Το μοίρασμα του χρόνου ανατροφής των παιδιών μετά από χωρισμό ή διαζύγιο μπορεί να είναι μια λεπτή διαδικασία, ειδικά κατά τη διάρκεια των διακοπών. Είτε είναι Χριστούγεννα στη μαμά, Πρωτοχρονιά στον μπαμπά, είτε αντιστρόφως, τα παιδιά έχουν ανάγκη να νιώσουν ασφάλεια και χαρά, και αυτό δεν είναι ανέφικτο, ακόμα κι αν είναι η πρώτη φορά που θα περάσουν αυτές τις μέρες χωριστά από τον έναν τους γονιό. Τουλάχιστον, όχι για γονείς που είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν για το καλό των παιδιών τους. Πώς όμως θα γίνει αυτό στην πράξη;
Απευθυνθήκαμε στην Αλέξια Στουραΐτη, διαμεσολαβήτρια με ειδίκευση στην Οικογενειακή Διαμεσολάβηση, για να μας προτείνει ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές που μπορούν να βοηθήσουν να είναι πιο ομαλή η μετάβαση σε μια νέα μορφή οικογένειας κατά τη διάρκεια των εορτών.
Κάντε ένα σχέδιο και μείνετε σταθεροί σε αυτό
Όταν οι γονείς ενός παιδιού χωρίζουν, όλα όσα ήταν σταθερά και συνεπή στη ζωή τους ανατρέπονται – γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να ξέρουν τι τα περιμένει.
Προσπαθήστε να βρείτε λίγο χρόνο για να επικοινωνήσετε με τον άλλο γονέα και να μιλήσετε για τα σχέδιά σας.
Είτε ακολουθείτε τη δικαστική απόφαση της επικοινωνίας ή το πλάνο γονεϊκότητας που συντάξατε από κοινού κατά τη διάρκεια μιας διαμεσολάβησης, είτε είστε στα αρχικά στάδια του χωρισμού και θα περάσετε για πρώτη φορά χωριστά τις γιορτές, κρατήστε μεν μια ευελιξία για κάτι έκτακτο που μπορεί να τύχει σε όλους τους ανθρώπους, αλλά συγκεκριμενοποιήστε εγκαίρως το με ποιον θα βρίσκονται τα παιδιά κατά τις διακοπές τους.
Φροντίστε να δημιουργήσετε ένα πλάνο που θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των παιδιών και τις δικές σας, και ενημερώστε με σαφήνεια τα παιδιά για το πρόγραμμά τους.
Τα παιδιά αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια όταν γνωρίζουν από πριν με ποιον γονέα θα περάσουν την κάθε γιορτή, παρά όταν το πρόγραμμα εξαρτάται από την πορεία των διαπραγματεύσεων ή των τσακωμών των γονέων και καθορίζεται την τελευταία στιγμή.
Μην βάζετε τα παιδιά να επιλέξουν
Μην τους μεταθέσετε την ευθύνη της επιλογής: η ερώτηση «με ποιον θες να είσαι;» δημιουργεί τεράστιο βάρος στα παιδιά, και σπάνια αυτό που θα πουν θα αντικατοπτρίζει αυτό που νιώθουν στην ολότητά του.
Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε στο νου μας είναι ότι, ανάλογα με την ηλικία τους, μπορούμε να ρωτάμε τα παιδιά σχετικά με τις προτιμήσεις τους, διευκρινίζοντάς τους, όμως, παράλληλα, ότι θα λάβουμε υπόψη τη γνώμη τους, αλλά την απόφαση θα την πάρουμε εμείς, οι γονείς τους, από κοινού. Εμείς είμαστε οι ενήλικες, σε εμάς αρμόζει το βάρος την απόφασης. Επειδή ποτέ μια απόφαση δεν έχει μόνο καλές πλευρές, το βάρος της επιλογής δεν πρέπει να πέφτει ποτέ στο παιδί.
Και ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι μπορεί η ανάγκη του παιδιού για σύνδεση με τον εκάστοτε γονέα να είναι τόσο μεγάλη, που άλλα πράγματα να λέει στον έναν και άλλα στον άλλον. Αυτό δεν το κάνει με σκοπό να μας χειριστεί, όπως αδόκιμα εκφράζουν πολλοί. Το κάνει για να διασφαλίσει ότι δεν θα γίνει το ίδιο η αιτία να μας προξενηθούν δυσάρεστα συναισθήματα – ότι δεν θα μας στενοχωρήσει ούτε θα μας θυμώσει – και άρα ότι δεν θα μας χάσει από κοντά του.
