Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας
Οικονομολόγος–Ψυχολόγος
Είναι αλήθεια ότι δεν αργήσαμε πολύ να βρούμε νέο πεδίο διαχωρισμού. Μια κοινωνία που διψά για δίπολα, αντιθέσεις, και συγκρούσεις ανακάλυψε ακόμη και σε ένα πολύ ξεκάθαρο ζήτημα, στο οποίο ίσως να υπάρχουν κάποια τεχνικά και διοικητικά θέματα που πρέπει να ρυθμιστούν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, όπως αυτό της ψήφου των αποδήμων Ελλήνων, πρόσφορο έδαφος για αντιπαράθεση γύρω από υπαρκτά και ανύπαρκτα φιλοσοφήματα.
Πως ορίζουμε κάποιον ως άξιο ψήφου; Πόσο στενή σχέση πρέπει να έχει με την Ελλάδα; Οφείλει να έχει υπηρετήσει την μητέρα πατρίδα; Νοείται εκλογικό δικαίωμα χωρίς οικονομική δραστηριότητα και φορολόγηση στην Ελλάδα; Αυτά κι άλλα τέτοια… υπαρξιακά διλήμματα τέθηκαν τις τελευταίες ημέρες μετά την επαναφορά από την ΝΔ της πρότασης για κατοχύρωση ψήφου σε όσους από τον απόδημο ελληνισμό το επιθυμούν.
Ζητήματα δευτερεύοντα, συχνά ιδεοληπτικά, κυρίως αποπροσανατολιστικά από τον κύριο στόχο μιας τέτοιας πρωτοβουλίας που δεν είναι άλλος από την ενίσχυση των σχέσεων με τους απόδημους ανά την υφήλιο Άχρηστα επικοινωνιακά φληναφήματα μπρος στον ευγενή σκοπό της διατήρησης της ενότητας του Ελληνισμού για την επίτευξη της οποίας η πολιτική εμπλοκή, μαζί με την πολιτισμική συνέχεια και την επενδυτική προδιάθεση, αποτελούν αναγκαίους και ικανούς παράγοντες.
Ουδείς από τους διαφωνούντες ή έστω σκεπτικιστές αναρωτήθηκε αν οι αιτιάσεις τους έχουν πραγματική βάση ή πόσο σημαντικότερα είναι τα οφέλη της εντονότερης ενεργοποίησης των αποδήμων σε σχέση με τις μικροπρεπείς αναστολές. Δεν διερωτήθηκαν καν αν το γεγονός ότι το ελληνικό εκλογικό σώμα σχεδόν αγγίζει τον αριθμό των κατοίκων της χώρας συνιστά τρανή απόδειξη της ύπαρξης τουλάχιστον εκατοντάδων χιλιάδων συμπολιτών μας στην αλλοδαπή. Ανθρώπους που μετακόμισαν κυρίως για επαγγελματικούς λόγους αλλά δεν διαγράφηκαν ποτέ από τους εκλογικούς καταλόγους.
Η όποια ρύθμιση λοιπόν θα αφορά πρωτίστως την διευκόλυνση στην άσκηση των δεδομένων πολιτικών δικαιωμάτων όλων αυτών. Και φυσικά είναι προτιμότερος ο διαμερισμός τους στις εκλογικές περιφέρειες καταγωγής τους ενδυναμώνοντας την επαφή με την γενέτειρα, παρά η ομαδοποίηση τους σε ένα άτυπο, ειδικό σώμα που απομονωμένο θα εκλέγει τους δικούς του αντιπροσώπους, πιστοποιώντας κι όχι αίροντας τον ανύπαρκτο διαχωρισμό μεταξύ γηγενών κι αποδήμων.
Αν αυτό θα πρέπει να γίνει με επιστολική ψήφο ή με εκεί εκλογικά κέντρα είναι τεχνικό ζήτημα προς διερεύνηση αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα στην προώθηση αυτής της πρωτοβουλίας. Η ομογένεια παραμένει ένα ζωντανό κύτταρο του Ελληνισμού ικανό να συνεισφέρει πολυεπίπεδα σε διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο και η ανάδειξη συνδετικών κρίκων όπως και η εκλογική ανάμειξη είναι σίγουρο ότι θα κινητοποιήσει περαιτέρω τα ισχυρά εθνικά αντανακλαστικά που διαθέτει.