Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία πόσοι θα είναι οι υποψήφιοι πρόεδροι για τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς. Θα είναι τέσσερις, πέντε ή επτά; Ο αριθμός per se είναι αδιάφορος. Αυτό που όμως δεν είναι καθόλου αδιάφορο είναι η έκβαση της ίδιας της διαδικασίας. Η έξυπνη κίνηση της Φώφης Γεννηματά (που δεν ήταν απολύτως δική της σύλληψη) να επισπεύσει τις διαδικασίες και να βρει έναν άνθρωπο εγνωσμένου κύρους όπως τον Νίκο Αλιβιζάτο να τις εγγυηθεί, αναγκάζει όλους τους παίκτες, κεντρικούς και περιφερειακούς, να πάρουν θέση και να αποφασίσουν τις κινήσεις τους.
Αναφέρω, επίσης, ρεπορταζιακά ότι όλοι παρακολουθούν με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά: τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στη ΝΔ εξετάζουν διαφορετικά σενάρια και κοιτούν κατά βάση στην επόμενη ημέρα.
Παρακολουθώντας τις τρεις εβδομάδες που ήμουν εκτός λόγω άδειας τις εξελίξεις, επεξεργαζόμενος τις εναλλακτικές και μιλώντας τις τελευταίες ημέρες με ορισμένους ανθρώπους που έχουν γνώση της κατάστασης, καταλήγω σε ορισμένα συμπεράσματα, πλην όμως ακόμα περισσότερο ενδιαφέροντα μου φαίνονται τα διακυβεύματα της επόμενης μέρας, όταν θα έχει προκύψει η η νέα ηγεσία στην Κεντροαριστερά.
Ένα θεμελιώδες ζήτημα είναι, αν ο νικητής θα καταφέρει να εγγυηθεί και την ενότητα του χώρου. Για παράδειγμα, αν ο Σταύρος Θεοδωράκης κατέβει υποψήφιος (θα κατέβει λογικά) και κερδίσει, πώς θα προχωρήσει μετά; Θα δεχθούν όλα τα κόμματα, τα οποία σήμερα συμμετέχουν σε μια διαδικασία να αυτοδιαλυθούν και να ενταχθούν στον νέο, ενιαίο φορέα, του οποίου θα προϊσταται ο Σταύρος; Ή, αν κερδίσει ο Γιώργος Καμίνης, ο οποίος δεν έχει κομματική αναφορά, πώς θα λειτουργήσουν οι κομματικοί μηχανισμοί, οι οποίοι είναι παγιωμένοι, ιδίως εντός του ΠΑΣΟΚ; Η απάντηση αυτών των ερωτημάτων και πολύ περισσότερο η διασφάλιση της ενότητας του χώρου είναι πρωταρχικής σημασίας, ώστε το εγχείρημα αυτό που έχει ξεκινήσει από καλή βάση και με καλή διάθεση, αρχικά να ολοκληρωθεί και στη συνέχεια να έχει αντίκρισμα.
Από εκεί και πέρα, όμως, το σημαντικότερο ζήτημα είναι πώς θα τοποθετείται πολιτικά αυτός ο νέος φορέας και πόσο ανοιχτός θα είναι σε συνεργασίες με τα μεγάλα κόμματα. Εξηγούμαι: είναι σαφές ότι ο στόχος είναι η τρίτη θέση, όταν γίνουν εκλογές. Αυτές οι πομφόλυγες περί αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν έχουν καμία ρεαλιστική βάση, μιας και ο ΣΥΡΙΖΑ σε καμία περίπτωση δεν φλερτάρει με μονοψήφια νούμερα, ενώ η Δημοκρατική Συμπαράταξη δεν είχε και καμία φοβερή δυναμική να ξεπεράσει το 10%. Μπορεί, όμως, με τη συσπείρωση δυνάμεων, ο νέος φορέας να πάει πολύ καλύτερα και όντως να συνασπίσει κόσμο γύρω από έναν νέο πολιτικό πόλο. Αυτός ο πολιτικός πόλος, όμως, αν δεχθούμε ότι όλα έχουν εξελιχθεί ομαλά, θα εξακολουθήσει να κρατά ίσες αποστάσεις ή θα κάνει στρατηγικές επιλογές προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση όταν έρθει η ώρα; Διότι, υπάρχει και ένας ελέφαντας στο δωμάτιο που δεν είναι άλλος από την απλή αναλογική από τις μεθεπόμενες εκλογές: αν γίνουν εκλογές, δεν προκύψει κυβέρνηση και δεν βρεθεί επαρκής κυβερνητικός συνασπισμός, τότε οι εκλογές θα γίνουν με απλή αναλογική. Είναι αυτό μια επιλογή για τον νέο φορέα;
Αυτά είναι ερωτήματα που, με βάση τη διαδικασία, θα απαντηθούν επί της ουσίας με τον καινούργιο χρόνο. Κανείς υποψήφιος δεν πρόκειται να βγει σήμερα και να τα απαντήσει ευθέως. Όταν έρθει η ώρα, όμως, αυτές οι απαντήσεις που σήμερα δεν επείγουν, δεν θα πρέπει να εκκρεμούν.