Διάστημα μιας δεκαετίας θα απαιτήσει το εγχείρημα μετατροπής της Ελλάδας σε εξαγωγέα πράσινης ενέργειας στον ευρωπαϊκό Βορρά, εκτιμούν οι φορείς του κλάδου των αιολικών. Και αυτό, υπό την προϋπόθεση να αλλάξει το ενεργειακό μας μείγμα, να αυξηθεί η συμμετοχή της αιολικής ενέργειας ώστε η πράσινη παραγωγή να είναι σε 24ωρη βάση και να εγκαταλείψουμε το σενάριο business as usual, αυτό δηλαδή που θέλει να παράγουμε φθηνό ρεύμα μόνο τα μεσημέρια.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν οι φορείς της αγοράς των αιολικών και των ΑΠΕ σχολιάζοντας το αφήγημα ότι η Ελλάδα μπορεί να εξάγει όγκους πράσινης ενέργειας στη Γερμανία, εκμεταλλευόμενη τη μεγάλη της ηλιοφάνεια και το πλούσιο δυναμικό σε φωτοβολταϊκά. Κοινή παραδοχή των ανθρώπων όχι μόνο του χώρου, αλλά και ευρύτερα των ΑΠΕ, είναι ότι στην παρούσα φάση η Ελλάδα δεν είναι ανταγωνιστική για να εξάγει ρεύμα.
«Τα επόμενα χρόνια, το εγχείρημα πώλησης πράσινης ενέργειας τα μεσημέρια στους γείτονές μας, θα είναι σαν να προσπαθούμε να πουλήσουμε παγάκια σε Εσκιμώους», είπε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ, Παναγιώτης Λαδακάκος κατά τη διάρκεια χθεσινής συνέντευξης Τύπου για το νέο τοπίο στις ΑΠΕ και τις προκλήσεις στον κλάδο των αιολικών. Χρειάζεται η άσκηση αυτή να γίνει πολύ πιο προσεκτικά και να φτάσουμε στο σημείο να παράγουμε ένα ανταγωνιστικό προϊόν, την ώρα που το χρειάζονται οι αυριανοί αγοραστές μας, δηλαδή και τα βράδια, με τη προσθήκη περισσότερων αιολικών, και όχι μόνο τα μεσημέρια, όπου οι πάντες πλέον παράγουν ηλιακή ενέργεια από φωτοβολταϊκά.
«Είναι λάθος να νομίζουμε ότι μπορούμε αύριο κιόλας να γίνουμε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας. Αυτό δεν γίνεται με ένα μαγικό ραβδί, το εγχείρημα είναι υπόθεση 10ετίας, απαιτεί να αλλάξει το ενεργειακό μας μείγμα, να γίνει πιο ανταγωνιστικό και γενικά να εγκαταλείψουμε το σενάριο business as usual», ανέφερε από τη πλευρά του ο Γενικός Διευθυντής της ΕΛΕΤΑΕΝ, Παναγιώτης Παπασταματίου.
Στη πράξη αυτό που λένε οι φορείς των ΑΠΕ είναι ότι με το υφιστάμενο ενεργειακό μείγμα, η Ελλάδα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις φθηνές τιμές, λόγω και των θαλάσσιων αιολικών της Β.Θάλασσας, στην αγορά της Γερμανίας, χώρα στην οποία φιλοδοξούμε να πουλήσουμε πράσινη ενέργεια, ούτε και γενικότερα του ευρωπαϊκού Βορρά.
Και αυτό καθώς ακόμη κι όταν εμείς έχουμε μηδενικές ή αρνητικές τιμές στη χονδρική του ρεύματος και πάλι είμαστε πολύ ακριβότεροι από τις αγορές της Β.Ευρώπης. Εχει ενδιαφέρον ότι από τις αρχές Ιανουαρίου μέχρι και τα μέσα Ιουνίου, η Γερμανία είχε τα μεσημέρια 239 ώρες με αρνητικές ή μηδενικές τιμές, έναντι μόλις 29 της Ελλάδας. Σε εμάς, η μέγιστη αρνητική τιμή στη χονδρεμπορική έφτασε το -1,02 ευρώ/ MWh, όταν στη Γερμανία ξεπέρασε τα -135 ευρώ / MWh.
