Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Για να είμαι ειλικρινής, δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που πήγα να ψηφίσω στις εκλογές να μου έδωσαν και ένα ψηφοδέλτιο της Ιεράς Συνόδου για να σταυρώσω Μητροπολίτη, μαζί με το ψηφοδέλτιο του κόμματος που ψήφισα. Με αυτό το δεδομένο, δεν θυμάμαι από πού απορρέει αυτή η αδήριτη ανάγκη που έχουν οι Ιεράρχες της χώρας να τοποθετηθούν για το ονοματολογικό της πΓΔΜ.
Στο μόνο που αντιλαμβάνομαι ένα ενδιαφέρον της ιεραρχίας είναι σε ό,τι αφορά την εκκλησία της πΓΔΜ, τη «Μακεδονική Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας», όπως ονομάζεται, με την πάγια θέση της εκκλησίας να είναι ότι δεν μπορεί να γίνεται αναφορά στον όρο «Μακεδονία» στο όνομά της.
Από εκεί και πέρα, όμως, και παρά τη διαφαινόμενη μετριοπαθή προσέγγιση του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου στα θέματα των συλλαλητηρίων που κυοφορούνται για το ζήτημα, η αλήθεια είναι πως με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να επηρεάσει τη διαπραγμάτευση η στάση της Εκκλησίας.
Οι ιεράρχες, καίτοι πλήρως αναρμόδιοι, επιλέγουν να τοποθετούνται για άλλη μια φορά πολιτικά και να εμπλέκονται σε υποθέσεις που αφορούν την εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας και ευρύτερα το πολιτικό σύστημα. Οι ιεράρχες δεν διαπραγματεύονται, δεν διαμορφώνουν την εθνική γραμμή, αλλά προσθέτουν στη διαμόρφωση ενός δύσκολου κλίματος στη Βόρεια Ελλάδα.
Για να είμαστε ειλικρινείς, εδώ και μερικές μέρες, τα τύμπανα του πολέμου έχουν ξεκινήσει και χτυπούν κανονικά στη Μακεδονία. Οι πολίτες είναι σε αναβρασμό, πολλοί Θεσσαλονικείς έχουν θυμώσει με τις δηλώσεις του δημάρχου τους, Γιάννη Μπουτάρη, ενώ όλο και περισσότεροι βουλευτές της βορείου Ελλάδος εκφράζουν την επιθυμία ο όρος «Μακεδονία» να μην συμπεριλαμβάνεται στη σύνθετη ονομασία. Ενδεικτικό το παράδειγμα του περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολου Τζιτζικώστα, ο οποίος εξέφρασε αυτή την άποψη, προκαλώντας ευρύτερες συζητήσεις. Τι κάνει τώρα η εκκλησία; Βάζει και αυτή το δικό της, ιδιαίτερα σημαντικό λιθαράκι, στην όξυνση των πνευμάτων στην περιοχή.
Στην Ελλάδα είναι γνωστό ότι η Εκκλησία λειτουργεί ως πεδίο πολιτικής ζύμωσης, ενώ οι κατά τόπους ιεράρχες έχουν και σημαντική πολιτική επιρροή. Αυτή την κακέκτυπη κατάσταση εργαλειοποιεί και πάλι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, τοποθετούμενη με σαφήνεια σε εθνικό ζήτημα, το οποίο απάδει του ρόλου της, τουλάχιστον όπως ορίζεται στο Σύνταγμα της χώρας. Διότι, η χώρα κυβερνάται με πυξίδα το Σύνταγμα.
Η εκκλησία πολιτεύεται κιόλας, εκτός από το να επιτελεί τα ποιμαντικά της καθήκοντα. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η παρέμβασή της στην περίπτωση των σχολικών βιβλίων για τα θρησκευτικά είχε μια λογική βάση, άσχετα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με την ουσία της. Δεν ήταν, για να το συνοψίσουμε, μια παρέμβαση που δεν θα έπρεπε να αναμένεται.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της ονομασίας της γείτονος, όμως, η Εκκλησία ούτε διαπραγματευτική εντολή, ούτε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα κάτσει, ούτε στο ΝΑΤΟ θα πάει, ούτε στη Βουλή θα φέρει μια συμφωνία προς κύρωση.
Με αυτά τα δεδομένα, ενισχύονται οι πιο σκληρές θέσεις για το ονοματολογικό, αυτή τη φορά και με την εκκλησιαστική βούλα. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, το βασικό όργανο της Εκκλησίας, η οποία έχει προσφέρει και συνεχίζει να προσφέρει από διαφορετικά μετερίζια στον τόπο, δεν προσφέρει καλή υπηρεσία.
Η κατάσταση είναι που είναι δύσκολη στην περιοχή, ήρθε και η παρέμβαση των ιεραρχών να την κάνει ακόμα πιο δυσχερή. Αν, δε, εν τέλει βγουν και ιεράρχες στα συλλαλητήρια που προετοιμάζονται, ακόμα και αν δεν είναι αυτές οι τεράστιες κινητοποιήσεις, τότε η κυβέρνηση θα διαπραγματεύεται, έχοντας παράλληλα να διαχειριστεί ένα εκρηκτικό κοκτέιλ στο εσωτερικό της χώρας.
Βοήθειά μας!