Η αίσθηση της οικογένειας και οι φαντασιώσεις επανασύνδεσης
Κάποιοι γονείς επιλέγουν να περάσουν μαζί κάποια ή πολλές γιορτινές μέρες, για να δώσουν στα παιδιά τους «την αίσθηση της οικογένειας». Είναι λάθος;
Ο ευρύτερος οικογενειακός και κοινωνικός κύκλος των γονέων αποτελεί ένα σημείο αναφοράς των παιδιών που δεν έχει διαρραγεί εξαιτίας του χωρισμού. Υπ’ αυτήν την έννοια, οι καλές σχέσεις και η επαφή μαζί τους μπορεί να διασφαλίσει στα παιδιά την αίσθηση της «κοινότητας» και του ανήκειν. Όσο σταθερότερες και καλύτερες είναι οι σχέσεις του γονέα με το περιβάλλον του άλλου γονέα, τόσο το καλύτερο, αφού μια τέτοια σχέση σημαίνει κατά κανόνα χαμηλό βαθμό «πολεμικής» ανάμεσα στους γονείς.
Ωστόσο, οι ειδικοί συμφωνούν ότι τα παιδιά διατηρούν φαντασιώσεις επανασύνδεσης των γονέων ακόμη και για πολλά χρόνια μετά από τον χωρισμό. Έτσι, όλα εξαρτώνται από τη δυναμική της εκάστοτε κατάστασης / οικογένειας: όσο λιγότερες αγκυλώσεις στο παρελθόν έχουν οι πρώην σύντροφοι, δηλαδή όσο πιο συνειδητός και «δουλεμένος» είναι μέσα τους ο χωρισμός, τόσο καλύτερες και στενότερες σχέσεις μπορούν να διατηρούν τόσο μεταξύ τους, όσο και ο ένας με το περιβάλλον του άλλου, χωρίς αυτό να μπερδεύει ή να απορρυθμίζει τα παιδιά.
Τα παιδιά δεν χρειάζονται φανταχτερές γιορτές, αλλά εσάς δίπλα τους
Με δεδομένη την υγειονομική και την οικονομική κατάσταση, πολλοί γονείς δυσκολεύονται να προσφέρουν στα παιδιά τους εξόδους, διασκέδαση και λαμπερές «χριστουγεννιάτικες» εμπειρίες.
Μην σας φοβίζει η αδυναμία σας αυτή. Η βασική ανάγκη των παιδιών είναι να σας αισθάνονται με ασφάλεια δίπλα σας.
Κάθε δραστηριότητα μπορεί να συμπεριλάβει μια αίσθηση περιπέτειας και δημιουργίας, αν εσείς καταφέρετε να την αντιμετωπίσετε έτσι. Αν, πάλι, δεν τα καταφέρετε σήμερα, δεν πειράζει. Φερθείτε με συμπόνοια στον εαυτό σας. Θα τα καταφέρετε καλύτερα αύριο.
Τα παιδιά θέλουν να ξέρουν ότι είστε καλά και όταν λείπουν
Τις μέρες που θα έχετε τα παιδιά, θα δώσετε τον καλύτερό σας εαυτό για να τα κάνετε χαρούμενα: θα κανονίσετε να δείτε αγαπημένους ανθρώπους, θα πάρετε και θα δώσετε δώρα, θα κινηθείτε σε μια γιορτινή ατμόσφαιρα.
Τις μέρες που τα παιδιά θα λείπουν, όμως;
Φροντίστε να οργανώσετε κάτι όμορφο για εσάς τους ίδιους. Μην μείνετε μόνος/μόνη. Τα παιδιά θέλουν να ξέρουν ότι είστε καλά – αυτό τα βοηθά να χαλαρώσουν και να περνούν και τα ίδια καλύτερα όταν είναι μακριά σας. Το βάρος της αίσθησης «όταν είμαι με τον μπαμπά νιώθω τύψεις που δεν είμαι με τη μαμά για να την κάνω χαρούμενη, και όταν είμαι με τη μαμά νιώθω τύψεις που δεν είμαι με τον μπαμπά για να τον κάνω εκείνον χαρούμενο», είναι μεγάλο.
Το καλύτερο χριστουγεννιάτικο δώρο που μπορείτε να κάνετε στα παιδιά σας, είναι να τους αποδείξετε ότι δεν χρειάζεται να κουβαλήσουν αυτό το βάρος. Μην τους λέτε «μου λείπεις» – καλύτερα πείτε «νιώθω όμορφα που σε ακούω χαρούμενο, ανυπομονώ να κάνουμε και μαζί ευχάριστα πράγματα». Μην τα ρωτάτε επίμονα τι έκαναν με τον άλλον γονέα – ίσως δυσκολεύονται γιατί δεν ξέρουν τι να απαντήσουν χωρίς να σας πληγώσουν, ή χωρίς να νιώσουν ότι προδίδουν έναν από τους δύο γονείς τους.
