Γράφει ο Όμηρος Τσάπαλος
Follow @OmirosTsapalos
Η Νέα Δημοκρατία χάνει για τέταρτη συνεχόμενη φορά μια εκλογική μάχη την οποία έδωσε με τους ίδιους ανθρώπους, τους ίδιους μηχανισμούς, την ίδια πολιτική νοοτροπία. Απέδειξε ότι η αποτυχία ενός κόμματος εξουσίας να πείσει το μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού σώματος δεν εξαρτάται μόνο από τις πολιτικές απόψεις πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα, αλλά και από τους ανθρώπους εκείνους που τις εκφράζουν. Η εκλογική νίκη ή η εκλογική ήττα δεν εξαρτάται μόνο από τον αρχηγό που βγαίνει πρώτος στη μάχη αλλά και από τους πολιτικούς εκείνους που έχει δίπλα του και που επαναδιεκδικούν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Έρευνα που κυκλοφορεί τις τελευταίες ημέρες δείχνει ότι το 20% των ψηφοφόρων επέλεξε το τι θα ψηφίσει μέσα στο παραβάν. Βλέποντας τα ονόματα στα ψηφοδέλτια της Νέας Δημοκρατίας πόσο επηρεάστηκαν άραγε;
Οι πολίτες, είτε αυτοί που απείχαν είτε αυτοί που καταψήφισαν την Νέα Δημοκρατία, γύρισαν την πλάτη σε κάθε τι που εκπροσωπούσε το παλιό, το συντηρητικό, το φθαρμένο. Μεγάλο ποσοστό των παραδοσιακών ψηφοφόρων της ΝΔ πήγαν για άλλη μια φορά «με βαριά καρδιά» να ψηφίσουν, όχι υπέρ του προγράμματος του κόμματος αλλά κατά του Τσίπρα. Όχι με ψήφο στήριξης αλλά με ψήφο ανοχής. Όπως έγινε και τον Ιούνιο του 2012.
Η Νέα Δημοκρατία είχε μια χρυσή ευκαιρία να κατέβει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου με μια ουσιαστική ανανέωση σε επίπεδο προσώπων και δομών. Το ότι δεν υπήρξε καμία απολύτως αλλαγή στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας αλλά και το γεγονός ότι για άλλη μια φορά δόθηκε προτεραιότητα στην εκπροσώπηση του κόμματος σε media και συγκεντρώσεις στα παλιά προβεβλημένα (και ήδη εκλεγμένα) στελέχη, απέδειξε ότι η παράταξη δεν είναι έτοιμη να προχωρήσει σε τολμηρά βήματα ανανέωσης παραμένοντας πιστή στη διαχείριση της κατάστασης προς όφελος της κομματικής συσπείρωσης.
Από την άλλη, το να τοποθετούνται στις τελευταίες θέσεις των ψηφοδελτίων 40αρηδες οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν πρέσβευαν απολύτως τίποτα το καινούργιο, δεν ήταν επίσης πράξη ανανέωσης. Το αντίθετο μάλιστα. Αποδείχθηκε για ακόμη μια φορά ότι επικράτησε η συντηρητική λογική της κομματικής επετηρίδας χάριν της αξιοσύνης και της ικανότητας ανθρώπων που δεν προέρχονται κατανάγκην από τον κομματικό σωλήνα.
Και φτάνουμε στο συμπέρασμα: η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να ακουστεί και πάλι από την κοινωνία με ένα απλό rebranding που θα το εκπονήσουν εκείνοι που οφείλουν να εξαφανιστούν από τον πολιτικό χάρτη. Θα αποτύχει και αυτό, όπως απέτυχαν τόσα και τόσα στο παρελθόν. Όσοι βρίσκονται στα υψηλά κλιμάκια του κόμματος και μιλούν για ανανέωση δεν διευκολύνουν την κατάσταση παραμένοντας στις θέσεις τους. Ούτε επιτρέπουν σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας να ξαναεμπιστευθούν την κεντροδεξιά παράταξη. Η ανανέωση δια της αποχώρησης παλαιών και μη είναι το πρώτο βήμα για να μπορέσουν οι πολίτες να ξαναπάρουν στα σοβαρά την Νέα Δημοκρατία.
Η παράταξη όμως δεν πρόκειται να «ξεκολλήσει» αν δεν επιλέξει μια σωστή και δομημένη ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Θέλει να παραμείνει αξιωματική αντιπολίτευση «για όσο πάει» ή να επιδιώξει ενεργά την επάνοδο της στην διακυβέρνηση της χώρας; Θέλει να επανεκλέγει κάθε φορά τους ίδιους 75 βουλευτές που η συντριπτική τους πλειοψηφία εκλέγεται τα τελευταία 15 χρόνια ή να ανοιχτεί σε νέες δυνάμεις, νέα πρόσωπα, νέες κοινωνικές ομάδες που ούτε άσκησαν εξουσία στο παρελθόν ούτε ταυτίστηκαν με σκοτεινές στιγμές της ιστορίας της Νέας Δημοκρατίας; Θέλει πραγματική ανανέωση προσώπων ή συνέχιση της επετηρίδας που το μόνο που κάνει είναι να επιβραβεύει τους κομματικά υπομονετικούς και να απωθεί όλους τους υπολοίπους;
Αυτά τα ερωτήματα καλείται να απαντήσει ο επόμενος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Η κάθαρση, η ανανέωση και η ιδεολογική επανατοποθέτηση της παράταξης είναι μονόδρομος για όποιον επιλέξει να βγει μπροστά για την αρχηγία.