Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
«Τώρα, αν το έθνος αποφασίσει να αποχωρήσουμε από την ΕΕ αύριο, θα πρέπει να σεβαστούμε την απόφαση αυτή. Αλλά, αν ψηφίσει να αποχωρήσουμε στη βάση μισών αληθειών και ψεμάτων και παρεξηγήσεων, τότε πολύ σύντομα οι νεκροθάφτες της ευημερίας μας θα πρέπει να απαντήσουν σε ορισμένες πολύ σοβαρές ερωτήσεις. Θα πρέπει να λογοδοτήσουν για όσα έχουν πει και κάνει. Αλλά αυτό δεν θα είναι παρηγορητικό. Διότι, θα είμαστε εκτός, εκτός για τα καλά, με φθίνουσα επιρροή στον κόσμο, μια Μεγάλη Βρετανία πραγματικά συρρικνωμένη στη μορφή μιας μικρής Αγγλίας, πιθανώς χωρίς τη Σκωτία, με μια γκρινιάρα Ουαλία και σίγουρα με μια Βόρειο Ιρλανδία διαιρεμένη από το νότο με συνοριακούς ελέγχους που θα ήταν τότε το άκρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή δεν είναι η πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσει η ιστορία του νησιού μας».
Με αυτή την grosso modo μετάφραση από την ομιλία του άλλοτε πρωθυπουργού της Βρετανίας, του Σερ Τζον Μέιτζορ, φαίνεται πραγματικά το διακύβευμα της σημερινής ημέρας τόσο για την ίδια τη Βρετανία όσο και για την Ευρώπη. Και αυτό γιατί η σημερινή μέρα είναι ιστορική: το αποτέλεσμα κινείται στην κόψη του ξυραφιού, η Βρετανία φλερτάρει με το Brexit σε μια ισορροπία τρόμου για την ίδια και την Ευρώπη και φυσικά όλοι στην Ευρώπη περιμένουν την επόμενη μέρα, προκειμένου να μπορέσουν να σχεδιάσουν τα επόμενα βήμα. Πλην όμως, σε κάθε περίπτωση, η επόμενη μέρα δεν θα είναι εύκολη, ακόμα και στο καλό σενάριο της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ. Διότι, αν τα πράγματα μείνουν ως έχουν, τότε το βασικό ερώτημα δεν θα είναι, αν το πουλόβερ θα ξηλώνεται, αλλά με ποια ταχύτητα.
Για μένα είναι σαφές πως οι Βρετανοί πρέπει να μείνουν στην ΕΕ. Ακόμα και μια «μίζερη» και καχεκτική Ένωση, η οποία πνίγεται πολλές φορές στη γραφειοκρατία που έχει επιβάλλει στον εαυτό της, είναι μια καλύτερη εναλλακτική από να βρίσκεται κανείς εντελώς μόνος του. Πέραν της περηφάνειας και της κινητοποίησης είτε των συναισθημάτων είτε ακόμα και των πιο βασικών ενστίκτων των πολιτών, όπως ο φόβος, το στρατόπεδο της Εξόδου δεν έχει κανένα επιχείρημα για να αποδείξει πως η επόμενη μέρα, οικονομικά κυρίως, θα είναι καλύτερη. Πολλώ δε μάλλον όταν οι εμπορικές σχέσεις της Βρετανίας είναι σε άμεση αλληλεξάρτηση με τα κράτη της ΕΕ, επομένως, ακόμα και αν οι πολίτες ψηφίσουν για να αποχωρήσει η χώρα από την ΕΕ, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να συνάψει εμπορικές συμφωνίες που θα διέπονται από τους κανόνες της ΕΕ, τους ίδιους που πολιτικά μπορεί να έχουν απορριφθεί στο δημοψήφισμα.
Είναι σαφές πως η παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ δεν θα σημάνει «περισσότερη Ευρώπη» γι’ αυτήν. Αντίθετα, θα υπάρχει μια αμοιβαία επωφελής σχέση, η οποία θα είναι δύσκολο να εμβαθύνει. Αλλά, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Το ζήτημα είναι πως μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει ένα πειστικό επιχείρημα, σε λογική βάση, που να εξηγεί γιατί η αποχώρηση είναι καλύτερη. Συνεπώς, η ψήφος leave συνιστά ένα άλμα στο κενό, με την προσδοκία να προσγειωθεί η χώρα σε στέρεο έδαφος.
Είπαμε, όμως, και πριν: ακόμα και η παραμονή, δεν σημαίνει αποκατάσταση της σταθερότητας. Χωρίς δομικές μεταρρυθμίσεις στον τρόπο που ενεργεί και παίρνει αποφάσεις, το ευρωπαϊκό πουλόβερ θα ξηλωθεί κάποια στιγμή σε κάθε περίπτωση, απλά μπορεί να έχουμε κλωτσήσει το τενεκεδάκι λίγο παρακάτω προς ώρας. Άλλωστε, οι δυνάμεις της ακροδεξιάς, του λαϊκισμού και του σκοταδισμού καραδοκούν και πολλαπλασιάζονται απ’ άκρη σ’ άκρη της Ευρώπης.