Τι γίνεται αν οι γονείς δεν μπορούν να συμφωνήσουν στα σχέδια;
Κι αν οι γονείς δεν συμφωνούν στο μοίρασμα του χρόνου; Αν για παράδειγμα επιθυμούν και οι δύο να έχουν τα παιδιά τα Χριστούγεννα, πώς λαμβάνεται η απόφαση; Αφού δεν κάνει να ρωτάμε τα παιδιά τι προτιμούν…
Μία προσέγγιση που ίσως μπορεί να μας βοηθήσει στις διαφωνίες μας με τους άλλους, είναι να εστιάζουμε όχι στο «τι», θέλουν , αλλά «γιατί» το θέλουν. Γιατί μπορεί και οι δύο γονείς να θέλουν να είναι με τα παιδιά τα Χριστούγεννα; Είναι για λόγους θρησκευτικής ευλάβειας; Μήπως επειδή εκείνες τις μέρες θα έχουν ολιγοήμερες επισκέψεις συγγενών από κάποιο μακρινό μέρος, και θέλουν να έχουν την ευκαιρία τα παιδιά να περάσουν χρόνο μαζί τους; Ή έχει να κάνει με την άδεια που κατάφεραν να πάρουν από τη δουλειά; Συχνά, όταν ακούμε τη θέση του άλλου και βρίσκουμε να διαφέρει από τη δική μας, δυσκολευόμαστε να εστιάσουμε στις ανάγκες και τα συμφέροντα που διαμορφώνουν αυτή του τη θέση – αλλά και τη δική μας – και να σκεφτούμε out of the box λύσεις οι οποίες θα μπορούσαν να καλύπτουν τις ανάγκες και των δυο μας και να φέρουν win-win αποτελέσματα.
Αυτή είναι και η βασική δυνατότητα που δίνει η διαμεσολάβηση. Ως διαδικασία, δομημένη αλλά ευέλικτη, δίνει τον λόγο πίσω στα άτομα, και όχι στις επιταγές του νόμου ή στους λειτουργούς του. Μέσα από την υπαρκτή, παρούσα σύγκρουση, γεννιέται μια νέα δυναμική βήμα βήμα, με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή που έχει εκπαιδευτεί και έχει αναπτύξει συγκεκριμένες δεξιότητες για τη διαχείριση των συγκρούσεων. Η διαμεσολάβηση, θα έλεγε κανείς, είναι περισσότερο μια τέχνη, παρά μια επιστήμη. Στόχος, η επανεστίαση από τις θέσεις των μερών, στις ανάγκες και τα συμφέροντα των μερών, και η αποκλιμάκωση της σύγκρουσης, που απαιτεί προαπαιτούμενο προκειμένου να νιώσει κανείς αρκετά ασφαλής ώστε να αφήσει τη θέση του, και να κοιτάξει πώς να καλύψει τις πραγματικές του ανάγκες που κρύβονται πίσω από τη θέση αυτήν.
Λίγα λόγια για την Αλέξια Στουραΐτη
Η Αλέξια Στουραΐτη είναι δικηγόρος Αθηνών και διαπιστευμένη διαμεσολαβήτρια του Υπουργείου Δικαιοσύνης με ειδίκευση στην Οικογενειακή Διαμεσολάβηση, ενώ έχει ολοκληρώσει 4ετή εκπαίδευση ψυχοθεραπείας με την μέθοδο του Ψυχοδράματος. Έχει εκπαιδευτεί με υποτροφία στο εξωτερικό στη θεωρία και την πρακτική της Επανορθωτικής Δικαιοσύνης, ενώ η διπλωματική της εργασία έχει θέμα “Επανορθωτική Δικαιοσύνη και Θεραπεία Εξαρτήσεων”. Δημιουργός του σεμιναρίου για επαγγελματίες “Διαμεσολάβηση και Ψυχοθεραπεία”, έχει συντονίσει βιωματικά εργαστήρια επαγγελματικής ανάπτυξης για διαμεσολαβητές σε μετεκπαιδεύσεις Οικογενειακής Διαμεσολάβησης, όπως και στην εκπαίδευση των Επιμελητών Ανηλίκων στο ΕΚΔΔΑ πάνω στην Επανορθωτική Δικαιοσύνη, ενώ επίκειται αντίστοιχη συνεργασία της στις αρχές του 2022 με το Πανεπιστήμιο της Πάδοβα.