα στον τομέα αυτό και για τη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας».
Ο Τζορτζ Τσερτς, γενετιστής και μοριακός μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, συμφωνεί με τον Γκρίλι ότι η επεξεργασία της ανθρώπινης γενετικής γραμμής είναι πιθανό να συγκεντρώσει μεγαλύτερο επιστημονικό ενδιαφέρον στο μέλλον, ιδίως σε σύγκριση με τη «συμβατική» κλωνοποίηση.
«Η επεξεργασία της γενετικής γραμμής με βάση την κλωνοποίηση είναι συνήθως πιο ακριβής, μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα γονίδια και είναι πιο αποτελεσματική από ό,τι η επεξεργασία του σωματικού γονιδιώματος», δήλωσε στο Live Science.
Τόνισε όμως, ότι η εν λόγω επεξεργασία δεν έχει ακόμη τελειοποιηθεί.
«Τα πιθανά μειονεκτήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν περιλαμβάνουν την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και την ισότιμη πρόσβαση για όλους», κατέληξε.
ΠΗΓΗ: Live Science