Με έναν παράδοξο, εντελώς ανάποδο τρόπο, τα τελευταία ευρήματα στον τύμβο Καστά ενισχύουν την υπόθεση ότι το μνημείο ήταν αφιερωμένο σε κάποιον εξαιρετικά επιφανή άνδρα, προφανώς προερχόμενο απευθείας από το περιβάλλον του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Εάν δεν ήταν σημαντικός ο νεκρός, τότε γιατί κάποιοι να απέκλεισαν το μνήμα του με δύο τοίχους σφράγισης και ένα πλίθινο δάπεδο πριν το μπαζώσουν ως την οροφή με αμμώδες χώμα;
Με μια εξίσου αντίστροφη λογική απ’ ό,τι είχε αρχικά υποτεθεί, το μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο σφραγίστηκε όχι ενάντια στους τυμβωρύχους, αλλά μάλλον από αυτούς τους ίδιους – φυσικά αφού προηγουμένως το είχαν καταλεηλατήσει, απογυμνώνοντάς το από κάθε είδους περιεχόμενο, κάθε πολύτιμο αντικείμενο ως προς την υλική ή τη συμβολική του υπόσταση.
Ο χαμένος κρίκος στην αλυσίδα της ερμηνείας θα πρέπει να είναι το μένος ενάντια στον νεκρό, αλλά και τον κόσμο στον οποίον ανήκε ενόσω ζούσε – και ενδεχομένως βασίλευε. Τη θλιβερή ιστορία του μνημείου φαίνεται ότι διηγείται πιο πειστικά από οτιδήποτε άλλο ο τρίτος θάλαμος λόγω της κατάστασης στην οποία βρέθηκε.
Από τις Σφίγγες μέχρι τις Καρυάτιδες (φωτογραφία) και την Περσεφόνη, το μνημείο της Αμφίπολης ήταν γεμάτο εκπλήξεις ακόμα και αν αποκαλύπτεται άδειο όπως συνέβη στον τρίτο θάλαμο
Εκεί όπου είχαν εναποτεθεί όλες οι ελπίδες των ανασκαφέων αλλά και του κοινού για μια πραγματικά συγκλονιστική αποκάλυψη, το πιο σημαντικό εύρημα -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- ήταν το παραλληλόγραμμο αποτύπωμα μιας απουσίας: το όρυγμα μαρτυρά αυτό που είχε τοποθετηθεί εκεί κατά την κατασκευή του τάφου, ίσως μια λάρνακα, μια ογκώδη οστεοθήκη ή κάποιο παρεμφερές ταφικό αντικείμενο, το οποίο πλέον λείπει. Επί της ουσίας, το περίφημο «όρυγμα», διαστάσεων 4×2,1 μέτρων, δεν είναι παρά μια λεκάνη σκαμμένη στο έδαφος ή μάλλον στον μαλακό βράχο του λόφου Καστά.
Το μνημείο έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά, να ταπεινωθεί και να εξευτελιστεί. Τα κινητά αντικείμενα αφαιρέθηκαν και όταν η λεηλασία ολοκληρώθηκε, ο τρίτος θάλαμος στρώθηκε με πωρόλιθους, μπαζώθηκε και καθώς οι τυμβωρύχοι προχωρούσαν προς την έξοδο, προσέθεταν κι άλλους τοίχους σφράγισης και χώμα.
Το δεύτερο θυρόφυλλο της ιωνικής θύρας, ένα κομμάτι μαρμάρου βάρους 1,5 τόνου, βρέθηκε μακριά από το ταίρι του, πολύ πιο βαθιά στα χώματα με τα οποία μπαζώθηκε ο τάφος. Στις τελευταίες φωτογραφίες που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Πολιτισμού η θύρα εμφανίζει μια άλλη όψη, σημαντικά πιο λιτή και φτωχή ως προς τη διακόσμησή της από ό,τι είχε παρουσιαστεί στα κομμάτια που είχαν ανευρεθεί τις προηγούμενες εβδομάδες. Και είναι τόσο χτυπητή η διαφορά ανάμεσα στις δύο πλευρές της ώστε θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές θύρες. Το σχήμα του τμήματος που λείπει από πρώτη άποψη παραπέμπει σε βανδαλισμό, κάτι που θα βρισκόταν σε απόλυτη αρμονία με την πλήρη απουσία ευρημάτων ως εκεί όπου έχει φτάσει η ανασκαφή του τρίτου θαλάμου, δηλαδή σε βάθος περίπου 1,4 μέτρων από το επίπεδο των προηγούμενων διαμερισμάτων. Το μνημείο της Αμφίπολης είναι γεμάτο εκπλήξεις – ακόμη και όταν αποκαλύπτεται ύποπτα και δυσοίωνα άδειο, όπως ακριβώς είναι στον τελευταίο του θάλαμο.
