Υπόμνημα προτάσεων κατέθεσαν την Δευτέρα 15 Απριλίου 2024, προς την Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, από κοινού η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Φοροτεχνικών Ελευθέρων Επαγγελματιών (Π.Ο.Φ.Ε.Ε.), μέσω του Γενικού Γραμματέα του Δ.Σ. της ΠΟΦΕΕ, κ. Δημήτρη Χριστοφοράκη, επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις – Συνταξιοδοτική διάταξη».
Στην ομιλία του ο κ. Χριστοφοράκης επισήμανε πέντε σημεία που χρήζουν παρεμβάσεων. Μεταξύ αυτών, την ανάγκη εξορθολογισμού των «δρακόντειων» προστίμων, των υψηλών τόκων υπερημερίας και άλλων δυσανάλογων κυρώσεων που συνεχίζουν να υφίστανται χωρίς καν να υπάρχει εύλογη διάκριση μεταξύ διαδικαστικών παρατυπιών και πραγματικών παραβάσεων, καθώς και την ανάγκη θεσμοθέτησης μιας νέας γενναίας ρύθμισης 120 δόσεων όπου να μπορούν να ενταχθούν όλες οι οφειλές προς το Δημόσιο.
Το Υπόμνημα ΓΣΕΒΕΕ- ΠΟΦΕΕ
Ακολουθεί το Υπόμνημα που κατατέθηκε προς την Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων:
Το υπό συζήτηση νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών: Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις στο μεγαλύτερο μέρος του είναι η αποτύπωση του Ν. 4987/2022 με κάποιες τροποποιήσεις και προσθήκες οι οποίες εν μέρει θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως θετικές. Ωστόσο, καμία τροποποίηση δεν έχει γίνει για ρυθμίσεις που έχουν επισημανθεί ως εξόχως προβληματικές και επανειλημμένα έχουμε ζητήσει την τροποποίηση τους.
Μάλιστα, το ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που για ακόμη μια φορά δόθηκε για δημόσια διαβούλευση και κυρίως για την επεξεργασία και εξέταση του στο πλαίσιο της παρούσας αρμόδιας επιτροπής της Βουλής ελάχιστα περιθώρια αφήνει για σημαντικές αλλαγές, κάτι που μας προκαλεί απογοήτευση. Τονίζουμε για άλλη μια φορά ότι η επεξεργασία, συζήτηση και ψήφιση των νομοθετημάτων με διαδικασίες fast-track δεν ενισχύουν τους θεσμούς και τη δημοκρατία. Επιπλέον δεν επιτρέπουν και στους φορείς, ειδικά όταν πρόκειται για ογκώδη και σε μεγάλο βαθμό τεχνικά νομοσχέδια όπως το παρόν, να τα εξετάσουν ενδελεχώς και να προτείνουν συγκεκριμένες αλλαγές όπου θεωρούν ότι χρειάζεται.
Το περιεχόμενο του παρόντος δεν μας είναι άγνωστο. Ωστόσο, η αναδιάταξη των άρθρων σε σχέση με τον Ν. 4987 και κυρίως οι τροποποιήσεις και προσθήκες που έγιναν σε σχέση με το κείμενο της διαβούλευσης απαιτούσαν πολύ περισσότερο χρόνο για μελέτη από αυτόν που δόθηκε. Επιπλέον, στο πλαίσιο της Διαρκής Επιτροπής – Παρατηρητήριο Φορέων, Αρωγής της Φορολογικής Πολιτικής που έχει συστήσει το Υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ, όπου και συμμετέχουμε, καταθέσαμε σειρά προτάσεων οι οποίες δεν ελήφθησαν υπόψη.
Δεν μεμψιμοιρούμε για την Επιτροπή, η οποία πολύ ορθά έχει συσταθεί, για να φέρνει σε συστηματική επαφή τους φορείς με την φορολογική διοίκηση και την κυβέρνηση, αλλά είχαμε την προσδοκία ότι η λειτουργία της θα παρήγαγε περισσότερα αποτελέσματα.
