Γράφει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Η τηλεόραση είναι η βασίλισσα στο πεδίο της διαμόρφωσης κοινής γνώμης, η οποία δεν οργανώνεται χωρίς υποστήριξη από ένα ευρύτερο πολιτισμικού χαρακτήρα τηλεοπτικό σύμπαν. Με την έννοια αυτή η ποιότητα και το ύφος των ψυχαγωγικών και ενημερωτικών εκπομπών εναρμονίζονται με αυτό καθ΄ εαυτό το προϊόν και το ύφος των ειδήσεων στα κανάλια. Η τηλεόραση, λοιπόν, έχουσα εξέχουσα θέση στη διαμόρφωση του γνωστικού μοντέλου του πολίτη και άρα θεμελιώδη ρόλο στην διαμόρφωση της στάσης του και της συμπεριφοράς του, είναι εύλογο να αποτελεί μεγάλο ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και κρίσιμο θέμα αντιπαράθεσης των πολιτικών δυνάμεων.
Όταν αντί να συμβαίνει αυτό, αντί τα κόμματα στο κοινοβούλιο να αναπτύσσουν ένα πολιτικό αγωνισμό, ιδεολογικοπολιτικού και ηθικού χαρακτήρα, εστιάζοντας στο Μέσο-Μήνυμα Τηλεόραση και στις δομολειτουργικές σχέσεις που την ορίζουν ως κοινωνικό και ταυτόχρονα δημόσιο και εμπορικό φαινόμενο, αντιπαρατίθενται στη βάση της διαπλοκής, τότε είναι βέβαιο πως η συζήτηση δεν αφορά στη βασίλισσα αλλά στα πιόνια μιας σκακιέρας επί της οποία κανείς στην πραγματικότητα δεν θέλει να παίξει σκάκι! Αντίθετα, όλοι επιδιώκουν να διασκεδάσουν το παιχνίδι ελέγχου των τηλεοπτικών διαύλων με άξονα την αναδιοργάνωση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αυτών των ιδιαίτερων μέσων παραγωγής. Η προσέγγιση αυτή δεν είναι ασφαλώς προοδευτική, είναι βαθύτατα συντηρητική και προσβλητική, όχι απλώς προς αυτούς που έχουν επαγγελματική σχέση με το Μέσο, αλλά κυρίως προς κάθε φιλελεύθερο και δημοκρατικό πολίτη της Ελλάδας.
Παρακολούθησα, αναγνώστη μου, με ιδιαίτερη προσοχή τη συζήτηση στη βουλή για το νέο καθεστώς των τηλεοπτικών διαύλων, για να διαπιστώσω πως η υποκρισία ολόκληρου του πολιτικού συστήματος δεν έχει όρια… Και αφού είναι έτσι, εγώ που μάλλον γνωρίζω καλά καί την πρακτική λειτουργία καί την «θεωρία» της τηλεόρασης, γιατί αποφεύγω να πάρω θέση;
Διότι απλώς, έτσι όπως εξελίσσεται η αντιπαράθεση στο ζήτημα, δεν θα μπορούσα να πάρω καμία απολύτως θέση, χωρίς να σαχλαμαρίσω και να διασκεδάσω και εγώ από τη μεριά μου αυτή τη σοβαρή δημόσια υπόθεση, η οποία ασφαλώς δεν είναι ζήτημα αγοράς, αλλά ζήτημα πολιτισμού, γνωστικής στρουκτούρας, παιδαγωγικής και ηγεμονίας, κοσμοαντίληψης, πληροφορίας και γενικότερα δόμησης του πλαισίου άρθρωσης του ίδιου του δημοσίου συμφέροντος, της εθνικής ταυτότητας και της αγοράς.
Η συζήτηση όπως έγινε στη βουλή και όπως αναπαράγεται στα ΜΜΕ δεν αφορά στην τηλεόραση (: σε μια ποιοτική, προοδευτική, απροκατάληπτη, απομυθοποιητική, ερευνητική, τεχνολογικά προηγμένη, συμμετοχική και δημιουργική κοινωνική δομή), αλλά στη διαπλοκή – και μάλιστα σε μια αφηρημένη έννοια της διαπλοκής που εξαγνίζει το πολιτικό σύστημα, την δημοσιογραφία, τον καλλιτεχνικό χώρο και την αγορά ταυτόχρονα, διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για ανανέωση της διαπλοκής.
Δεν κουβεντιάζουμε για την ρύθμιση ενός χρόνια απορρυθμισμένου δημόσιου χώρου, αλλά αποκλειστικά για την αναδιάρθρωση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των τηλεοπτικών διαύλων – για την αγορά – και άρα για την αναδιάρθρωση της διαπλοκής. Στην ουσία τα κόμματα δέχονται πως τα κανάλια ήταν, είναι και θα είναι το πεδίο άρθρωσης διαπλεκομένων σχέσεων εξουσίας και όχι ένας δημόσιος χώρος ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, απαλλαγμένος από νταβατζήδες και μαφιόζικες σχέσεις μεταξύ πολιτικού προσωπικού και επιχειρηματιών της επιλογής του, με διάφορα πιόνια (δημοσιογραφικού και καλλιτεχνικού χαρακτήρα) να εμπλέκονται σαν τους κόμβους στο δίχτυ του ψαρά σε αυτή την ανάρμοστη για τη κοινωνία σχέση ηγεμονίας.