Η ανασκαφή δεν έχει τελειώσει και θεωρητικά, αν μη τι άλλο, τίποτα δεν αποκλείεται. Το σενάριο όμως που κερδίζει έδαφος τις τελευταίες ημέρες είναι ότι ο τύμβος Καστά συλήθηκε άγρια μεν, αλλά με συγκεκριμένο σκοπό: να εξαφανιστεί κυριολεκτικά από προσώπου γης. Ο τάφος έπρεπε να εξαφανιστεί μαζί με οποιαδήποτε ανάμνηση που θα μπορούσε να παραπέμπει στην προσωπικότητα η οποία ετάφη εντός του. Και αυτό, όπως φαίνεται από την τριπλή σφράγιση, με δύο κάθετους και έναν οριζόντιο πλίθινους τοίχους, μαζί με τους τόνους χώματος που μεταφέρθηκαν στον τύμβο Καστά από την κοίτη του ποταμού Στρυμόνα δεν έγινε από απλούς τυμβωρύχους. Αντιθέτως, αυτοί που λεηλάτησαν και έγδυσαν το μνημείο πιθανότατα βρίσκονταν σε διατεταγμένη και τακτική υπηρεσία.
Η μαρμάρινη θύρα, βάρους 1,5 τόνου, βρέθηκε βαθιά θαμμένη μέσα στα χώματα με τα οποία μπαζώθηκε ο τάφος
Γι’ αυτό και εργάστηκαν στο φως της ημέρας, χωρίς τη βιασύνη των ληστών που θα εισέβαλαν στον τάφο για να κλέψουν και να εξαφανιστούν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Είτε κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, όπως είναι η επικρατέστερη άποψη μεταξύ των αρχαιολόγων, είτε σε μεταγενέστερη φάση, π.χ. κατά τις επιδρομές διάφορων επίδοξων κατακτητών της ελληνικής γης, είτε ακόμη και κατά την περίοδο του χριστιανικού φανατισμού, στα χρόνια του βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου, περί τον 4ο αιώνα μ.Χ., συντελέστηκε μάλλον η ταφή του μνημείου της Αμφίπολης. Εάν είχαν ανευρεθεί σταυροί, όπως συνέβη σε άλλα κατεστραμμένα μνημεία της εθνικής ή ειδωλολατρικής παράδοσης, τότε οι δράστες θα ήταν, πέραν πάσης αμφιβολίας, μαινόμενοι θρησκόληπτοι. Το μνημείο έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά, να ταπεινωθεί και να εξευτελιστεί, κάτι που επετεύχθη με τις επιμέρους βλάβες στον γλυπτό του διάκοσμο.
Τα κινητά αντικείμενα αφαιρέθηκαν και όταν η λεηλασία και η βεβήλωση ολοκληρώθηκαν, το μίσος μεταστοιχειώθηκε σε οικοδομική και χωματουργική εργασία. Ετσι, ο τρίτος θάλαμος θα πρέπει να στρώθηκε με πωρόλιθους, κατόπιν να μπαζώθηκε με χώμα, καθώς οι τυμβωρύχοι -αλλά και «τυμβο-θάφτες»- προχωρούσαν προς την έξοδο, προσθέτοντας τοίχους σφράγισης και χώμα. Οταν τελείωσαν θα πρέπει να κοίταξαν το έργο τους με ικανοποίηση: η εξαφάνιση του τύμβου Καστά ήταν ολοκληρωτική – ίσως θα χρειάζονταν αιώνες έως ότου υποπτευθεί κάποιος ότι στο συγκεκριμένο σημείο θα μπορούσε να είναι κρυμμένο ένα ταφικό οικοδόμημα.