Επί του νομοσχεδίου καταθέτουμε τα εξής 5 σημεία:
Πρώτον: Τόκοι – πρόστιμα – κυρώσεις (Άρθρα 52 – 61)
Για μια ακόμη φορά οφείλουμε να τονίσουμε ότι είναι αναγκαίο να εξορθολογιστούν τα «δρακόντεια» πρόστιμα, οι υψηλοί τόκοι υπερημερίας και άλλες δυσανάλογες κυρώσεις που συνεχίζουν να υφίστανται χωρίς καν να υπάρχει εύλογη διάκριση μεταξύ διαδικαστικών παρατυπιών και πραγματικών παραβάσεων. Οι εν λόγω κυρώσεις ως είθισται λαμβάνονται επί δικαίων και αδικών ενώ προβλέπουν ποινές οι οποίες δεν είναι εύλογες και αναλογικές, αλλά τόσο δυσανάλογα υψηλές που αρκούν από μόνες τους για να προκαλέσουν προβλήματα επιχειρηματικής επιβίωσης, ιδιαίτερα στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Δεν γίνεται για εκπρόθεσμη αρχική ή τροποποιητική δήλωση με πολύ μικρά ποσά φόρου να επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο 250€ ή 500€. Έχουμε προτείνει να ισχύσει αντίστοιχη ρύθμιση που ισχύει και στις δηλώσεις φόρου εισοδήματος, δηλαδή στην περίπτωση που ο φόρος που προκύπτει είναι μικρότερος 100€ να επιβάλλονται μόνο προσαυξήσεις και όχι το αυτοτελές πρόστιμο.
Οι κυρώσεις οφείλουν να είναι ισορροπημένες, ώστε από τη μια μεριά να αποτρέπουν και από την άλλη να οδηγούν σε συμμόρφωση όταν επιβάλλονται.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το e-send, όπου ακόμα έχουμε αρκετές περιπτώσεις επιχειρήσεων που λόγω τεχνικού προβλήματος δεν έγινε η σχετική διαβίβαση των αποδείξεων των συναλλαγών και έχουν κληθεί να καταβάλουν τα υπέρογκα πρόστιμα που προβλέπονται ή ακόμα και διακόψουν προσωρινά τη λειτουργία τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις το ύψος του προστίμου θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Η οργή και η απόγνωση ξεχειλίζουν καθώς χωρίς να έχουν αποκρύψει εισόδημα αναγκάζονται να δανειστούν ή να καθυστερήσουν άλλες σημαντικές υποχρεώσεις τους προκειμένου να ανταπεξέλθουν στην υποχρέωση που δημιουργεί ο καταλογισμός του προστίμου για μια διαδικαστική παράβαση.
Εκκρεμούν επίσης, οι απαραίτητες τεχνικές αλλαγές ώστε άμεσα να ενημερώνονται οι επιχειρήσεις ότι οι αποδείξεις τους δεν διαβιβάζονται μέσω του e-send και ακολούθως εντός εύλογου χρονικού διαστήματος να καλούνται να διορθώσουν το τεχνικό πρόβλημα και να καταθέτουν τα μη διαβιβασθέντα παραστατικά. Για τις περιπτώσεις αυτές και εφόσον συμμορφώνονται με τα προαναφερόμενα να μην επιβάλλεται πρόστιμο. Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να επιβάλλεται κανένα πρόστιμο στις επιχειρήσεις που δεν διαβίβασαν παραστατικά και μετά τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι δεν έχουν αποκρύψει έσοδα. Αυτό να ισχύσει και για τα πρόστιμα που έχουν ήδη επιβληθεί.
Δεύτερον: Ρύθμιση οφειλών (άρθρα 87-91)
Προφανώς η διευθέτηση ήσσονος σημασίας παρεκκλίσεων από φορολογούμενους ή διευθέτηση τεχνικών αστοχιών της φορολογικής διοίκησης με αποτέλεσμα την αναβίωση ρυθμίσεων που έχουν απολεσθεί όπως ουσιαστικά προβλέπεται από τα άρθρα 89-91 του νομοσχεδίου είναι αναγκαίο και βέβαια θετικό. Ωστόσο αυτό δεν λύνει το σοβαρό πρόβλημα που αφορά την διευθέτηση με ρεαλιστικό τρόπο του ιδιωτικού χρέους, και ειδικά εκείνου προς το Δημόσιο. Οι φορολογικές οφειλές είναι περίπου 107 δισ. € ενώ ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτού του χρέους δεν θα εισπραχθεί.