Παρατηρούμε, λοιπόν, η περίφημη αντιπαράθεση για τις «τηλεοπτικές άδειες» να λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο ενός σκακιστικού παιγνίου που αφορά αποκλειστικά στην ανανέωση και αναρρύθμιση της διαπλοκής, μετά την προφανή πλέον κρίση που διέρχεται τα τελευταία χρόνια και την πασίδηλη απορύθμιση των σχέσεων που αυτή ορίζει και από τις οποίες ανατροφοδοτείται ως θεμελιώδης κοινωνικός θεσμός στην Ελλάδα και κεντρικός μηχανισμός αναπαραγωγής της ηγεμονίας στην πατρίδα μας.
Πρόσεξε αναγνώστη μου, η τηλεόραση είναι η βασίλισσα στο σκακιστικό παίγνιο που λαμβάνει αυτή τη στιγμή χώρα στη κεντρική πολιτική σκηνή της Ελλάδας και αν θες να καταλάβεις τη χρήση της από την πολιτική ελίτ, επιχείρησε προηγουμένως να κατανοήσεις τη χρήση των πιονιών στην ενημέρωση και ψυχαγωγία. Η βασίλισσα είναι άχρηστη χωρίς αυτά τα πιόνια στα ίδια τα κανάλια και σε όλα τα άλλα παλαιά και νέα ΜΜΕ.
Όταν είπα δεν είμαι πιόνι αλλά δημοσιογράφος, αποχαιρέτησα την ιδιωτική τηλεόραση! Όσες φορές είπα δεν είμαι πιόνι αλλά δημοσιογράφος, αποχαιρέτησα την δημόσια τηλεόραση, επίσης. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει διαφορά. Και όταν είπα δεν είναι τιμή μου και δεν μου προσφέρει καμία απολύτως ικανοποίηση να λειτουργώ ως κόμβος διαπλοκής και γρανάζι μιας πολιτισμικής μηχανής που διαρκώς υποβαθμίζει το γνωστικό και ηθικό μοντέλο του αποδέκτη/τηλεθεατή, άκουσα να ψιθυρίζουν τα υπόλοιπα πιόνια, ακόμη και τα «πλαστικά» και τα φιλόδοξα εκείνα που ακόμη δεν είχαν καν το στάτους των πεσσών: «πρόβλημα, πρόβλημα, αυτός είναι πρόβλημα»!
Η χρήση αυτής της λέξης μαφιόζικου αποκλεισμού, είναι όπως η χρήση ενός πιονιού σ’ ένα παιχνίδι: δεν μπορείς να καταλάβεις τη χρήση της βασίλισσας αν δεν καταλαβαίνεις τη χρήση των άλλων πιονιών [Wittgenstein εδώ και όχι Γιαννακόπουλος], των λέξεων, δηλαδή, με τις οποίες αποκτούν οντότητα και επικαλούνται λειτουργικότητα τα πιόνια-πρόσωπα της τηλεόρασης, αλλά και ενός πολύ ευρύτερου δικτύου που κερδίζει θέσεις και προνόμια μέσω των σχέσεων διαπλοκής. Ή, σε πιο απλές περιπτώσεις, με την ένταξή τους σε παρέες της κομματοκρατίας, σε ομάδες προώθησης επιχειρηματικών συμφερόντων και σε θεσμούς που συστήνουν έντονα παρεμβατικές στον χώρο της διαπλοκής αδελφότητες, ή λομπίστικες συλλογικότητες διεθνούς εμβέλειας.
Μπορεί η τηλεόραση να λειτουργήσει χωρίς την ύπαρξη και χρήση πιονιών που αναπαράγουν διαπλεκόμενες σχέσεις εξουσίας; Μα αυτό είναι ακριβώς το ζητούμενο κάθε φιλελεύθερης και δημοκρατικής πολιτείας! Αυτό θα χαρακτήριζε τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα ως γνήσια εναλλακτική πολιτική δύναμη. Αλλά αυτό, όχι απλώς δεν επιχειρήθηκε, αλλά δεν φάνηκε να απασχολεί καν τους ανθρώπους αυτούς που ήρθαν στα πράγματα επικαλούμενοι αρχές, ιδέες και αντιλήψεις σε ο, τι αφορά στην ριζοσπαστικοποίηση των δημοκρατικών θεσμών, η οποία συνδέεται άρρηκτα με την υφολογική και άρα ποιοτική αναβάθμιση της… βασίλισσας!
Ούτε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ούτε οι δημοσιογραφικοί φορείς απασχολήθηκαν και ασχολούνται με την χρήση των πιονιών. Κι όμως, αν ήθελες να επηρεάσεις υπέρ του πολιτισμού και του κοινωνικού συνόλου την χρήση της βασίλισσας, θα έπρεπε να αναδείξεις το πρόβλημα με την χρήση των πιονιών! Δεν το τολμά κανείς. Όλοι οι αρμόδιοι φορείς υπεκφεύγουν και υποκρίνονται στο ζήτημα, δεχόμενοι ή αρνούμενοι μια νομοθετική πρωτοβουλία που ναι μεν θα έχει την τύχη εκείνης του Βενιζέλου, αλλά στο μεταξύ θα έχει συμβάλλει στην αναμόρφωση της διαπλοκής. Αναγκαία προϋπόθεση για την ανανέωσή της, που συνδέεται ασφαλώς με την απρόσκοπτη αναχρηματοδότησή της. Το ζήτημα δεν είναι ο αριθμός των αδειών, αλλά πως η βασίλισσα θα μπορούσε να σταθεί σε ένα υψηλό πολιτισμικό και ενημερωτικό ύψος, στηριζόμενη και υποστηρίζοντας τον αδέσμευτο χαρακτήρα των πιονιών. Αναδεικνύοντας τον ρόλο των πιονιών θα πετύχαινες μάλλον μία κριτική ως προς την διαπλοκή βασίλισσα, σε αντίθεση με την δούλα της διαπλοκής βασίλισσα της προηγούμενης περιόδου.