Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Ο χθεσινός θρίαμβος του Αλέξη Τσίπρα δεν έχει προηγούμενο! Σε ένα μόλις οκτάμηνο, κατάφερε να κερδίσει τρεις φορές εκλογές, να πάρει τρεις λαϊκές εντολές, την τελευταία ενάντια στις δύο πρώτες! Χρειάζεται πολύ προσωπικό «κεφάλαιο», πολλή προσωπική ακτινοβολία, αλλά και πολλή πολιτική μαεστρία για να πετύχεις κάτι τέτοιο. Χρειάζεται όμως πάνω απ’ όλα, αυτά να συναντηθούν με μαζικές υπόγειες διαδρομές στην κοινωνία.
Αν δούμε μακροσκοπικά αυτούς τους 8 μήνες, από την πρώτη λαϊκή εντολή της 25ης Ιανουαρίου μέχρι τη χθεσινή, πάνω από το 1/3 των Ελλήνων ψηφοφόρων έδωσε στον Αλέξη Τσίπρα την εντολή για τρία εντελώς διαφορετικά πολιτικά σχέδια: Πρώτα, στις 25 Ιανουαρίου, για να καταργήσει τα μνημόνια και να ανατρέψει τη λιτότητα εντός Ευρωζώνης. Στη συνέχεια, με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και με πλειοψηφία σχεδόν 2/3, να πει όχι στο σχέδιο Γιουνκέρ αναλαμβάνοντας ακόμη και το ρίσκο της ρήξης με την Ευρωζώνη – το μεγαλύτερο ποσοστό του 62% ανέλαβε συνειδητά αυτό το ρίσκο, καθώς ψήφισε με κλειστές τράπεζες και με την Ελλάδα να έχει κάνει αναγκαστική στάση πληρωμών στο ΔΝΤ. Ως εδώ τα πράγματα είχαν ή φαίνονταν να έχουν μια λογική αλληλουχία. Αμέσως ύστερα όμως, ήρθε η μεγάλη ανατροπή. Το ΟΧΙ στο σχέδιο Γιουνκέρ έγινε ΝΑΙ σε ένα τρίτο μνημόνιο χειρότερο απ’ αυτό, και ο Αλέξης Τσίπρας, που διεθνή ΜΜΕ τον περιέγραφαν σαν «δαρμένο σκυλί» στην κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής, βρέθηκε υπό τέτοια πίεση που θα μπορούσε κάλλιστα να τσακίσει.
Η αλήθεια είναι ότι σ’ εκείνο το σημείο δεν υπήρχαν πολλές επιλογές. Είτε έπρεπε να αποδράσει είτε να κάνει ό,τι έκανε: να υπερασπιστεί τον εαυτό του και τις επιλογές του – έστω και αν η τελευταία απ’ αυτές ήταν καταναγκαστική. Ο χθεσινός του θρίαμβος όμως αποδεικνύει ότι το έκανε με πραγματική δεξιοτεχνία. Η δεξιοτεχνία έγκειται στο ότι κατάφερε να αγγίξει και να κινητοποιήσει μαζικές ευαισθησίες της ελληνικής κοινωνίας. Τα κεντρικά διλήμματα βρήκαν θριαμβευτική ανταπόκριση. Ιδιαίτερα το «να μην ξανάρθει η Δεξιά» και το «μόνο εμείς μπορούμε να υλοποιήσουμε τη συμφωνία με κοινωνικά ευαίσθητο τρόπο», ενώ -δευτερευόντως- λειτούργησε και το σύνθημα περί πάταξης της διαπλοκής.
Κοινό υπόβαθρο ήταν δύο μαζικά ανακλαστικά που αποδεικνύεται τώρα ότι εξακολουθούν να υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία.
Πρώτο, ότι κατάφερε να πείσει πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική έξω από τα μνημόνια. Ότι διερεύνησε μέχρι τέλους μια τέτοια εναλλακτική, και η διερεύνηση οδήγησε στο ασφαλές συμπέρασμα πως αυτή δεν υπάρχει. Ακόμη και να ένα τμήμα των ψηφοφόρων εξακολουθεί να πιστεύει πως οι εξελίξεις θα ήταν διαφορετικές αν κάποια πράγματα είχαν γίνει διαφορετικά, τώρα πιστεύει πως το «παιχνίδι δεν μπορεί να γυρίσει». Φυσιολογικά, ο κόσμος αναδιπλώθηκε στη δεύτερη γραμμή επιλογών: ποιος είναι ο καταλληλότερος διαχειριστής του μνημονίου.
Δεύτερο, ο φόβος ότι θα ξανάρθουν στην κυβέρνηση οι παλιοί διαχειριστές των μνημονίων. Ο κόσμος, έχοντας πλήρη συνείδηση ότι η νέα κυβέρνηση θα εφαρμόσει ένα σκληρό μνημόνιο, δεν ήθελε παρ’ όλα αυτά να ξαναδεί στην κυβέρνηση τους «Σαμαροβενιζέλους», δηλαδή το πολιτικό προσωπικό που διαχειρίστηκε τα δύο πρώτα μνημόνια. Αυτό είναι το στρατηγικό βάθος πίσω από το θρίαμβο του Αλέξη Τσίπρα, και ισοδυναμεί με ένα στρατηγικό πρόβλημα για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ: κατάφεραν να ενεργοποιήσουν το ανακλαστικό του φόβου σε μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων.
Τώρα, ο Αλέξης Τσίπρας είναι ενώπιος ενωπίω με το θρίαμβό του. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι εγκλωβισμένος σε αυτόν. Οι πολιτικές πιέσεις απ’ τ’ αριστερά του έχουν αποδυναμωθεί εξαιρετικά, ενώ στα δεξιά του βρίσκονται μνημονιακές εφεδρείες – που θα κάνουν βέβαια το «κομμάτι» τους πού και πού και «με την άνεσή τους», αλλά μέχρις εκεί. Ο θρίαμβος έχει και την άλλη του όψη: δεν έχει κανένα άλλοθι και καμία δικαιολογία. Αυτή τη φορά πρέπει να υλοποιήσει τη λαϊκή εντολή.