Από την άλλη μεριά το 91% των οφειλετών έχει φορολογικές οφειλές έως 10.000 €. Αυτό σημαίνει ότι για τη συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών υπάρχουν προϋποθέσεις αποπληρωμής των οφειλών τους μέσω μιας καλής ρύθμισης. Σε αυτό το πλαίσιο και εκ του γεγονότος ότι έχουμε διανύσει μια μακρά περίοδο αλλεπάλληλων κρίσεων θεωρούμε αναγκαία την υιοθέτηση μιας νέας γενναίας ρύθμισης 120 δόσεων οπού να μπορούν να ενταχθούν όλες οι οφειλές προς το Δημόσιο.
Τρίτον: Διάρκεια παραγραφής – υποτροπής
Έχουμε προχωρήσει αρκετά (όχι πάντα με ορθολογικό τρόπο) στην ψηφιοποίηση των διαδικασιών συμμόρφωσης των επιχειρήσεων και αντίστοιχα στον έλεγχο της συμμόρφωσης μέσω ψηφιακών εργαλείων. Ως εκ τούτου πιστεύουμε ότι ο χρόνος παραγραφής και αντίστοιχα ο χρόνος υποτροπής όπου προβλέπεται, θα πρέπει να μειωθεί από τα 5 έτη που ισχύει σήμερα στα 3 έτη.
Αυτό θα δώσει και ένα μήνυμα στην αγορά ότι οι απαιτήσεις της φορολογικής διοίκησης να προσαρμοστεί στις ψηφιακές διαδικασίες συμμόρφωσης, που μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις έχει γίνει βιαστικά επιβαρύνοντας έτι περαιτέρω τις επιχειρήσεις, δεν είναι μονοσήμαντη.
Τέταρτον: Αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση οφειλής (άρθρο 12)
Όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 12 σε περίπτωση που ο φορολογούμενος ζητά την έκδοση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας είτε για να εισπράξει χρήματα ή να μεταβιβάσει ακίνητο και παράλληλα έχει ρυθμισμένες οφειλές, τότε η φορολογική διοίκηση μπορεί να απαιτήσει ακόμα και έως και το 100% των χρημάτων της είσπραξης ή της αξίας του μεταβιβαζόμενου ακινήτου εάν το τίμημα υπολείπεται του ύψους των ρυθμισμένων οφειλών του φορολογούμενου. Η συγκεκριμένη ρύθμιση είναι οριζόντια και όπως είναι επόμενο δημιουργεί ζητήματα και σε φορολογούμενους που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να θεσπιστεί μια ποσοστιαία κλίμακα ανάλογα με το αντίτιμο και παράλληλα να λαμβάνονται υπόψη και άλλα οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια πριν την ενεργοποίηση της εν λόγω διάταξης
Πέμπτον: Φορολογικοί έλεγχοι
Στο άρθρο 28 προβλέπεται ότι η χρονική διάρκεια φορολογικού ελέγχου μπορεί να είναι έως 1 έτος και υπό προϋποθέσεις μπορεί να φτάσει μέχρι 2 έτη. Κατ’ αρχάς είναι θετικό που ορίζεται χρονικό όριο κάτι που μέχρι σήμερα δεν ίσχυε. Σε κάθε ωστόσο περίπτωση ο χρόνος ολοκλήρωσης των φορολογικών ελέγχων θα πρέπει να ολοκληρώνεται πολύ νωρίτερα από εκείνο που προβλέπεται ώστε οι φορολογούμενοι να μην αισθάνονται ότι βρίσκονται σε διαρκή ομηρία.
