Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
MSc in Crisis and Security Management
Αυτή την εβδομάδα, ο οργανισμός μέσων ενημέρωσης Αλ-Σαχάμπ, το κυριότερο όργανο προπαγάνδας της Αλ-Κάιντα, κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του Resurgence, του νέου αγγλόφωνου περιοδικού της. Το περιοδικό δίνει μεγάλη έμφαση στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού γενικότερα, με χαρακτηριστικά άρθρα σχετικά με την Ινδία και το Μπαγκλαντές, καθώς και άλλα σχετικά με το Αφγανιστάν και το Πακιστάν.
Ωστόσο, το πρώτο τεύχος περιλαμβάνει επίσης ένα άρθρο με τίτλο «10 Γεγονότα Σχετικά με το Ανατολικό Τουρκιστάν», το οποίο αναφέρεται στο όνομα που δόθηκε στην επαρχία Σιντζιάνγκ από αυτούς που επιζητούν την ανεξαρτησίας της από την Κίνα. Τα δέκα γεγονότα επιδιώκουν να καταστήσουν τη Σιντζιάνγκ μακροπρόθεσμα ένα ανεξάρτητο κράτος, με κύρια αιτιολογία την καταπάτηση των δικαιωμάτων, της ελευθερίας και της κληρονομιάς των εκεί μουσουλμάνων από την κυβέρνηση της Κίνας.
«Κατά τα τελευταία 1000 χρόνια της ισλαμικής ιστορίας της,» αναφέρει το άρθρο, η Σιντζιάνγκ «έχει παραμείνει ανεξάρτητη για 763 χρόνια, ενώ 237 χρόνια έχουν περάσει υπό κινεζική κατοχή σε διάφορα χρονικά διαστήματα.»
Η κινεζική κατάληψη είχε τεράστιο κόστος, σύμφωνα με το άρθρο, το οποίο συνεχίζει αναφέροντας ότι: «Το 1949, το 93% του πληθυσμού του Ανατολικού Τουρκιστάν ήταν Ουιγούροι, ενώ το 7% ήταν Κινέζοι. Σήμερα, ως αποτέλεσμα των έξι δεκαετιών αναγκαστικού εκτοπισμού του γηγενούς πληθυσμού και την τοποθέτηση των Κινέζων Χαν στη θέση τους, σχεδόν το 45% του πληθυσμού του Ανατολικού Τουρκιστάν είναι Κινέζοι.»
Το άρθρο συνεχίζει με τον ισχυρισμό ότι η διδασκαλία του Κορανίου στην Σιντζιάνγκ τιμωρείται με έως και δέκα χρόνια φυλάκιση, και ότι στις μουσουλμάνες που εντοπίζονται να φορούν το χιτζάμπ μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο πάνω από πέντε φορές το μέσο ετήσιο εισόδημα της περιοχής. Η Αλ-Κάιντα ισχυρίζεται, επίσης, ότι μετά την κατάληψη της ηπειρωτικής χώρας το 1949, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα δολοφόνησε 4,5 εκατομμύρια μουσουλμάνους στην Σιντζιάνγκ. Παράλληλα, το άρθρο κάνει αναφορά για 35 κινεζικές δοκιμές πυρηνικών όπλων στην Σιντζιάνγκ, από το ραδιενεργό νέφος των οποίων εκτιμάται ότι έχουν σκοτωθεί 200.000 μουσουλμάνοι.
Είναι φανερό ότι η ξαφνική εστίαση της Αλ-Κάιντα στην Κίνα ακολουθεί πιστά τις κινήσεις του Ισλαμικού Κράτους, το οποίο επίσης καταδίκασε το Πεκίνο για τη μεταχείριση του μουσουλμανικού πληθυσμού των Ουιγούρων. Τον περασμένο Ιούλιο, ο ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους Αμπού Μπακρ Αλ-Μπαγκντάντι έδωσε μια ομιλία στην οποία υποστήριξε ότι «τα δικαιώματα των μουσουλμάνων παραβιάζονται συστηματικά στην Κίνα, την Ινδία, την Παλαιστίνη και πολλές άλλες χώρες σε όλο τον κόσμο». Αργότερα, δημοσιεύτηκε ένας χάρτης που περιέγραφε τα σύνορα που οραματιζόταν ο ίδιος για το Χαλιφάτο, με την επαρχία Σιντζιάνγκ να συμπεριλαμβάνεται.