Μιλώντας αποκλειστικά στο «ΘΕΜΑ» η γνωστή, πλέον, Αμερικανίδα αρχαιολόγος Ντόροθι Κινγκ επαναλαμβάνει τη θεωρία της ότι η επίχωση (το μπάζωμα) δεν έγινε από τους καταστροφείς του τάφου, αλλά από εκείνους που προσπάθησαν να τον σώσουν. «Μόνο πολύ σημαντικά μνημεία και ιερά έτειναν να πέφτουν θύματα στη μανία των χριστιανών εικονοκλαστών», γράφει η Κινγκ, τονίζοντας ότι «υπ’ αυτή την έννοια, εάν αυτό ισχύει στον τύμβο Καστά, είναι μία επιπλέον απόδειξη ότι το μνημείο χρησιμοποιούνταν ως λατρευτικός ναός υπέρ του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ωστόσο, επειδή χρησιμοποιήθηκε χώμα αντί για τσιμέντο, το οποίο ήταν πολύ διαδεδομένο υλικό από τους ρωμαϊκούς χρόνους και εξής, προκειμένου αυτό να συγκρατηθεί χτίστηκαν τοίχοι σφράγισης, και αυτό με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μπάζωμα των θαλάμων δεν έγινε με προοπτική μονιμότητας». Η Ντόροθι Κινγκ πιστεύει ότι «είναι σαφές πως οι δομικές βλάβες προήλθαν από πάνω παρά από κάτω, άρα εξακολουθώ να θεωρώ πως το μεγάλο πρόβλημα ήταν το βάρος του τύμβου και όχι οι σεισμοί. Γι’ αυτό το χώμα θα μπορούσε να είναι ένα επείγον μέτρο προκειμένου να αποτραπεί η κατάρρευση του μνημείου και αφού οι ξύλινοι στύλοι είχαν αποτύχει να το συγκρατήσουν. Οι πόρτες έσπασαν, όμως το μεγαλύτερο μέρος των καταστροφών στα αγάλματα φαίνεται να επήλθε από την πίεση, όχι από τους εικονοκλάστες. Επίσης, το γεγονός ότι τα φτερά, τα κεφάλια κ.λπ. των Σφιγγών βρέθηκαν μέσα στον τύμβο χωρίς σημάδια βανδαλισμού μαρτυρά ίσως μια απόπειρα περίσωσής τους».
Ειδικοί γεωλόγοι ερευνητές δηλώνουν διατεθειμένοι να «ακτινοσκοπήσουν» από την αρχή τον τύμβο της Αμφίπολης. Και μάλιστα με μεγαλύτερη ακρίβεια στην απεικόνιση του εσωτερικού του, εφόσον υπάρχουν πλέον εξελιγμένες μέθοδοι και επιστημονικά εργαλεία
Πάντως, η Ντόροθι Κινγκ προτείνει ακόμη μια εκδοχή: «Ο τύμβος σφραγίστηκε όταν ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι η σορός του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν θα επέστρεφε στην Αίγυπτο και ότι οι καταστροφές έγιναν από κάποιον που είχε εμμονή με τον Αλέξανδρο, όπως π.χ. ο Καρακάλλας. Ο συγκεκριμένος Ρωμαίος αυτοκράτορας ήθελε να υπάρχει ένας και μόνο τάφος για τον Μέγα Αλέξανδρο, οπότε τα αρχιτεκτονικά μέλη του μνημείου της Αμφίπολης θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ξανά μόνο σαν ανάθεμα».
Φυσικά η Κινγκ δεν διαφωνεί με το ότι ο τύμβος έχει συληθεί. Εικάζει μάλιστα ότι ο τρίτος θάλαμος φαίνεται τόσο άδειος ακριβώς επειδή εκεί πιθανότατα υπήρχαν κάποια αφαιρούμενα στοιχεία, όπως νωπογραφίες ή ακόμη και υφαντές παραστάσεις, οι οποίες ξηλώθηκαν επίτηδες ή καταστράφηκαν. Η αρχαιολόγος μάλιστα κάνει έναν παραλληλισμό ανάμεσα στην ανεξήγητη γύμνια της Αμφίπολης με εκείνη της αθηναϊκής Ακρόπολης: «Είναι πολύ περίεργο το ότι δεν φαίνεται να υπάρχει διακόσμηση σε αυτό τον τελευταίο θάλαμο. Από την άλλη, όμως, ένα από τα πιο παράξενα στοιχεία στον Παρθενώνα ήταν ακριβώς το ότι οι τελευταίοι τοίχοι που προστέθηκαν κατά την κατασκευή του ήταν τελείως γυμνοί. Είναι πολύ πιθανό, μιλώντας και για τα δύο μνημεία, να υπήρχαν υφασμάτινες “ταπετσαρίες”, κατά την τεχνοτροπία των περσικών βασιλικών τάφων, οι οποίες δεν σώθηκαν».
