Την εικόνα μιας δυναμικής επανεκκίνησης της οικονομίας δίνει μέχρι στιγμής η Ελλάδα αποπληρώνοντας χρέη που δημιουργήθηκαν μέσα στα τρία μνημόνια που πέρασε η οικονομία από το 2010 μέχρι και το 2018.
Στο τέλος του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, η Ελλάδα είχε να αποδείξει πολλά περισσότερα από την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Κύπρο και την Ισπανία, οι οποίες εφάρμοσαν πέρασαν μόνο ένα πρόγραμμα προσαρμογής. Ήταν η μόνη χώρα η οποία έβγαινε από τα μνημόνια χωρίς επενδυτική βαθμίδα, με το υψηλότερο χρέος της ΕΕ το οποίο χρειάστηκε ειδικές ρυθμίσεις για να είναι βιώσιμο, και μια οικονομία η οποία είχε χάσει συνολικά το 25% του ΑΕΠ της. Μάλιστα μέχρι και τα μέσα του 2022 ήταν σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας που είχε μνημονιακές αξιολογήσεις με συγκεκριμένα προαπαιτούμενα αλλά χωρίς χρηματοδότηση με εξαίρεση τους τόκους που “χρωστούσε” η ΕΚΤ από το δεύτερο μνημόνιο.
Η πρώτη κίνηση όλων των χωρών που ολοκλήρωσαν τα προγράμματα προσαρμογής ήταν η αποπληρωμή των δανείων του επίσημου “διασώστη” του ΔΝΤ. Παρά τα εμπόδια που έβαλε ο κορονοϊός το 2020, η Ελλάδα ξόφλησε πρόωρα τα 8,3 δις του υπολοίπου των δανείων προς το Ταμείο δύο χρόνια πριν την λήξη τους το 2024. Οι αγορές αντέδρασαν θετικά και η Ελλάδα δανείστηκε το 2020, για πρώτη φορά στην ιστορία της, μέσω 10ετούς ομολόγου με επιτόκιο 1,2%.
Το διμερές δάνειο με την Ευρωζώνη
Το δεύτερο δάνειο το οποίο ξεκίνησε να αποπληρώνει η Ελλάδα είναι το διμερές δάνειο που πήρε η Ελλάδα το 2010 απευθείας από τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, πριν μπει στο πρώτο μνημόνιο. Ήταν ένα δάνειο ύψους 52,9 δις ευρώ, από το οποίο η Ελλάδα χρησιμοποίησε τα 32,3 δις ευρώ. Η αποπληρωμή του συγκεκριμένου δανείου επεκτάθηκε με το δεύτερο μνημόνιο κατά 15 χρόνια ως το 2041 ενώ το επιτόκιο μειώθηκα κατά 1%. Η πρόωρη αποπληρωμή του ξεκίνησε από το 2022 με διπλές δόσεις ύψους 5,29 δις ευρώ.
Μέχρι στιγμής έχουν αποπληρωθεί πρόωρα το 2022 και το 2023 δύο διπλές δόσεις του δανείου συνολικού ύψους 10,58 δις ευρώ. Φέτος, μέχρι και το τέλος του χρόνου, θα πληρωθεί και μια τρίτη, η διπλή δόση με την οποία θα έχει εξοφλήσει νωρίτερα συνολικά 15,9 δις ευρώ δηλαδή σχεδόν το μισό δάνειο. Η πρόωρη αποπληρωμή αυτού δανείου εκτός από ένα συνολικό κέρδος σε τόκους περίπου 110 εκατ. ευρώ αποκατέστησε εντελώς την φήμη της Ελλάδας εντός της ΕΕ, αφού ακόμη και σκληρή τα παλαιότερα χρόνια Γερμανία θεωρεί πλέον την Ελλάδα ένα success story για την ΕΕ .
Το κέρδος από τις αγορές
Η αποπληρωμή των χρεών των μνημονίων μαζί τη μεταφορά των δανείων του επίσημου τομέα (ΕΕ, ESM, EFSF) από κυμαινόμενο σε σταθερό επιτόκιο με χρήση χρηματοοικονομικών εργαλείων, μείωσε τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων από το 2020 κατά 300 μονάδες βάση σε σχέση με το 2018.
Αν κάποιος πει ότι και σήμερα τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματεύονται με αποδόσεις κοντά στο 3,5-3,8% ανάλογα με την διάρκεια, θα πρέπει να σκεφτεί ότι και τα επιτόκια της ΕΚΤ από μηδενικά ή αρνητικά το 2018 είναι σήμερα στο 4-4,75%.
Πιο χαρακτηριστικός δείκτης της “ανταγωνιστικότητας” των ελληνικών ομολόγων είναι το spread του 10ετούς ομολόγου σε σύγκριση με το αντίστοιχο γερμανικό. Πριν η χώρα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα στις αρχές του 2023 ήταν στις 130 μονάδες βάσης. Μετά τον Οκτώβριο του 2023 μειώθηκε στις 100 μονάδες βάσης όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα. Το 2028 το spread βρισκόταν στις 450-500 μονάδες βάσης.
Πλέον, όσο εξοφλούνται τα χρέη της κρίσης οι αποδόσεις των ελληνικών μειώνονται. Σε αυτή την φάση συγκρίνονται ευθέως με αυτά της Ισπανίας (σε προθεσμίες από 15 χρόνια και πάνω είναι καλύτερες), έχουν αφήσει πίσω τους της γειτονικής Ιταλίας και πλησιάζουν της Πορτογαλίας.
Του Τάσου Δασόπουλου
Πηγή capital.gr