Σχετικά με τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου επαναλαμβάνουμε την ασάφεια που τις χαρακτηρίζει καθώς και το απροσδιόριστο εύρος τους με συνέπεια τις περισσότερες φορές και με μεγάλη ευκολία να μην γίνονται αποδεκτά τα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων από τις αρχές, ώστε αυτά να καθοριστούν μέσω των έμμεσων τεχνικών ελέγχου. Είναι αναγκαίο να υπάρξει σαφής βάση και να καθοριστεί συγκεκριμένο ελεγκτικό πλαίσιο κανόνων ώστε να αποφευχθούν οι περιπτώσεις της κατά το δοκούν ερμηνείες από τις ελεγκτικές αρχές.
Τέλος, είναι αναγκαίο να υπάρξει ένα πλαίσιο ώστε οι επιτόπιοι φορολογικοί έλεγχοι να διενεργούνται με τρόπο ο οποίος να μην διαταράσσει την εύρυθμη λειτουργία της ελεγχόμενης επιχείρησης.
Πλέον των παραπάνω θα θέλαμε να φέρουμε στην προσοχή σας μερικά ακόμα φλέγοντα ζητήματα του Κλάδου των Λογιστών-Φοροτεχνικών τα οποία έχουν τεθεί διαχρονικά στην Επιτροπή σας.
Πλήρης κατάργηση των ορίων του άρθρου 38 του ν.2873/2000. Η υποβολή των δηλώσεων οικονομικών αποτελεσμάτων των επιχειρήσεων να γίνεται μέσω ηλεκτρονικών κωδικών taxis των εξουσιοδοτημένων προς τούτο, Λογιστών – Φοροτεχνικών και μόνο, οι οποίοι έχουν πιστοποιηθεί από το Οικονομικό Επιμελητήριο και ακούν νόμιμα το επάγγελμα. Είναι απαράδεκτο να υφίσταται η δυνατότητα υπογραφής από τον ίδιο τον επαγγελματία των φορολογικών εντύπων, ειδικά του Ε3, η σύνταξη του οποίου απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις των Ε.Λ.Π. και του Κ.Φ.Ε.
Ασθένεια Λογιστών-Φοροτεχνικών. Ολοκλήρωση επιτέλους της ΚΥΑ η οποία χρονίζει που αφορά τον Λογιστή Φοροτεχνικό βάσει της οποίας θα δίνονται οι ανάλογες παρατάσεις υποβολής πάσης φύσεως φορολογικών και ασφαλιστικών δηλώσεων και καταστάσεων των ιδίων αλλά του και των εντολέων πελατών. Όπως ήδη προβλέπεται με τη διάταξη του άρθρου 67 του ν. 5042/2023.
Στο θέμα των φορολογικών δηλώσεων απαιτείται νομοθέτηση ενός σταθερού χρονικού διαστήματος 5μηνης περιόδου υποβολής όπως όριζε ο Ν 4172, ενώ θα έχει προηγηθεί η δημοσίευση όλων των σχετικών αποφάσεων, χωρίς νομοθετικές αλλαγές στην διάρκεια, και αφού οι δημόσιες υπηρεσίες έχουν ανεβάσει έγκαιρα όλα τα απαιτούμενα στοιχεία. Για οποιαδήποτε δυσλειτουργία του συστήματος θα πρέπει να υπάρχει ισόχρονη παράταση Φ.Δ. χωρίς σε αυτό το διάστημα να περιλαμβάνεται ο μήνας Αύγουστος.
Σχετικά με το Ν. 4557/2018: Λήψη μέτρων δέουσας επιμέλειας. Τα όρια των διοικητικών και πειθαρχικών κυρώσεων δεν μπορεί να είναι σε αντιστοιχία για τους υπόχρεους επαγγελματίες Λογιστές-Φοροτεχνικούς, με τα πρόστιμα των παραβατών. Θα πρέπει να ισχύσουν αντίστοιχες κυρώσεις, όπως ισχύουν σε δικηγόρους/συμβολαιογράφους και ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές, δηλαδή παραπομπή του υπόχρεου προσώπου σε αντίστοιχη εποπτική Αρχή, στη συγκεκριμένη περίπτωση στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΟΕΕ), στο οποίο θα διαβιβάζονται όλα τα στοιχεία της παράβασης, προκειμένου να ασκηθεί ο προβλεπόμενος από τις κείμενες διατάξεις πειθαρχικός έλεγχος.
Πηγή ot.gr