«Αν εκμεταλλευτούμε τα νέα γεωστρατηγικά δεδομένα και προχωρήσουμε χωρίς ιδεοληψίες σε μια συνεργασία με την Ελλάδα και το Ισραήλ, η αναπτυξιακή προοπτική θα είναι τεράστια», λέει ο υποψήφιος πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Αναστασιάδης, σε Σαββατιάτικη εφημερίδα αναφορικά με το φυσικό αέριο της Κυπριακής και Ισραηλινής ΑΟΖ.
Οι διατυπώσεις του υποψήφιου και μάλλον επόμενου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, δείχνουν ότι γνωρίζει πολύ καλά τις προκλήσεις που δημιουργεί για το σύνολο της περιοχής η ανακάλυψη των υποθαλάσσιων ενεργειακών πεδίων και κυρίως τα προβλήματα που προκαλεί, η θα προκαλέσουν στο μέλλον οι διαφορετικές προσεγγίσεις των επιμέρους κρατών.
Για να γίνει κατανοητό ότι η ανακάλυψη υποθαλάσσιων κοιτασμάτων, μπορεί να φαίνεται ότι λύνει προβλήματα, αλλά προξενεί και πολλά άλλα, ιδίως όταν οι ανακαλύψεις προκύπτουν σε περιοχές, όπως αυτές της Ανατολικής Μεσογείου, αρκεί να μεταφέρουμε τις επισημάνσεις σχετικού άρθρου του Εκόνομιστ. Το άρθρο εστιάζει στις επιλογές για τον τρόπο εκμετάλλευσης του αερίου, καθώς αυτές επηρεάζονται άμεσα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν τα πολιτικά κόμματα του Ισραήλ, από τις σχέσεις Ισραήλ- Τουρκίας, και από τις τάσεις που θα διαμορφωθούν στο άμεσο μέλλον ως προς τις τιμές φυσικού αερίου.
Για παράδειγμα, επισημαίνει ότι η πιο οικονομική λύση για την αξιοποίηση των Ισραηλινών κοιτασμάτων, θα ήταν η κατασκευή αγωγών και η διοχέτευση αερίου πέραν της κάλυψης των εσωτερικών αναγκών της χώρας, στις γειτονικές χώρες, δηλαδή Συρία, Ιορδανία, Λίβανο, Αίγυπτο. Ωστόσο τα εθνικιστικά κόμματα του Ισραήλ όχι μόνο δεν συζητούν διοχέτευση του αερίου στις χώρες αυτές, αλλά και αποκλειστική χρήση του στο εσωτερικό του Ισραήλ. Κάτι τέτοιο όμως το αποκλείουν οι εταιρείες που ανακάλυψαν το αέριο, καθώς θα σημάνει χαμηλότερες τιμές, λιγότερα έσοδα και άρα ενδεχόμενη αδυναμία απόσβεσης της επένδυσης. Από την άλλη, η μετατροπή του σε υγροποιημένο με την κατασκευή μονάδας υγροποίησης στο έδαφος του Ισραήλ, αντιμετωπίζει προβλήματα ασφάλειας, ενώ συναντά τις αντιδράσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων.
Η λύση διοχέτευσή του μέσω του δικτύου της Τουρκίας, παρ΄ότι κρίνεται και αυτή ως οικονομική, και αυτή δεν μπορεί να συζητηθεί επί της ουσίας υπό τις συνθήκες που επικρατούν στις σχέσεις της με το Ισραήλ και την Κυπριακή Δημοκρατία. Μένει η λύση της υγροποίησης σε εγκαταστάσεις στο Κυπριακό έδαφος. Και αυτή όμως δεν την καλοδέχεται το Ισραήλ, καθώς έτσι παραχωρεί σε ένα άλλο κράτος τις υπεραξίες από την εκμετάλλευση του αερίου. Ακόμη όμως και αν βρισκόταν λύση στο θέμα αυτό, υπάρχουν σοβαρές αβεβαιότητες για το κατά πόσο οι τιμές υγροποιημένου αερίου που θα ισχύουν σε 10 χρόνια, θα μπορούν να καλύψουν το υψηλότατο κόστος μιας εγκατάστασης υγροποίησης φυσικού αερίου, συν το υψηλό κόστος παραγωγής του αερίου αυτού. Τέλος εκτός συζήτησης είναι η «λύση» του αγωγού από Κύπρο σε Κρήτη και, ηπειρωτική Ελλάδα, λόγω του μεγάλου μήκους και του τεράστιου κόστους.
Το άρθρο του Εκόνομιστ εν τέλει διερωτάται, και μαζί με αυτό και εμείς, μήπως τελικά παρόμοιες ανακαλύψεις, αν προηγουμένως δεν έχουν λυθεί άλλα προβλήματα, καταλήγει «κατάρα»; Γιατί τι άλλο από κατάρα είναι να διαθέτεις αποδεδειγμένα έναν πλούτο και να μην μπορείς να τον απολαύσεις;