Γράφει ο Σπύρος Μπόικος,
Την δραστηριότητα της αμερικανικής πρεσβείας στο Καράκας καταγγέλει ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νίκολας Μαδούρο. Οι καταγγελίες αφορούν προσπάθειες χρηματισμού αξιωματούχων της χώρας από αμερικανούς διπλωμάτες, για τις οποίες ο βενεζολάνος πρόεδρος υποστηρίζει ότι έχει στη διάθεση του ηχητικά ντοκουμέντα αφ’ ενός, και την ψήφιση από την αμερικανική Σύγκλητο ενός νομοσχεδίου το οποίο προτείνει κυρώσεις σε αξιωματούχους της κυβέρνησης του που παραβίασαν δικαιώματα διαδηλωτών στη διάρκεια των περσινών αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στο Καράκας.
Όπως έχουμε γράψει και παλιότερα, η κυβέρνηση της Βενεζουέλας θεωρεί ότι οι περσινές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις υποκινήθηκαν ή υποστηρίχθηκαν από το Λευκό Οίκο με στόχο την ανατροπή του προέδρου Μαδούρο. Οι σχέσεις των δυο χωρών παραμένουν τεταμένες από την εποχή της πρώτης εκλογής του Ούγκο Τσάβες στην προεδρία της λατινοαμερικανικής χώρας και την στροφή της πολιτικής του Καράκας απέναντι στις επιλογές των ΗΠΑ για τη Λατινική Αμερική.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ουάσινγκτον θα ήταν πολύ χαρούμενη με μια ενδεχόμενη αλλαγή ηγεσίας στην πετρελαιοπαραγωγό χώρα. Μια τέτοια αλλαγή θα αποδυνάμωνε το αριστερό μπλοκ που σταδιακά οργανώνεται στο μαλακό υπογάστριο των ΗΠΑ (Κούβα, Βενεζουέλα, Ουρουγουάη κ.α.) και θα σταματούσε τις τάσεις ανυπακοής που αυτό ενισχύει στην Αργεντινή, τον Ισημερινό και αλλού. Μπορεί όμως να πραγματοποιηθούν οι πόθοι της Ουάσινγκτον ή η σκληρή στάση της θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα;
Όπως και στην περίπτωση των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, η αμερικανική πολιτική είναι πιθανό να δεχτεί κι άλλα πλήγματα, αν δεν αλλάξει σύντομα την προσέγγιση της. Ήδη το προηγούμενο σαββατοκύριακο ρώσοι αξιωματούχοι συμμετείχαν στη συνάντηση της Λατινοαμερικανικής Ένωσης (UNASUR), με σκοπό να υπογράψουν μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ της Ένωσης και της Ρωσικής Ομοσπονδίας, εκφράζοντας μάλιστα στις δηλώσεις τους την επιθυμία η ενδεχόμενη υπογραφή να συμβάλει στην δημιουργία ενός πολυπολικού κόσμου, κάτι που σίγουρα δεν πρόκειται να ικανοποιήσει την Ουάσινγκτον.
Απ’ ό,τι φαίνεται, όλο και περισσότερες κυβερνήσεις βλέπουν ότι ο εναγκαλισμός με τις ΗΠΑ μπορεί και να βλάπτει τα συμφέροντα τους. Σε αυτό φυσικά έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης η υπερδύναμη, η οποία, στην εικοσιπενταετία που έμεινε να ηγείται μόνη ενός μονοπολικού κόσμου, συμπεριφέρθηκε σε εχθρούς και φίλους ως ένας λαίμαργος δυνάστης που προσπάθησε να στηρίξει την ηγεμονία και την οικονομία της στην κατάφωρη εκμετάλλευση τόσο των πρώτων, όπως ήταν αυτονόητο, αλλά και των δεύτερων.
Τώρα που το παγκόσμιο ρεύμα αλλάζει, που η Ρωσία ξαναμπαίνει δυναμικά στο διεθνές παιχνίδι εν μέσω οικονομικής (και σε λίγο ίσως και ενεργειακής) κρίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να αναθεωρήσουν την εξωτερική πολιτική τους. Ακόμη όμως κι αν οι αναλυτές της κυβέρνησης του Μπάρακ Ομπάμα κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση, η ριζωμένη σε μεγάλο τμήμα της αμερικανικής πολιτικής σκηνής πεποίθησης ότι όλος ο κόσμος αποτελεί απλώς την πίσω αυλή των ΗΠΑ αποτελεί ένα εμπόδιο που πρέπει, αλλά μάλλον δεν είναι καθόλου εύκολο να ξεπεραστεί.