Γράφει ο Πέτρος Χασάπης
Πολλοί συμπολίτες μας, βλέπουν τα ψεύτικα μεγάλα ποσοστά αποχής στις εκλογές, που επίτηδες μας παρουσιάζει το πολιτικό σύστημα και ευελπιστούν πως αν κάνουν ένα καινούργιο κόμμα, θα κερδίσουν μεγάλο μερίδιο από αυτούς τους φανταστικούς απέχοντες. Λάθος μεγάλο λάθος. Αρκετοί το προσπαθούν συνεχώς, αλλά μετά έρχεται η απογοήτευση. Κανείς δεν πρέπει να κάνει κινήσεις, χωρίς προηγουμένως να έχει αναλύσει και μελετήσει την όλη κατάσταση.
Όπως αποδείξαμε μαθηματικά (εδώ) και με βάση τα ίδια τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και του Υπουργείου Εσωτερικών, η πραγματική συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2012, ανήλθε στο απίστευτο ποσοστό του 80% περίπου, μεταξύ των κατοικούντων μονίμως στην Ελλάδα Ελλήνων ψηφοφόρων. Το δε υπόλοιπο 20% είναι προφανώς άτομα υπερήλικα, άλλα και άτομα που αδυνατούν να μεταβούν στο εκλογικό κέντρο καθώς και μόνιμα απέχοντες από τα πολιτικά πράγματα οι οποίοι δεν συγκινούνται με τίποτα, ό,τι και να ακούσουν
Στις ίδιες εκλογές, το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που δεν μπήκαν στη Βουλή ανήλθε στο 5,98%, από αυτό το 80% που πήγε και ψήφισε!!!!
Αν τώρα καθίσει κάποιος να μελετήσει και να αναλύσει αυτό το ισχνό 5,98%, ώστε στη συνέχεια να προσπαθήσει να κερδίσει από αυτό το ποσοστό το 3% που χρειάζεται για να μπει στη Βουλή, τότε θα διαπιστώσει ότι το ποσοστό αυτό το κερδίζουν κόμματα εξωκοινοβουλευτικά, βαθιά ριζωμένα στην κοινωνία, όπως παλιά η ΧΑ, τώρα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ, το ΚΚΕ (Μ-Λ), ο ΛΑΟΣ, το ΕΠΑΜ κ.λ.π. τα οποία έχουν φανατικούς ψηφοφόρους. Επομένως, είναι σχεδόν αδύνατο να αποσπάσει ένα νέο κόμμα ψηφοφόρους από αυτά τα κόμματα. Μιλάμε πάντα για το άγχος που έχουν τα νέα κόμματα να ξεπεράσουν το 3%, όχι φυσικά και να τολμήσουν να κοιτάξουν προς τα έδρανα της εξουσίας.
Τι πρέπει να κάνει λοιπόν ένα νέο κόμμα;
Αφού δεν υπάρχουν στην ουσία απέχοντες και αφού είναι δύσκολο να αποσπάσει ένα νέο κόμμα ψηφοφόρους από τα πάγια εξωκοινοβουλευτικά κόμματα, τότε θα πρέπει να γκρεμίσει ένα από τα κόμματα της Βουλής για να κερδίσει. Δηλαδή να κόψει ένα από τα πόδια του ίδιου του συστήματος, το οποίο προστατεύει και προβάλει τα μέρη του. Το ισχύον πολιτικό σύστημα είναι αυτονομημένο και αυτοαναπαραγόμενο. Είναι ανεξέλεγκτο από την κοινωνία και τη δικαιοσύνη και κλειστό σε ότι αφορά την είσοδο νέων πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων. Άρα μόνο ένα νέο κόμμα δημιούργημα του ίδιου του συστήματος μπορεί να έχει τύχει και για όσο καιρό φυσικά θα το έχει ανάγκη το σύστημα.
Δεν μένει λοιπόν άλλος δρόμος μέσα σε αυτό το πλαίσιο πολιτικού συστήματος, από τη συνολική του ανατροπή του.
Το υπάρχον πολιτικό σύστημα έχει μια «Αχίλλειο πτέρνα». Είναι δομημένο πάνω στην πολιτική γεωγραφία μεταξύ Αριστεράς – Δεξιάς. Όμως αυτός ο πολιτικός χάρτης στην πραγματικότητα έχει καταρρεύσει, έπειτα από την επέλαση της παγκοσμιοποίησης και της κρίσης, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς. Διατηρείται δε μόνο επικοινωνιακά και οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό του είναι θεατρικές, μη έχοντας καμία σχέση με την υπάρχουσα πραγματική κοινωνική κατάσταση.
Μετά λοιπόν την κατάρρευση του δίπολου Αριστεράς – Δεξιάς, αναβιώνει αναγκαστικά η μόνιμη πολιτική αντιπαράθεση της ανθρωπότητας, αυτή δηλαδή μεταξύ των λίγων προνομιούχων και των πολλών μη προνομιούχων. Με πολιτικούς όρους, αναβιώνει η σύγκρουση μεταξύ ολιγαρχίας και δημοκρατίας.
Αυτή η νέα κατάσταση, αυτό το νέο δίπολο, θα ανατρέψει το παλιό, αλλά αυτό δεν θα γίνει με κάποιο νέο κόμμα μέσα στο υπάρχον διπολικό σύστημα, παρά μόνο με την ανατροπή του ίδιου του συστήματος. Χρειάζεται λοιπόν ένα νέο ανατρεπτικό πολιτικό κίνημα.