Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας,
Οικονομολόγος-Ψυχολόγος
Τι συνέβη τελικά με την Apple και την απόφαση της Ε.Ε. που την καθιστά δακτυλοδεικτούμενη για φοροδιαφυγή; Πρόκειται απλά για μια τυπική υπόθεση ερμηνείας των ευρωπαϊκών οικονομικών κανόνων ή υποκρύπτει μια ευρύτερη σύγκρουση με αντικείμενο την στρατηγική, αρχική θέση κάθε “παίκτη” στο γήπεδο των εμπορικών συμφωνιών και την κατάκτηση του πλεονεκτήματος που θα αποφέρει τα μέγιστα δυνατά οφέλη σε όποιον κατορθώσει να επιβάλλει όρους και προϋποθέσεις;
Οι τριγωνικές συναλλαγές ώστε μια εταιρεία να εκμεταλλεύεται τους διαφορετικούς συντελεστές φορολόγησης σε κάθε χώρα και να επιτυγχάνει την χαμηλότερη δυνατή επιβάρυνση παραμένει ένα βαρίδι της παγκόσμιας οικονομίας το οποίο δεν λύνεται με μονομερείς κινήσεις καμιάς πλευράς. Η προσπάθεια του ΟΟΣΑ να θέσει ένα γενικό πλαίσιο δράσης υπήρξε μια πρώτη θετική κίνηση αλλά δεν αρκεί για να ξεκαθαρίσει οριστικά το σκηνικό.
Ενώ υπήρξε μια πρώτη συμφωνία όλων των μερών ώστε να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη διαφάνεια με στόχο ο πλούτος να φορολογείται στη χώρα παραγωγής του και να μην χρησιμοποιούνται οι έδρες των διοικητικών συμβουλίων ή οι τόποι έρευνας και τεχνολογίας ως ευκαιρία καταγραφής ενός κόστους στην πιο ευνοϊκή φορολογικά περιοχή, Ε.Ε και ΗΠΑ επέλεξαν να δείξουν τα δόντια τους θέλοντας να πιέσουν ο ένας τον άλλον σε μια άσκηση επίδειξης δύναμης ενόψει της αναμενόμενης υπογραφής της εμπορικής συμφωνίας ΤΤΙΡ ανάμεσα στα δύο μέρη.
Από την μια, η Ε.Ε. … θυμήθηκε να αμφισβητήσει μονομερώς εμπορικές συμφωνίες όπως αυτή της Apple που πηγαίνουν δεκαετίες πίσω δημιουργώντας ένα κλίμα ανασφάλειας σε κάθε διαχρονικό επενδυτή. Από την άλλη, οι ΗΠΑ δεν έκαναν τα τελευταία χρόνια κάποια ιδιαίτερα βήματα προσαρμογής, επιτρέποντας σε αμερικανικές εταιρείες να “παρκάρουν” μεγάλα ποσά εκτός χώρας έως ότου επαναπατρισθούν και φορολογηθούν με το υψηλό 35% δίνοντας τους έτσι επιπρόσθετο κίνητρο αναζήτησης εναλλακτικής καταγραφής και ελαφρύτερης φορολόγησης.
Οι Ευρωπαίοι συνειδητοποιούν ότι η αμερικανική επιχειρηματική τάξη πιέζει το εγχώριο πολιτικό κατεστημένο ώστε η εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε. να μην πλήττει τα συμφέροντα τους και να τους προσφέρει μια σχετική ευελιξία λειτουργίας. Γι’ αυτό και θεώρησαν σκόπιμο να ανακινήσουν το θέμα των τριγωνικών συναλλαγών ώστε να ταρακουνήσουν το αντίπαλο δέος και να προσαρμόσουν τις απαιτήσεις του σε πιο συμβατά πλαίσια με τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις.
Μόνο που στην τωρινή φάση της οικονομικής στασιμότητας, και της αστάθειας που θα επιφέρει το Brexit, οι εκατέρωθεν ασκήσεις δύναμης και εξουσίας το μόνο που μπορούν να καταφέρουν είναι να απορροφήσουν και τα δύο μέρη στην μαύρη τρύπα του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού. Αυτού που δεν συγχωρεί συναισθηματικούς παρορμητισμούς και ιδεολογικές μονομέρειες και τα απόνερα των οποίων θα έχουν επιπτώσεις ακόμη και σε περιφερειακούς παίκτες όπως η χώρα μας που δεν αντέχουν πλέον ούτε ψήγμα… ασάφειας.