Η Γεωλογία αντεπιτίθεται
Παρά τις ενστάσεις που κατά καιρούς διατυπώνουν σχετικά με τη μεθοδολογία και ιδιαίτερα τον ταχύ ρυθμό που ακολούθησε η αρχαιολογική ανασκαφή στον τύμβο Καστά, γεωλόγοι όπως ο καθηγητής Σταύρος Παπαμαρινόπουλος θεωρούν ότι ένα μνημείο σαν αυτό της Αμφίπολης δεν μπορεί να τελειώνει στον τελευταίο τοίχο του τρίτου θαλάμου. «Εκτός από την ειδικότητά μου ως γεωλόγου, τυγχάνει να είμαι και μέλος της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρίας. Γνωρίζω πολύ καλά, π.χ., ότι ο Γιάννης Σακελλαράκης έκανε μια πολύ σημαντική ανακάλυψη στην Κρήτη όταν βρέθηκε σε έναν εντελώς άδειο τάφο. Επειδή όμως ήταν πολύ παρατηρητικός, διέκρινε ότι ένας δόμος του δαπέδου διέφερε από τους άλλους.
Οταν τον αφαίρεσε, διαπίστωσε ότι ήταν το άνοιγμα για μια δίοδο που οδηγούσε σε έναν υπόγειο αρχαιολογικό θησαυρό. Αυτό είναι κάτι που δεν αποκλείεται να ισχύει και στην Αμφίπολη. Και όπως έχει φανεί στις γεωλογικές μελέτες που έχουν γίνει ακριβώς στον τύμβο Καστά -και όχι σε άλλα σημεία της περιοχής όπως εσφαλμένα διαδόθηκε-, υπάρχει τουλάχιστον άλλη μία είσοδος. Ισως είναι μια σήραγγα χωρίς την τοιχοποιία αυτής που αποκαλύφθηκε στη δυτική πλευρά του λόφου. Ακόμη και μόνο αυτό το στοιχείο θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για μια νέα ανασκαφή», λέει ο κ. Παπαμαρινόπουλος.
Το παραλληλόγραμμο αποτύπωμα μιας απουσίας: το όρυγμα διαστάσεων 4×2,1 μέτρων μαρτυρά αυτό που είχε τοποθετηθεί εκεί κατά την κατασκευή του τάφου, ίσως μια λάρνακα, μια ογκώδη οστεοθήκη ή κάποιο παρεμφερές ταφικό αντικείμενο, το οποίο πλέον λείπει
Σύμφωνα με πηγές του «ΘΕΜΑτος», το κεφάλαιο «Γεωλογία» πρόκειται να ανοίξει ξανά, καθώς οι ειδικοί ερευνητές δηλώνουν διατεθειμένοι να «ακτινοσκοπήσουν» από την αρχή τον τύμβο της Αμφίπολης. Και μάλιστα με μεγαλύτερη ακρίβεια στην απεικόνιση του εσωτερικού του, εφόσον υπάρχουν πλέον εξελιγμένες μέθοδοι και επιστημονικά εργαλεία, ενώ κάτι που διευκολύνει επιπλέον την έρευνα είναι η αφαίρεση μεγάλου όγκου από την εξωτερική επιχωμάτωση του λόφου. Οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι, όπως είναι λογικό, θα επιθυμούν τη συνέχιση της ανασκαφής ακόμη και μετά την ολοκλήρωση της παρούσας φάσης της, δεν μπορούν παρά να ζητήσουν, αργά ή γρήγορα, τη συνδρομή των γεωλόγων. Και ίσως έτσι, μια αρχαιολογική επιχείρηση που ξεκίνησε με τις μεγαλύτερες δυνατές προσδοκίες, καθώς ακουγόταν ότι στον τύμβο της Αμφίπολης βρισκόταν ακόμη και η περίφημη νεκρική άμαξα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα συνεχίσει να συδαυλίζει, σχεδόν καθημερινά, την αδημονία για την επόμενη έκπληξη.