Γράφει η Ιωάννα Παναγιωτακοπούλου
Συγγραφέας
“Λαθεμένο μου φαινόταν πάντα το όνομα που
μας δίναν:
“Μετανάστες”
Θα πει, εκείνοι που άφησαν την πατρίδα τους.
Εμείς, ωστόσο,
δε φύγαμε γιατί το θέλαμε,
λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη.” (Μπρεχτ)
Υπάρχουν έργα που ο χρόνος δεν καταφέρνει να τα παλιώσει, στη στροφή των καιρών επιστρέφουν ξανά. Προικισμένα με νέα, επιπλέον νοήματα και σηματοδοτούν την αρχή μιας νέας διαδρομής. Ίσως γιατί σε κάθε σχεδόν αιώνα εμπεριέχεται κι ένας λόγος, που οι συνθήκες μας αναγκάζουν να βιώνουμε ακρότητες, αλλά και να εφαρμόζουμε δοκιμασμένες προγενέστερες τακτικές επιβίωσης. Κακοτυχία; Λαθεμένες πολιτικές; Κακές συγκυρίες, ή αδυναμία της ανθρωπότητας να εκλάβει κάποιες φορές τα παθήματά της ως μαθήματα; Όποιες εντέλει κι αν είναι οι αιτίες, η ιστορία δυστυχώς έχει αμέτρητα παραδείγματα για να μας επιδείξει.
Όπως για παράδειγμα αυτό που συμβαίνει στη σύγχρονη κοινωνία μας. Η υψηλή ανεργία (βασικό χαρακτηριστικό και συνέπεια της κρίσης) και η απαισιοδοξία για την κατάσταση της οικονομίας, έχει οδηγήσει σε μαζική φυγή των νέων προς το εξωτερικό. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί στα τέλη του 19ου- αρχές του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα στις δεκαετίες των ’50-’60. Βέβαια η σύγχρονη εργατική μετανάστευση αποτελεί μια νέα μορφή και έχει ποιοτικές διαφορές με την προγενέστερη. Το προφίλ του προ50ετίας Έλληνα μετανάστη ήταν το ακόλουθο: Άντρας ως επί το πλείστον, ηλικίας 20-40 ετών, απόφοιτος δημοτικού, αγρότης ή ανειδίκευτος εργάτης, για την επάνδρωση των βιομηχανιών ανερχόμενων χωρών. Το προφίλ του σύγχρονου διαφέρει ριζικά. Είναι βέβαια ως επί το πλείστον άντρας, αλλά απόγονος μεσοαστικής ή μεγαλοαστικής οικογένειας, ηλικίας 30 ετών και άνω, απόφοιτος Ελληνικών ή ξένων πανεπιστημίων και κάτοχος μεταπτυχιακών ή διδακτορικών.
Οι εποχές που ένα πτυχίο τοποθετούσε τον κάτοχό του σε προνομιακή θέση έχουν δυστυχώς παρέλθει οριστικά. Η προσφυγή σε χώρες του εξωτερικού, στις περισσότερες των περιπτώσεων αποτελεί πλέον μονόδρομο, διότι η ζήτηση των πτυχιούχων στο εσωτερικό είναι ελάχιστη, οι μισθοί μειωμένοι και η χώρα βρίσκεται υπό το καθεστώς ενός υποτυπώδους μοντέλου ανάπτυξης. Υπό αυτές τις συνθήκες η επιλογή χωρών του εξωτερικού, προσδίδει καλύτερη και αντικειμενικότερη επαγγελματική εξέλιξη, αξιοκρατική ανέλιξη στην ιεραρχία, ικανοποιητική αμοιβή και μια εργασία ανάλογη με το επίπεδο και το αντικείμενο των σπουδών του καθενός.
Αποδημούν από την Ελλάδα οι νέοι και οι πιο εξειδικευμένοι, σε κλάδους ζωτικούς για να στηριχτεί η οικονομική ανάπτυξη. Καταρρέουμε ως χώρα, όχι μόνο λόγω των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, αλλά κι επειδή οι κυρίαρχες πολιτικές επιλογές απαξιώνουν και τελικά “εξορίζουν” τα πιο ικανά τέκνα μας. Μια χώρα που “τρώει” τους γόνους της, τη “μαγιά” του αύριο, υποθηκεύει το μέλλον της και είναι καταδικασμένη σε μαρασμό. Αν φύγουν οι νέοι τι θα απομείνει σε αυτή την “καμένη” γη; Μπορεί άραγε κάποιος να δώσει μια αισιόδοξη, ασφαλή και έγκυρη απάντηση; Επιβάλλονται λοιπόν μέτρα, που θα στοχεύουν στην άμεση ανακούφιση από τις επιπτώσεις της κρίσης. Ενέργειες που θα αποσκοπούν σε μια μακροπρόθεσμη πολιτική αναμόρφωσης της οικονομίας και ανάπτυξη, που θα βελτιώσουν σταδιακά την εγχώρια αγορά εργασίας. Πολιτική βούληση ικανή να αναγεννήσει από τις στάχτες της τη δημοκρατία σε αυτή τη χώρα. Ώστε εντός της να μην τίθενται διλήμματα, ούτε να υφίστανται αδιέξοδα, αλλά η διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων του πολίτη. Άλλωστε, “Για να κάνεις μεγάλα πράγματα, δεν είναι ανάγκη να είσαι μεγαλοφυΐα. Δεν είναι ανάγκη να είσαι πάνω από τους άλλους ανθρώπους. Πρέπει να είσαι μαζί τους.” (Mondesquieu )
(auth.ioanna@gmail.com)