Του Γιώργου Ευγενίδη
Τα «ειδικά κοινά» της ομιλίας του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή. Τα σταθερά μηνύματα στο πολιτικό κέντρο και η αναφορά στη νεολαία που προκάλεσε συζητήσεις. Αν ένα πράγμα ήταν σαφές πριν την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή χθες ήταν το εξής: δεν είχε τίποτα να κερδίσει από ένα υπέρμετρο ανέβασμα των τόνων, από μια κοκορομαχία κλασικού τύπου με τον Αλέξη Τσίπρα. «Τον τόνο τον δίνει αυτός που μιλάει πρώτος», έλεγαν μονότονα συνεργάτες του πρωθυπουργού, πριν τη χθεσινή σύγκρουση στη Βουλή, φωτογραφίζοντας τον Αλέξη Τσίπρα ως αυτόν που, με μια μπαγκέτα, λόγω πρωτολογίας, θα έθετε το ύψος του πήχη. Και, ομολογουμένως, ο κ. Τσίπρας ανέβασε τα ντεσιμπέλ, φλερτάροντας ακόμα και με έναν συλλογισμό που, υπό άλλες συνθήκες, θα κατέληγε με ένα αίτημα για πρόωρες εκλογές. Ο κ. Μητσοτάκης, όμως, αποφάσισε να ανεβάσει την ένταση ελεγχόμενα και να μιλήσει σε κρίσιμα ακροατήρια. Από νωρίς, όμως, είχε φροντίσει να στείλει το μήνυμα στον Αλέξη Τσίπρα ξεκαθαρίζοντας ότι δεν είναι αυτός ο εχθρός του, αλλά ο κορονοϊός.
Πιο μπροστά από τη ΝΔ
Κατ’ αρχάς, ο κ. Μητσοτάκης απευθύνθηκε με σαφήνεια σε ένα κεντρώο ακροατήριο. Δεν άφησε, για παράδειγμα, κανένα περιθώριο παρερμηνείας ως προς το τι ήταν το περιστατικό της Νέας Σμύρνης, ήτοι μια κατάσταση υπέρμετρης αστυνομικής βίας. «Το καταδικάζω απερίφραστα. Δεν θεωρώ ότι έχει καμία θέση στην καθημερινότητά μας. Το καταδικάζω ανεξάρτητα από το τι το προκάλεσε και χωρίς να εξετάζω τι προηγήθηκε και τι το ακολούθησε. Μόνο όταν ο ένστολος σέβεται τον πολίτη μπορεί να κερδίσει και το δικό του σεβασμό και μόνο όταν η συμπεριφορά του είναι επαγγελματική μπορεί να γίνει αποτελεσματική. Ο αστυνομικός οφείλει να έχει αυτοσυγκράτηση», είπε ο κ. Μητσοτάκης, βγαίνοντας πιο…μπροστά ακόμα και από συνεργάτες του και, σε κάθε περίπτωση, από υπουργούς που προσπάθησαν να δικαιολογήσουν όλες τις προηγούμενες μέρες το περιστατικό με διάφορες δικαιολογίες. Ο πρωθυπουργός, δε, πήγε ένα βήμα παραπέρα, ανακοινώνοντας μια σειρά μέτρων για τη θεσμική θωράκιση της Αστυνομίας, με τα οποία λίγοι, ομολογουμένως, μπορούν να διαφωνήσουν: κάμερες στις στολές για να υπάρχει διαφάνεια, ενίσχυση της εκπαίδευσης στις αστυνομικές σχολές, ενίσχυση των ψυχομετρικών τεστ με τη βοήθεια της Γαλλικής και της Βρετανικής αστυνομίας, αλλά και ενίσχυση του Συνηγόρου του Πολίτη με έναν Βοηθό Συνήγορο, ο οποίος θα επικουρείται από δέκα άτομα, προκειμένου να εστιάζουν αποκλειστικά σε περιπτώσεις υπέρμετρης αστυνομικής βίας.
Η ατζέντα του κέντρου
Την ίδια ώρα, ο πρωθυπουργός, πατώντας στο πεδίο του νόμου και της τάξης, άγγιξε θέματα που, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, αποξενώνουν το «κεντρώο» ακροατήριο από τον ΣΥΡΙΖΑ: η στήριξη στην απεργία πείνας του Κουφοντίνα, αλλά ιδίως οι πορείες, εν μέσω έξαρσης της πανδημίας. Σε μια αποστροφή που δεν απαντήθηκε, δε, ο κ. Μητσοτάκης ζήτησε από τον κ. Τσίπρα να του πει ποιο κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης και όχι ένα περιθωριακό ή ακροδεξιό κόμμα στην Ευρώπη καλεί σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, εν μέσω του τρίτου πανδημικού κύματος. Και όλα αυτά, ο κ. Μητσοτάκης τα έκανε με ένα ύφος που δεν αποσκοπούσε στην πόλωση.
«Η ομαλότητα είναι προϋπόθεση δημοκρατίας, είναι και προϋπόθεση δικαιοσύνης. Οι ισχυρότεροι μπορούν πάντα να προστατεύονται. Οι πιο αδύναμοι είναι αυτοί που έχουν ανάγκη την ασπίδα της πολιτείας. Δεν θα επιτρέψω να ξαναζήσουμε φαινόμενα κατάλυσης της έννομης τάξης όπως αυτά που βιώσαμε το 2008 και το 2011. Και δεν θα το επιτρέψω όχι γιατί είναι η δική μου άποψη, αλλά γιατί αυτό θέλει η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας», υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης, καθιστώντας σαφές σε ποιο ακροατήριο μιλάει. Το πολιτικό κέντρο είναι άλλωστε η κρίσιμη μάζα για τη μεγάλη επικράτηση της ΝΔ το 2019 και ο κ. Μητσοτάκης δεν θέλει να αφήσει πολιτικές «χαραμάδες» για τον κ. Τσίπρα.
Άνοιγμα στους νέους
Δεν θα πρέπει να περάσει πολιτικά απαρατήρητο, δε, και το άνοιγμα του κ. Μητσοτάκη στους νέους, ένα ακροατήριο που δεν είναι προνομιακό για τη ΝΔ. Τους κάλεσε να συνειδητοποιήσουν ότι η αλήθεια δεν περιορίζεται πάντα σε μια ανάρτηση στο διαδίκτυο, ενώ και το timeline τους δεν είναι πάντα καθρέφτης της πραγματικότητας, αλλά καθρέφτης των απόψεών τους. «Αλίμονο εάν ζητούσαμε από τους νέους να παραιτηθούν από την αμφισβήτηση. Θα πρέπει κάθε κοινωνία η οποία θέλει να προχωρήσει να επιζητεί αυτή την αμφισβήτηση. Και πιστεύω τελικά ότι μέσα από αυτή την αμφισβήτηση θα συναντηθούμε με τη νέα γενιά. Δεν λειτουργεί με δόγματα, ούτε με έτοιμες λύσεις, ούτε με ακίνητες βεβαιότητες. Η βία όμως, το πιστεύω ακράδαντα, δεν ταιριάζει σε αυτή τη γενιά. Και ένα έχω να πω σήμερα στα νέα παιδιά, ότι ο διχασμός τελικά σημαίνει μαρασμός», είπε ο κ. Μητσοτάκης. Δεν ήταν μια τυχαία αναφορά. Στις ηλικίες από 18 ως 34 η ΝΔ υστερούσε στις προηγούμενες εκλογές έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια τάση δύσκολο να αναστραφεί, αλλά σε κάθε περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης δεν θέλει να χάσει επαφή με ένα ακροατήριο, το οποίο, παράλληλα, βλέπει με τη μεγαλύτερη δυσθυμία τα περιοριστικά μέτρα για την πανδημία. Συν τοις άλλοις, πρόκειται για ένα κοινό που δεν έχει συγκεκριμένα βιώματα, όπως ποιος είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Υπό αυτό το πρίσμα ο πρωθυπουργός θέλησε να απευθυνθεί σε αυτό το κοινό που είναι εκτεθειμένο σε πλείστες όσες πληροφορίες, για τις οποίες πολλές φορές δεν έχει ίδια αντίληψη.