Στις 2:00 το μεσημέρι της 14ης Απριλίου, όπου το κοντέρ έγραφε σε εμάς μηδέν, στη Γερμανία έγραφε -60 ευρώ. Στις 3:00 το μεσημέρι της 1ης Μαΐου, η ελληνική χονδρική τιμή ήταν ξανά μηδενική, αλλά η γερμανική -120,7 ευρώ/ MWh. Αποκορύφωμα ήταν το μεσημέρι της Κυριακής 12 Μαΐου (15:00), όταν η χονδρική τιμή στην Ελλάδα κυμαινόταν στα 10 ευρώ, αλλά στη Γερμανία «χτυπούσε» τα -135 ευρώ / MWh.
Οι συγκρίσεις αυτές αναδεικνύουν τη σημασία του ενεργειακού μείγματος. Στη Γερμανία κυριαρχούν τα θαλάσσια αιολικά πάρκα της Β.Θάλασσας, με ένα capacity factor της τάξης του 40%- 50%, ικανό να παράγει ανελλιπώς ενέργεια για πάνω από 4.000 ώρες το χρόνο, όταν στην Ελλάδα κυριαρχούν τα φωτοβολταικά.
«Αυτός που θα κρίνει αν η Ελλάδα θα καταφέρει να γίνει εξαγωγέας πράσινης ενέργειας, είναι οι αγορές, κανείς άλλος. Και όταν η πολιτεία επαναλαμβάνει ότι θα γίνουμε εξαγωγείς, αυτό σημαίνει ότι από τη πληθώρα των έργων πάνω στο τραπέζι, πρέπει να επιλεγούν τα βέλτιστα για να είναι ανταγωνιστικά», ανέφερε ο κ. Παπασταματίου, αναδεικνύοντας πόσο κρίσιμος είναι ο ρόλος του μείγματος στην υπόθεση της πράσινης μετάβασης.
«Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, πρέπει να μπει ένα προσωρινό φρένο στα φωτοβολταϊκά τουλάχιστον μέχρι το 2030 και να πατηθεί γκάζι στα αιολικά», προσέθεσε ο κ. Λαδακάκος, ο οποίος στάθηκε στην ανάγκη το νέο ΕΣΕΚ να αλλάξει την αναλογία των δύο πιο διαδεδομένων πράσινων τεχνολογιών. Σύμφωνα με το προσχέδιο που είχαμε αποστείλει το περασμένο Δεκέμβριο στη Κομισιόν, ο στόχος για το 2030 περιελάμβανε φωτοβολταικά εγκατεστημένης ισχύος 13 GW και αιολικά 9 – 9,5 GW. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στο κείμενο που ετοιμάζει το ΚΑΠΕ, η αναλογία μπορεί να αλλάξει.
Από τη πλευρά του ο Γενικός Διευθυντής του ΕΣΗΑΠΕ, Σάββας Σειμανίδης, επεσήμανε ότι σε παλαιότερη μελέτη του ΕΣΗΑΠΕ, γινόταν λόγος για ένα πολύ πιο ισορροπημένο μείγμα, με 45% αιολικά και 55% φωτοβολταϊκά, όχι όπως συμβαίνει σήμερα.
Οι φορείς της αγοράς, όχι μόνο των αιολικών, συμφωνούν ότι το νέο τοπίο των αρνητικών τιμών ρεύματος πανευρωπαικά, αλλάζει τα δεδομένα. Και κάνει πιο σύνθετο τον σχεδιασμό, ακόμη και αν ξεπεραστούν οι δυσκολίες και το κόστος μιας ηλεκτρικής διασύνδεσης, μέσω Αδριατικής, ύψους άνω των 8 δισ. ευρώ.
Κρίνεται επομένως σκόπιμη, όπως λένε, μια πιο προσεκτική ανάλυση των αγορών και μια εξαγωγή πιο ασφαλών συμπερασμάτων επί των ωφελειών που θα μπορούσε να αναμένει ευρύτερα η ελληνική οικονομία σε αυτό το εντελώς καινούργιο τοπίο, ειδικά όταν παντού στην ΕΕ ξαναγράφουν αρκετά από τα κεφάλαια του story των ΑΠΕ.
Πηγή energypress.gr