Κινέζοι αξιωματούχοι και οι τοπικές αρχές έχουν επίσης αναφέρει μια άνοδο στον αριθμό των Κινέζων υπηκόων που ταξιδεύουν στη Μέση Ανατολή για να πολεμήσουν ή να εκπαιδευτούν μαζί με ομάδες μαχητών στην περιοχή. Τον τελευταίο χρόνο έχει επίσης παρατηρηθεί μια απότομη άνοδος στη συχνότητα και την πολυπλοκότητα των εγχώριων τρομοκρατικών επιθέσεων, κάτι το οποίο κάνει την κυβέρνηση να κατηγορεί τους Ουιγούρους.
H εστίαση του Resurgence στην Κίνα ακολουθεί τη γραμμή του ηγέτη της Αλ-Κάιντα Αϊμάν, Αλ-Ζαουάχρι, ο οποίος πρόσφατα ίδρυσε τοπική οργάνωση στη Νότια Ασία, με σκοπό την επέκταση των δραστηριοτήτων της Αλ-Κάιντα στην περιοχή της Ινδίας. Η κίνηση αυτή σε μεγάλο βαθμό θεωρείται ως μια προσπάθεια να ανταγωνιστεί το Ισλαμικό Κράτος για την ηγεσία του τζιχαντικού κόσμου.
Ο ίδιος ανταγωνισμός είναι σχεδόν βέβαιο ότι αποτέλεσε κίνητρο για την Αλ-Κάιντα στο να δημοσιεύσει και την αγγλική έκδοση του περιοδικού. Ο οργανισμός μέσων ενημέρωσης Al-Sahab δραστηριοποιείται περίπου από το 2001, αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που είτε αυτός είτε η αλ-Κάιντα δημοσιεύει ένα αγγλόφωνο περιοδικό. Ωστόσο, η τοπική οργάνωση της Αλ-Κάιντα στην Υεμένη, έχει από καιρό δημοσίευε για καιρό ένα αγγλόφωνο περιοδικό, το Inspire, πάνω στο οποίο έχει βασιστεί το Resurgence.
Το Inspire ήταν ευρύτερα γνωστό για την προσπάθειά του να ενθαρρύνει τους πιθανούς μεμονωμένους τρομοκράτες (τους λεγόμενους και ως «μοναχικούς λύκους») στις δυτικές χώρες, στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Το Resurgence πολλές φορές φαίνεται να προσπαθεί να μιμηθεί αυτή την προσέγγιση, με τη διαφορά βέβαια ότι στοχεύει ως επί το πλείστον σε ακροατήρια εκτός του δυτικού κόσμου.
Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως το γεγονός ότι η Αλ-Κάιντα προσπαθεί να χρησιμοποιήσει μια αγγλική έκδοση για να παρακινήσει τους επίδοξους τζιχαντιστές σε μέρη όπως η Σιντζιάνγκ αποτελεί σε ένα βαθμό κίνηση απελπισίας, ανικανότητας ή και τα δύο, και σίγουρα είναι αρνητικός δείκτης για τη μακροζωία της οργάνωσης. Το τελευταίο δικαιολογείται κυρίως από την αποστροφή για οτιδήποτε έχει δυτική προέλευση, την οποία πάντα επεδείκνυε η Αλ-Κάιντα. Το σίγουρο είναι ότι ο ανταγωνισμός με τον ISIS είναι υπαρκτός και ο χρόνος θα δείξει ποια θα είναι η έκβασή του.
Πηγές
The diplomat
Foreign Policy