Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Σύμφωνα με την νέα τριμηνιαία έκθεση (Ιανουάριος-Μάρτιος 2015) του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, η οποία βγήκε χθες στο φως της δημοσιότητας και που ασκεί κριτική στις κινήσεις της Κυβέρνησης όσον αφορά τον Προϋπολογισμό, τις μεταρρυθμίσεις και το χρέος.
Η έκθεση με τον τίτλο «η οικονομία υποτροπιάζει» κάνει μία σειρά από επισημάνσεις που δείχνουν τον έντονο προβληματισμό που υπάρχει λόγω της στασιμότητας της αγοράς εν μέσω των πολύμηνων διαπραγματεύσεων με τους εταίρους, η οποία όμως δεν έχει κάνει καμιά πρόοδο καθώς ακόμα ψάχνει η Κυβέρνηση τα μέτρα που θα επιβάλλει από την συμφωνία που έγινε στις 20 Φεβρουαρίου και ενώ εκκρεμεί η τελική διαπραγμάτευση για την δημιουργία ενός νέου πλαισίου τον Ιούνιο.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται η έκθεση στα ακόλουθα:
«Παρά τα έντονα κοινωνικά προβλήματα, η οικονομία της χώρας παρουσίαζε σημεία ανάκαμψης το 2014. Όμως, το πρώτο τρίμηνο 2015 άρχισε με πολλές αβεβαιότητες ως προς τη μελλοντική πορεία της οικονομίας. Ο εκλογικός κύκλος και η παρατεταμένη αδυναμία συμφωνίας κυβέρνησης και θεσμών (πρώην τρόικα), η εκκρεμότητα γύρω από τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες όπως είναι οι αμφιταλαντεύσεις σε ζητήματα έννομης τάξης, και οι αντικρουόμενες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών σχετικά με το ενδεχόμενο συμφωνίας ή ρήξης, ενέτειναν την αβεβαιότητα, που με τη σειρά της προκάλεσε επενδυτική υστέρηση στην αγορά και σε συνδυασμό με αντιφατικά χαρακτηριστικά της προηγούμενης κυβέρνησης είχε ως αποτέλεσμα, ήδη από το τελευταίο τρίμηνο του 2014, την επιστροφή της οικονομίας σε υφεσιακή τροχιά. δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι πέρα από τη δικαιολογημένη κριτική, σήμερα η αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης μεταβάλλεται ήδη και ότι είμαστε η μόνη χώρα που δεν κατάφερε να εξέλθει από την “ομπρέλα” των επίσημων μηχανισμών στήριξης, σε αντίθεση με την Πορτογαλία και την Ιρλανδία (και, όπως φαίνεται, με την Κύπρο στο άμεσο μέλλον)»
Η έκθεση καταλήγει σε δύο συμπεράσματα:
1) Η χώρα έχει βρεθεί σε τροχιά απόκλισης από τους ευρωπαϊκούς και δυτικούς εταίρους της.
2) Μολονότι είναι σημαντικό ότι για πρώτη φορά τόσο πολλοί Έλληνες πολιτικοί επικρίνουν ορισμένες πολιτικές και όψεις της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης και μάλιστα με τεχνοκρατική επάρκεια, η κριτική μόνον εν μέρει μπορεί να συνδεθεί με την τρέχουσα διαπραγμάτευση για το πρόγραμμα στήριξης της Ελλάδας.
Η κριτική που κάνει η τριμηνιαία έκθεση στην ουσία επικεντρώνεται σε τρεις βασικούς τομείς:
Δημοσιονομικά
Η δημοσιονομική προσαρμογή που επιχειρείται νέων φόρων, νέων δαπανών και θεσμικών αλλαγών και σε μεγάλο βαθμό ανακοινωμένων αντιφατικών προθέσεων για αλλαγές. Για ορισμένα μέτρα (π.χ. 100 δόσεις) είναι απροσδιόριστες τελικά οι μακροχρόνιες επιπτώσεις. Παρά το βραχυπρόθεσμο όφελος, το μείγμα αυτό εντείνει την αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει τη σημερινή κατάσταση.
Μεταρρυθμίσεις
Η μεταρρυθμιστική πολιτική που εφαρμόζεται από την Κυβέρνηση είναι ανεπαρκής, μερικά από τα μέτρα αυτά είναι ατελή και παραβλέπουν αρκετούς παράγοντες που είναι σημαντικοί για την εξέλιξη της οικονομίας.
Χρέος
Η χώρα σύμφωνα πάντα με την έκθεση δεν έχει άλλη επιλογή από το να εξυπηρετεί κανονικά το χρέος της και σίγουρα για αυτό χρειάζεται βοήθεια. Αν ληφθούν δε υπόψη οι υποχρεώσεις του κράτους για το έτος που διανύουμε η χώρα θα χρειαστεί πέρα της νέας δανειακής σύμβασης, και άλλα 20 – 30 δις ευρώ, μέχρι να διευθετηθεί το θέμα τους χρέους.
Καταλήγοντας, η έκθεση αναφέρει ένα κοινό συμπέρασμα όσων μπορούν να αναλύσουν την συμπεριφορά της αγοράς, ότι αν συνεχίσει η τρέχουσα κατάσταση δεν απειλεί μόνον όσες επιχειρήσεις βρίσκονται σε οριακό σημείο, αλλά και όσες τα χρόνια της κρίσης άντεξαν, επένδυσαν, συγκράτησαν μισθούς, κατέβαλαν φόρους και απέφυγαν απολύσεις, δηλαδή απειλεί την υγιή επιχειρηματικότητα και συμπληρώνεται ότι η χώρα χρειάζεται βαθιές μεταρρυθμίσεις για να επιστρέψει σε διατηρήσιμη ανάπτυξη εναρμονισμένες με τις βέλτιστες πρακτικές των ευρωπαϊκών χωρών. Η πολιτική αυτή θα πρέπει σίγουρα να εφαρμοσθεί εντός του πλαισίου κανόνων και των διαδικασιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.