Γράφει ο Σπύρος Pιζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Προσωπικά δεν μου δημιουργεί καμία έκπληξη το γεγονός πως η Κομισιόν παρενέβη τόσο άκομψα με επιστολή της, μόνο και μόνο για να υπερασπιστεί τον πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου, ο οποίος παραπέμφθηκε σε δίκη για κακούργημα, με απόφαση του Αρείου Πάγου, για παραποίηση στοιχείων που οδήγησαν τη χώρα στα μνημόνια.
Μπορεί το γνωστό ρητό να λέει πως «η γυναίκα του Καίσαρα δεν φτάνει να είναι τίμια, πρέπει και να το δείχνει», ωστόσο η Κομισιόν δίνει προσοχή μόνο στο δεύτερο σκέλος του αποφθέγματος. Το μόνο που την ενδιαφέρει είναι «να δείχνει τίμια» και το αν είναι στην πραγματικότητα ή όχι, ουδέποτε την προβλημάτισε ιδιαίτερα.
Αυτή είναι διαχρονικά η επικρατούσα λογική στην Ε.Ε. Αρκεί τα στοιχεία στα excel να φαίνονται λογικά και να εξυπηρετούν πρωτίστως τη γερμανική στρατηγική για την Ε.Ε. Τότε, όλα είναι καλά και άγια.
Η ιστορία του «μαγειρέματος» των στοιχείων προκειμένου αυτά να συμφωνούν με τους στόχους και τις επιδιώξεις Βρυξελλών και Βερολίνου είναι μακρά και ασφαλώς δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Γι αυτό άλλωστε και η Κομισιόν διαρκώς αυτοαναιρείται, όπως συνέβη πρόσφατα με τα πρόστιμα σε Ισπανία και Πορτογαλία για δημοσιονομικές παραβάσεις ή την κατάσταση στις ιταλικές τράπεζες. Τα πάντα «κουκουλώθηκαν» μπροστά στον κίνδυνο να υπάρξει ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων που θα έφτανε στον σκληρό πυρήνα του προβλήματος της γερμανικής οικονομίας αυτή τη στιγμή που ακούει στο όνομα Deutsche Bank.
Η ιστορία της Ε.Ε. είναι η ιστορία «μαγειρέματος» στοιχείων. Ποιος άλλωστε αμφιβάλλει σήμερα πως η Ελλάδα έγινε μέλος της ΟΝΕ και μπήκε στη ζώνη του ευρώ με στοιχεία που απείχαν έτη φωτός από την πραγματικότητα; Ο γαλλογερμανικός άξονας ήθελε την Ελλάδα στο ευρώ και ο Σημίτης ήθελε μια «εθνική επιτυχία».
Ούτε η δομή της παραγωγικής βάσης της χώρας, ούτε η τρέχουσα (τότε) κατάσταση της οικονομίας δικαιολογούσαν την ένταξη. Έπρεπε να γίνει και έγινε. Τόσο απλά και τόσο κυνικά. Κι έγινε με τους χειρότερους δυνατούς όρους για την Ελλάδα, η οποία βρέθηκε ξαφνικά και τελείως απροετοίμαστη με ένα σκληρό νόμισμα λες και ήταν χώρα με τίποτα βιομηχανικούς κολοσσούς και ακμάζουσα οικονομία. Οπότε αυτό που συνέβη – προκειμένου ο Σημίτης και το κλαμπ των συνεργατών του που οργάνωσαν την ένταξη να κουνούν στον αέρα τα χαρτονομίσματα του ευρώ – ήταν το «ματσάκι» ο μαϊντανός από 50 δραχμές να πάει στο 1,5 ευρώ! Αλλά κανείς δεν έδινε σημασία. Ίσα – ίσα, η Ελλάδα υπήρξε ίσως η μόνη χώρα που βιάστηκε τόσο γρήγορα να εξαφανίσει τη δραχμή ακόμη και ως έννοια από την καθημερινότητα των πολιτών της. Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ακόμη και σήμερα αναγράφονται διπλές τιμές ( σε ευρώ και στο παλιό εθνικό νόμισμα) ενώ στην Ελλάδα είναι ζήτημα αν αυτό έγινε για κάνα εξάμηνο.
Με αυτή την έννοια, ο Γεωργίου είναι πράγματι ο τελευταίος τροχός της άμαξας. Η αμαρτωλή ιστορία των παραποιήσεων και του «μαγειρέματος» δεν ξεκίνησε με αυτόν αλλά κατέληξε σε αυτόν, προκειμένου κάθε φορά να ικανοποιούνται αμιγώς πολιτικοί στόχοι, παντελώς ασύνδετοι με την οικονομική πραγματικότητα της χώρας και των πραγματικών αναγκών της.
Και τώρα έρχεται η Κομισιόν και «καλεί τις ελληνικές Αρχές να αμφισβητήσουν δημοσίως την ψευδή εντύπωση ότι τα στοιχεία αυτά παραποιήθηκαν στο διάστημα 2010-2015 και να προστατέψει την ΕΛΣΤΑΤ». Μόνο και μόνο για «να δείχνει τίμια». Γελάνε και οι πέτρες πλέον. Για να μη συζητήσουμε το κατά πόσο έχει δικαίωμα η Κομισιόν να παρεμβαίνει τόσο απροκάλυπτα σε ένα θέμα που στο κάτω – κάτω αρμόδια για να το κρίνει είναι μόνον η ελληνική δικαιοσύνη…
Ήταν καλή ωστόσο η απάντηση του Τσακαλώτου: «Αν η Κομισιόν έχει προνομιακή επιστημολογική θέση να κρίνει την υπόθεση (κάτι που δεν διεκδικεί ο ίδιος ο Υπουργός), τότε έχει την ηθική υποχρέωση να την καταθέσει στην ελληνική Δικαιοσύνη για να διευκολύνει το έργο της».
Συμπέρασμα: ο Σημίτης «μαγείρεψε», ο Γεωργίου «σέρβιρε».