Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος*
Ο βασιλεύς ακολούθως έσπευσε να ενημερώσει τον Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος με τη σειρά του για να προλάβει τις εξελίξεις και την διαφαινόμενη κυβερνητική συνεργασία Σοφούλη – Θεοτόκη, προσέφυγε στο εγχείρημα στρατιωτικού πραξικοπήματος. Στις 4 Αυγούστου του 1936 η Βουλή διαλύθηκε, δεν προκηρύχθηκαν εκλογές και ο Ιωάννης Μεταξάς ανακοίνωσε ότι το κοινοβουλευτικό πολίτευμα καταργείται και εγκαθιδρύεται στρατιωτική δικτατορία.
Η δικτατορία Μεταξά σε αντιδιαστολή με τα μέχρι τότε στρατιωτικά κινήματα που είχαν βραχύβιο βίο και δεν ξεπερνούσαν τους δεκατέσσερις μήνες στην εξουσία επιβίωσε για τέσσερα χρόνια και ήταν για τα μέχρι τότε πολιτικά μας δρώμενα, η μεγαλύτερη χρονικά δικτατορία.
Το εγχείρημα της κατάλυσης των κοινοβουλευτικών θεσμών προφανώς και δεν ήταν εύκολο. Είχαν όμως συνηγορήσει αρκετές παράμετροι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με την πολιτική αστάθεια και ακυβερνησία και με το παρεπόμενο αίσθημα κόπωσης του ελληνικού λαού, που καθιστούσαν το κίνημα του Ιωάννου Μεταξά, κάπως ελκυστικό. Και αν όχι καθαρά ελκυστικό, ο κόσμος το αντιμετώπιζε με ανοχή, μέσα στο ρευστό και αβέβαιο πολιτικό περιβάλλον της εποχής.
Ο Ιωάννης Μεταξάς επιδιώκοντας να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά το κλίμα ρευστότητας, και τις μέχρι τότε αδυναμίες του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, απευθύνονταν στον ελληνικό λαό, τονίζοντας ότι οι κομματικές κυβερνήσεις είχαν επισωρεύσει μόνον δεινά για τον τόπο. Προσπάθησε ακόμα στο ίδιο μήκος κύματος να εμπεδώσει μια νέα «εθνική ιδεολογία», μέσω της οποίας θα πραγματοποιούνταν οι στόχοι του έθνους.
Σε μια έξαρση μάλιστα του μεγαλοϊδεατισμού του, διακήρυττε ότι η Ελλάδα εισήγετο σε μια τρίτη περίοδο πολιτιστικής και πνευματικής ακμής, μετά την κλασική Ελλάδα και το Βυζάντιο !!!
Αναγορεύτηκε έτσι η έννοια του έθνους σαν το κυρίαρχο εργαλείο της ιδεολογικής του προπαγάνδας. Ένα έθνος η προάσπιση των συμφερόντων του οποίου, δεν αποτιμώνται με ποσοτικά κριτήρια, αλλά με ποιοτικά. Για να υποστασιοποιήσει μάλιστα πολιτικά τις επιδιώξεις του καθεστώτος του, διεκήρυττε ότι στην δημοκρατία ένα μέγεθος ποσοτικό και όχι ποιοτικό, η πλειοψηφία του λαού, κρίνει το ποιος θα κυβερνήσει τον τόπο. Το έθνος όμως κατά την πολιτική κοσμοθεωρία του, είχε ανάγκη για να επιτελέσει τους στόχους του, από την άσκηση πολιτικών ποιοτικών και όχι ποσοτικών. Και αυτές οι πολιτικές δεν ήταν δυνατόν να προκύψουν από την λειτουργούσα με ποσοτικά κριτήρια κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Έτσι διετείνετο για να εμπεδώσει στις μάζες την ιδεολογία του, ότι είχε την εντολή να κυβερνήσει όχι αυτή που προέκυπτε έμμεσα, μέσω της ποσοτικής ψήφου στην δημοκρατική διακυβέρνηση, αλλά την άμεση εντολή, που προέκυπτε από την «ψυχική επιθυμία» του ελληνικού λαού. Κατά τον δικτάτορα ο λαός ήθελε να αποδεσμευτεί από τα κομματικά δεινά του δημοκρατικού πολιτεύματος και για αυτό διαμόρφωσε τις συνθήκες για να αναλάβει αυτός με το στρατιωτικό του καθεστώς, τα ηνία της χώρας.
Ο Ιωάννης Μεταξάς πίστευε ακραδάντως ότι το δημοκρατικό πολίτευμα και ο φιλελευθερισμός σαν πολιτικά συστήματα διακυβέρνησης είχαν κλείσει τον κύκλο τους και ήταν ανεπίκαιρα και πέρα από τις ανάγκες του έθνους. Στη φωτογραφία ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς, μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του μεσοπολεμικού πολιτικού μας πεδίου, με ασύλληπτες πολιτικές αρετές, αλλά και άμετρη εγωπάθεια, που δεν του επέτρεψε να μετατρέψει τις αρετές του, σε ωφέλιμο πολιτικό έργο.
Η ιστορική του απόφαση – ΟΧΙ – όμως απέναντι στην ιταμή αξίωση των ιταλών φασιστών, να καταλάβουν το πάτριο εθνικό έδαφος, έγειρε την πλάστιγγα της ιστορίας υπέρ του!
Συνεχίζεται…
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων.