Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Με αφορμή δημοσίευμα του Epiruspost για την πρόκληση των Αλβανών εθνικιστών και του UCK και τη στοχοποίηση των προσκυνητών από την Ελλάδα για τη γιορτή του Αγίου Κοσμά, δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα σχετικά με τις «χλιαρές» αντιδράσεις του υπουργείου Εξωτερικών σε μια σειρά προκλητικών ενεργειών της γειτονικής μας χώρας, που δεν αφορούν μόνο στις διμερείς σχέσεις αλλά και στην ασφάλεια και ευημερία των Βορειοηπειρωτών ως μειονότητα αλλά και ως μεμονωμένα άτομα.
Είναι απολύτως αντιληπτό οτι το κέντρο βάρους της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ήταν το τελευταίο διάστημα το Κυπριακό. Πράγματι, η open-ended διαδικασία που υιοθετήθηκε από τις δύο κοινότητες και η προσέγγιση σε μια σειρά θεμάτων δημιούργησε μια δυναμική τόσο στη Γενεύη όσο και στο Κραν Μοντανά. Παρά την αποτυχία επίτευξης τελικής συμφωνίας η ελληνική πλευρά φάνηκε να έχει εποικοδομητική προσέγγιση, το οποίο είναι και το ζητούμενο σε ότι έχει να κάνει με τη διεθνή παρουσία της χώρας.
Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη, ούτε φυσικά να αναλώνει πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο σε ένα μόνο θέμα, τη στιγμή που υπάρχει μια βεντάλια ζητημάτων σε οτι αφορά την περιοχή μας, τα οποία μάλιστα τυχαίνει να συνδέονται οργανικά. Διότι, το Κυπριακό δεν είναι το μόνο μας θέμα με την γείτονα χώρα. Έχουμε συνηθίσει η τουρκική επιθετικότητα να εκτονώνεται σε παραβιάσεις και αερομαχίες στο Αιγαίο σε μια προσπάθεια προβολής ισχύος για εσωτερική κατανάλωση. Πόσο μάλλον τη στιγμή που η Τουρκία εξελίσσεται διεθνώς σε έναν απρόβλεπτο παίκτη, με ασταθή συμπεριφορά και μια ρητορική η οποία έχει αποξενώσει σχεδόν το σύνολο των συμμάχων της, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο, φαίνεται οτι η ατζέντα δεν εξαντλείται μόνο σε αυτά τα «παραδοσιακά» μέσα.
Σε όλο αυτό διάστημα έχουμε δει να εξελίσσεται μια σειρά γεγονότων και προκλήσεων η οποία αυτή τη φορά αφορά σε ένα άλλο μείζον εθνικό μας ζήτημα, αυτό των Βορειοηπειρωτών. Τους τελευταίους μήνες υπό το πρόσχημα της νομιμότητας ή των αστικών αναπλάσεων η αλβανική κυβέρνηση επιμένει να φέρνει σε δύσκολη θέση τους Βορειοηπειρώτες, είτε κατεδαφίζοντας χώρους λατρείας είτε απαλλοτριώνοντας σπίτια, με αποκορύφωμα την υπόθεση στις Δρυμάδες Χειμάρρας. Ακόμα και αν κάποιος ήταν εξαιρετικά καλόπιστος και πίσω από αυτές τις ενέργειες έβλεπε μια προσήλωση της Αλβανίας στη νομιμότητα και την οικιστική ανάπτυξη, η διαρκής κλιμάκωση αυτών των πράξεων σε συνδυασμό με τις θέσεις της χώρας για μια σειρά θεμάτων, δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού, πόσο μάλλον αντιμετώπισης ενός τόσο σοβαρού ζητήματος με όρους δεύτερης διαλογής.
Πριν από μερικές ημέρες το ισλαμοφασιστικό αλβανοτσάμικο κόμμα PDIU (Για τη Δικαιοσύνη, Ενσωμάτωση και Ενότητα), το οποίο διατηρεί στενές σχέσεις με την Άγκυρα, ζήτησε από την αλβανική Δικαιοσύνη την αφαίρεση της αλβανικής υπηκοότητας σε Βορειοηπειρώτες ως τιμωρία και αντίποινα γιατί είπαν το αυτονόητο – οτι η ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας περνά μέσα από τον σεβασμό των δικαιωμάτων της μειονότητας και πως η τήρηση των συνθηκών που προβλέπουν την αναγνώριση και τη διασφάλισή της θα θεωρηθούν ως προαπαιτούμενα από την Ελλάδα και την Κύπρο προκειμένου να ψηφίσουν θετικά.
Είναι προφανές οτι η μεταστροφή των Τιράνων σε μια σειρά θεμάτων που άπτονται των διμερών μας σχέσεων δεν είναι ούτε τυχαία ούτε αποσπασματική. Η αναφορά του πρώην πρωθυπουργού και προέδρου της Αλβανίας Σαλί Μπερίσα από το βήμα της Βουλής πως ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα μπλόκαρε την ελληνοαλβανική συμφωνία του 2009 για οριοθέτηση ΑΟΖ «λειτουργώντας για λογαριασμό τρίτης δύναμης» είναι ενδεικτική των μεγάλων στρατηγικών προκλήσεων που βρίσκονται μπροστά μας. Η Ελλάδα πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις διάσπασης του τόξου Άγκυρας-Τιράνων, το οποίο μπορεί να απειλήσει ουσιαστικά την ενεργειακή, οικονομική και στρατιωτική ασφάλεια της χώρας μας.
Δυστυχώς για πολλά χρόνια η εξωτερική μας πολιτική παρέμεινε προκλητικά ανενεργή στο ζήτημα της διαβίωσης των Βορειοηπειρωτών και της εξασφάλισης των δικαιωμάτων τους, τα οποία αφορούν μειονότητα διεθνώς αναγνωρισμένη και κατοχυρώμένη με βάση το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας του 1914. Είναι προφανές πως οι ρηματικές ανακοινώσεις, οι διαμαρτυρίες και η έκκληση για σεβασμό των δικαιωμάτων αυτών αποτελούσαν και αποτελούν σταθερά εργαλεία άσκησης της εξωτερικής πολιτικής. Δεν αρκούν όμως.
Συνεπώς υπουργέ βρείτε τον δρόμο σας στα ζητήματα των Βορειοηπειρωτών. Kαι βρείτε τον γρήγορα.