Γράφει ο Γιάννης Νικήτας
Follow @Ioannis_Nikitas
Το Έργο Χρυσού Περάματος θα αποτελέσει μια από τις σημαντικότερες μέχρι σήμερα επενδύσεις στην περιοχή της Θράκης με θετική συνεισφορά στην οικονομία και την ποιότητα ζωής των κατοίκων της περιοχής, ενώ παράλληλα θα εξασφαλίζει τα αυστηρότερα περιβαλλοντικά πρότυπα λειτουργίας και κοινωνικής υπευθυνότητας. Η εταιρεία «Χρυσωρυχεία Θράκης ΑΜΒΕ» είναι φορέας της επένδυσης του Έργου Χρυσού Περάματος στη Θράκη με κεφάλαιο επένδυσης 150 εκατ. Ευρώ, σε βάθος δεκαετίας θα επενδυθούν στην περιοχή ακόμη 190 εκατ. €. Οι άμεσες θέσεις εργασίας ανέρχονται σε 200, και η έμμεση απασχόληση θα ανέλθει σ’ επιπλέον 800 θέσεις εργασίας.
Τα έσοδα από το Έργο Χρυσού Περάματος υπολογίζονται σε 660 εκατ. €. Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι οι φόροι (40%) από την λειτουργία του Έργου υπολογίζονται σε 260 εκ. € και αποτελούν ευλόγως σημαντική συμβολή του Έργου στην εθνική οικονομία (οι υπολογισμοί έγιναν με τιμή χρυσού 1400 δολάρια ανά ουγκιά). Είναι πολύ σημαντικό επίσης να σημειωθεί ότι περίπου το 70% της επένδυσης κεφαλαίου και 100% του κόστους λειτουργίας προβλέπεται να παραμείνουν στην Ελλάδα, και ειδικότερα στην περιοχή της Θράκης, με την μορφή μισθών, υπηρεσιών, προμηθειών, έργων μηχανικού, μεταφορές, ενέργεια, κλπ.
Το Έργο Χρυσού Περάματος, σύμφωνα με την μελέτη κοινωνική ανάλυση κόστους-οφέλους που εκπονήθηκε από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (2003 καθ. Κ. Παναγόπουλος, Δ. Καλιαμπάκος), θεωρείται κοινωνικά επωφελές με οικονομικούς όρους. Στην ανάλυση ελήφθη υπόψη και η περιβαλλοντική διάσταση. Τα δύο οικονομικά μεγέθη (Κοινωνικός ΣΕΑ –συντελεστής εσωτερικής απόδοσης-, και Κοινωνική ΚΠΑ –καθαρή παρούσα αξία-), τα οποία μετρήθηκαν σε κοινωνική βάση, εμφανίζονται θετικά σ’ όλα τα σενάρια αποτίμησης.
Το οξειδωμένο κοίτασμα χρυσού Περάματος αποτελεί ένα τυπικό χαμηλής θείωσης κοίτασμα που φιλοξενείται σε ιζηματογενή πετρώματα Ηωκαινικής έως Ολιγοκαινικής ηλικίας. Βρίσκεται στην Βορειοανατολική Ελλάδα, στα όρια των νομών Έβρου και Ροδόπης. Η μεταλλοφορία του χρυσού τροφοδοτήθηκε μέσω ενός τεκτονικά ελεγχόμενου συστήματος διακλάσεων σε ανδεσίτες, προς τα υπερκείμενα υψηλού πορώδους ψαμμιτικά πετρώματα. Ογδόντα τοις εκατό της μεταλλοφορίας φιλοξενείται σε ψαμμίτες ενώ το υπόλοιπο συνδέεται με ανδεσιτικά λατυποπαγή και κροκαλοπαγή.
Το κοίτασμα του Περάματος δεν περιέχει As (αρσενικό), Pb (μόλυβδο) ή άλλα βαρέα μέταλλα. Το έργο βρίσκεται σε μη κατοικημένη περιοχή, χαμηλής γεωργικής και δασικής παραγωγικής αξίας στον νομό Έβρου στη Θράκη. Το έργο απέχει περίπου 5χλμ. από τη θάλασσα, 28χλμ. από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, 15 χλμ από την Μάκρη, 7 χλμ από την Μέστη και 500μ από το χωριό Πέραμα. Η περιοχή επέμβασης του έργου είναι 742 στρέμματα συνολικά. Ο σχεδιασμός του είναι σε πλήρη εναρμόνιση με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνολογίες (Best Available Techniques) και την Διάθεση Μεταλλευτικών Αποβλήτων (Mine Waste Disposal), οι οποίες βασίζονται στην αρχή της «μηδενικής απόρριψης» προς το περιβάλλον (απόθεση στερεού απορρίμματος filter cake, εξουδετέρωση σκόνης, ανακύκλωση νερού), και φυσικά την Ελληνική νομοθεσία.
