Γράφει ο Ιπποκράτης Χατζηαγγελίδης
Δεν συνηθίζεται να αρθρογραφεί κάποιος με κείμενα άλλων. Όμως, εγώ δεν είμαι επαγγελματίας αρθρογράφος, απλώς εκμεταλλεύομαι την ύπαρξη του διαδικτύου και τη φιλοξενία του rizopoulospost για να διατυπώνω τη γνώμη μου, ως το μόνο μέσο πολιτική δράσεως που μου έχει απομείνει.
Όταν το 2008 ξεκίνησα να αναζητώ τρόπους πολιτικής δράσεως έξω από τα κόμματα του φαύλου και ανίκανου πολιτικού συστήματος της μεταπολιτεύσεως, αναμίχθηκα σε μια πολιτική κίνηση, στο πλαίσιο της οποίας γνώρισα τον εξαίρετο παιδαγωγό και πολιτικό επιστήμονα, κ. Νίκο Ράπτη, ο οποίος ακόμη σήμερα με τιμά με τη φιλία του. Τα κείμενα του Νίκου Ράπτη αποτελούν υποδείγματα πολιτικής αρθρογραφίας. Η ξεκάθαρη σκέψη του, διατυπωμένη σε άρτια ελληνική, αποτελεί όαση λογικής και τεκμηριωμένης επιχειρηματολογίας μέσα σε ένα ωκεανό α-νοησίας! Δυστυχώς, η ιστοσελίδα Προοδευτική Πολιτική (www.ppol.gr), στην οποία αναρτούσε τα κείμενά του δεν υπάρχει πια και, έτσι, μόνο μέσω του facebook μπορούμε να παρακολουθούμε τις απόψεις του.
Όπως και παλαιότερα αναρτώ και σήμερα ένα εξαιρετικό κείμενό του, όπως το αντέγραψα από το προφίλ του. Δεν χρειάζεται να προσθέσω τίποτα περισσότερο, απλώς ότι συμφωνώ πλήρως με όσα λέει.
Υπέρ Grexit
Η συμφωνία ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ υπεγράφη το 1979. Εκείνη η απόφαση ήταν ευνοιοκρατική -η Ελλάδα ήταν ανέτοιμη για ένταξη όσον αφορά τη δημοκρατία, την οικονομία και τις σχέσεις με τους γείτονές της.
Μέσα στη δεκαετία του ’80 υιοθετήθηκε η άποψη πως η σύγκλιση της Ελλάδας με την Ευρώπη θα επιτυγχάνετο με οικονομική βοήθεια. Επρόκειτο ουσιαστικά για μία επιδοματική προσέγγιση. Έκτοτε δαπανήθηκαν δισεκατομμύρια ευρώ σε μικρά και μεγάλα έργα, κοινωνικές υπηρεσίες και αγροτικές επιδοτήσεις που αποφάσιζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Σήμερα όλοι γνωρίζουμε πόσο ανεπαρκής ήταν η αποδοτικότητα αυτών των κεφαλαίων. Αυτό που πραγματικά συνέβη είναι πως για πάνω από τριάντα χρόνια οι φορολογούμενοι της Ευρώπης επιδοτούν τα εμπεδωμένα ελληνικά συμφέροντα ώστε αυτά να αγοράζουν πολιτικούς πελάτες και ισχύ. Η Ευρώπη επιδοτεί την ελληνική στασιμότητα.
Η κρίση δανεισμού του 2010 απέδειξε πόσο λάθος είναι αυτή η επιδοματική προσέγγιση. Μια γενιά μετά την ένταξή της, η Ελλάδα έχει μάλλον αποκλίνει, παρά συγκλίνει με τους εταίρους της. Ολόκληρη η πολιτική και οικονομική ζωή έχει πλέον διαρθρωθεί ως ένα πλέγμα μικρών και μεγαλύτερων ειδικών συμφερόντων, που στην ουσία λεηλατούν τους κοινούς πόρους, διαστρέφουν τους θεσμούς και υπονομεύουν τη βιωσιμότητα της οικονομίας, της κοινωνίας και της χώρας τους.
Η κρίση δανεισμού κλιμάκωσε τις παθογένειες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και εξουδετέρωσε τις αυθεντικές μεταρρυθμιστικές φωνές. Η Ελλάδα βυθίστηκε σε ένα είδος παραφροσύνης: αγνοεί τις διεθνείς πραγματικότητες και την κοινή βούληση της διεθνούς κοινότητας. Εκλαμβάνει τον εαυτό της ως καθοριστικό διεθνή παράγοντα. Αρνείται να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Τελικά στρέφει τα νώτα στην επιβίωσή της -ως μέλος της ΕΕ, δημοκρατία, βιώσιμη οικονομία, ακόμα και κράτος-έθνος.
Από το 2010 κάθε Ευρωπαίος πολίτης, άντρας, γυναίκα και παιδί, έχει προσφέρει από 1,000 ευρώ για την στήριξη της Ελλάδας. Αυτή ήταν η πιο δαπανηρή και λιγότερο αποτελεσματική φάση της επιδοματικής προσέγγισης στη σχέση Ελλάδας-Ευρώπης. Αλλά η επιδοματική προσέγγιση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Εδώ και σαράντα σχεδόν χρόνια, η Ελλάδα λειτουργεί ως βαρέλι δίχως πάτο. Το Grexit θα στοιχίσει ακριβά, αλλά το Graid ακριβότερα.
Η Ελλάδα χρειάζεται υπαρξιακή αναθεώρηση. Κατακλυσμιαίες αλλαγές στην οικονομία, την πολιτική, την κοινωνία. Αυτές δεν μπορεί να επιβληθούν από τους εταίρους της. Οι Έλληνες χρειάζεται να αναγνωρίσουν μόνοι τις παθογένειές τους και να τις θεραπεύσουν μόνοι τους, όπως αυτοί νομίζουν. Τα περασμένα χρόνια ελήφθη η πρόνοια να δημιουργηθεί μια “πυρίμαχος ζώνη”, που προστατεύει σήμερα την ευρωζώνη από την έκλειψη της Ελλάδας. Χρειαζόμαστε κάτι ανάλογο στον τομέα της ασφάλειας της Δύσης.
Το πρώτο βήμα για τη χειραφέτηση των Ελλήνων είναι να αποδεσμευτούν από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και να αφεθούν να βιώσουν πλήρως τις επιπτώσεις των συλλογικών τους αποφάσεων. Ακόμα κι αν αυτό τους οδηγήσει, παρ’ ελπίδα, σε ανεπιθύμητο βιοτικό επίπεδο, κοινωνικές ανισότητες & μαζική φτώχεια, βία & ανασφάλεια, τυραννία & πόλεμο.
Οι Έλληνες, απαιτούμε από τη διεθνή κοινότητα να μας θεωρεί το πολύ αποδέκτες ανθρωπιστικής βοήθειας, πάντως όχι εταίρους με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Πρόκειται για ένα συλλογικό, επαναλαμβανόμενο και ενισχυόμενο αίτημα, που οφείλει να γίνει αποδεκτό!