Η λειτουργία του Έργου περιλαμβάνει το ανοικτό μεταλλείο για την εξόρυξη του μεταλλεύματος και των στείρων πετρωμάτων (στείρο είναι το πέτρωμα με χαμηλή περιεκτικότητα μεταλλεύματος που δεν επεξεργάζεται) και την μεταφορά του μεταλλεύματος στην πλατεία μεταλλεύματος του εργοστασίου. Στην συνέχεια αυτό θραύεται και κονιοποιείται, μέσω κλειστού συστήματος καθώς και κατακράτησης της σκόνης, σε μέγεθος το 80% 100 micron και αναμιγνύεται με νερό. Ακολουθεί η εκχύλιση του μεταλλεύματος μέσω διαλύματος κυανιούχου νατρίου εντός δεξαμενών για την απόληψη του χρυσού. Μετά την κυάνωση ακολουθεί η καταστροφή των κυανιόντων των τελμάτων, μέσω της μεθόδου INCO (SO2/αέρας),πύκνωση του πολφού και αφύγρανσή του σε φιλτρόπρεσσες και απόθεσή του στον Χώρο Απόθεσης Αφυγραμένου Τέλματος (ΧΑΑΤ).
Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου αποτελείται από 3 στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι η κατασκευή του έργου που θα διαρκέσει 18 μήνες. Το δεύτερο στάδιο, η διάρκεια του οποίου εκτιμάται στα 8 χρόνια, περιλαμβάνει τη διαδικασία εκμετάλλευσης του χρυσοφόρου κοιτάσματος με ανοιχτή εκσκαφή, και τη «αποκομιδή» των πολύτιμων μετάλλων (χρυσός και άργυρος) με υδρομεταλλουργική μέθοδο παρουσία ενεργού άνθρακα. Οι προδιαγραφές λειτουργίας του έργου που ορίζει η νομοθεσία αξασφαλίζουν την απόλυτη εξουδετέρωση της σκόνης με διαβροχή στα σημεία εκσκαφής και μεταφοράς του μεταλλεύματος.
Στο επόμενο στάδιο το μετάλλευμα θα επεξεργαστεί σε διάλυμα κυανιούχου νατρίου που έχει την ιδιότητα να διαχωρίζει τον χρυσό και το ασήμι από το υπόλοιπο μετάλλευμα. Σ’αυτό το σημείο το χρυσοφόρο διάλυμα πηγαίνει στο κύκλωμα ανάκτησης με ηλεκτρόλυση για την παραγωγή κράματος χρυσού και αργύρου (Doré).
Το υπόλοιπο υλικό περνάει από μια διαδικασία εξουδετέρωσης του κυανίου, και με την βοήθεια της μεθόδου (ίνκο) INCOΤΜ, η τελική περιεκτικότητα σε κυάνιο γίνεται λιγότερη από 1ppm – Δηλαδή λιγότερη από 1 γραμμάριο ανα τόνο – (10 φορές λιγότερο απ’ότι καθορίζει η ευρωπαϊκή νομοθεσία). Το καθαρό πλέον υλικό περνάει μέσα από φιλτρόπρεσσες, συμπιέζεται, αφυδατώνεται και απομένει ένα αφυγραμμένο στερεό απόρριμμα με 15% υγρασία, το filter cake! Το νερό από την φιλτρόπρεσσα ανακυκλώνεται πίσω στην παραγωγική διαδικασία επιτυγχάνοντας μεγάλη οικονομία στην κατανάλωση νερού αφού το 93% της ποσότητας που απαιτείται προέρχεται από την ανακύκλωση. Το filter cake, θα μεταφέρεται στον στεγανοποιημένο χώρο απόθεσης. Στον προηγούμενο σχεδιασμό του έργου υπήρχε λίμνη τελμάτων η οποία θα καταλάμβανε σχεδόν διπλάσια έκταση από ότι ο σημερινός χώρος απόθεσης.
Επισημαίνεται η δέσμευση της εταιρίας ότι ούτε ένα κυβικό νερού χρήσιμου για άρδευση ή ύδρευση των χωριών και της περιοχής δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί.
Το τρίτο και τελευταίο στάδιο ζωής του έργου θα διαρκέσει 1,5 χρόνο και περιλαμβάνει το ασφαλές κλείσιμο του μεταλλείου καθώς και την περιβαλλοντική αποκατάσταση των περιοχών της δραστηριότητας με αποσυναρμολόγηση του εργοστασίου χρυσού και όλων των βοηθητικών εγκαταστάσεων και παράλληλη φυτοκάλυψη της περιοχής από ενδημικά είδη χλωρίδας. Η τελική μορφή του σχεδίου αποκατάστασης θα συμφωνηθεί με τις τοπικές αρχές, ωστόσο, η δενδροφύτευση μεγάλης περιοχής της επέμβασης είναι δεδομένη. Γι’αυτό το σκοπό, ήδη έχει ξεκινήσει η κατασκευή φυτωρίου στο Πέραμα, σε συνεργασία με το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, απ’όπου θα αναπαραχθεί μεγάλος αριθμός δέντρων Μαύρης Πεύκης της περιοχής καθώς επίσης και άλλων ειδών.