Της Έφης Ασημακοπούλου
Στη Ζυρίχη του 1946, ο Winston Churchill, σε μια από τις πιο γνωστές του ομιλίες, απευθύνεται στη μεταπολεμική τραυματισμένη Ευρώπη, προσφέροντας ένα όραμα στους ευρωπαϊκούς λαούς. Ο Βρετανός ηγέτης, διαπιστώνοντας τον ηγεμονικό ρόλο των Η.Π.Α. -λόγω της συμβολής τους στη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου- έκανε λόγο για «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης»! Η περίφημη ρήση του Churchill, από τότε και μέχρι σήμερα, ερμηνεύεται από πολλούς ως υπόδειξη του μοναδικού τρόπου αντίστασης της ευρωπαϊκής ηπείρου ενάντια σε κάθε λογής ηγεμονισμό, από οπουδήποτε και αν προερχόταν. Η Ευρώπη δεν έπρεπε να αιχμαλωτιστεί ποτέ ξανά και από κανέναν επίδοξο κατακτητή της. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μία ενδεχόμενη ένωση των ευρωπαϊκών κρατών, όπως αυτή προβλήθηκε στην έκκληση του Churchill με τη μορφή μίας μεγάλης «ευρωπαϊκής οικογένειας», αποσκοπούσε και σε κάτι άλλο.
Βαθύτερο και πιο ουσιαστικό: Στη διαφύλαξη των θεμελιωδών αρχών και αξιών της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας και του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Μετά τη συντριβή των δημοκρατικών ιδεολογικών στηριγμάτων της Ευρώπης από τις φρικαλεότητες του ναζισμού, όπως αντιλαμβανόμαστε, το διακύβευμα του αξιολογικού πλαισίου -του πολλαπλώς πληττόμενου ευρωπαϊκού πολιτισμού- ήταν πολύ σημαντικό. Η ειρήνη, η ισότητα, η ασφάλεια και η ελευθερία στα ευρωπαϊκά εδάφη δεν θα έπρεπε να τεθούν, εκ νέου, υπό διαπραγμάτευση. Ο στιβαρός αξιολογικός πυρήνας του ευρωπαϊκού πνεύματος δεν θα έπρεπε να απειληθεί από κανέναν εχθρό του. Εύκολα, μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι τα αιτήματα των θέσεων του Churchill είναι αρκετά επίκαιρα, στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε ως Ευρωπαίοι πολίτες.
Σήμερα, 67 χρόνια μετά, η Ευρώπη, βαδίζοντας –αν και όχι ανεμπόδιστα και χωρίς δομικές αδυναμίες- τον δικό της ενοποιητικό δρόμο, έχει κατορθώσει να θεμελιώσει την ισχυρότερη ένωση κρατών στην παγκόσμια ιστορία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών μελών, σύμφωνα με τους ειδικούς, αποτελεί μία sui generis οικονομική και πολιτική ένωση, με επιδιώξεις οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού χαρακτήρα. Ο προσανατολισμός προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση παραμένει ελκυστικά σταθερός και διαρκής.
Εντούτοις, η οικονομική κρίση, η οποία ταλανίζει στις μέρες μας την Ευρώπη, εγείρει ουσιώδη ερωτήματα που απαιτούν κατεπείγουσες απαντήσεις. Οι ευρωπαϊκοί λαοί βρίσκονται και πάλι αντιμέτωποι με σοβαρά και πολυφασματικά προβλήματα, με αποτέλεσμα ξεχασμένες φοβίες και διλήμματα, που αφορούν την κοινή πορεία των ευρωπαϊκών κρατών, να ανασύρονται στην επιφάνεια. Οι ευρωσκεπτικιστικές φωνές ακούγονται έντονα τον τελευταίο καιρό –έστω και αν διακρίνονται από διαφορετικές τάσεις με ποικίλα αιτήματα. Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊστές εξακολουθούν να διατηρούν την πεποίθηση ότι η Ευρώπη πρέπει να κερδίσει το ιστορικό της στοίχημα.
Όλοι αναγνωρίζουμε, ότι τα οικονομικά αδιέξοδα με τις αναμφίβολα καταστροφικές κοινωνικές συνέπειές τους φέρουν την Ευρώπη σε θέση ανάληψης ευθύνης απέναντι σε όλα εκείνα που υπόσχεται να διαφυλάσσει ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, ως μοναδικός θεματοφύλακας των αξιών και των κεκτημένων που προάγουν τον άνθρωπο και τις κοινωνίες του. Η Ευρώπη καλείται και πάλι να οραματισθεί και να σκιαγραφήσει το μέλλον της. Οι οριακές στιγμές, τις οποίες βιώνει, την αναγκάζουν να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της σε έναν ραγδαία πλέον εξελισσόμενο κόσμο, όπου οι συσχετισμοί δυνάμεων μεταβάλλονται διαρκώς. Αλλά, όπως συχνά διαπιστώνουμε, τα αδιέξοδα και τα διλήμματα εκκινούν συνήθως επώδυνες διαδικασίες επανεξέτασης των όρων και των συνθηκών, στις οποίες τελικά υπόκεινται οι εξελίξεις του επιδιωκόμενου εγχειρήματος. Εν προκειμένω, των μορφών της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και ενοποίησης που θα πρέπει να ακολουθηθούν.
Με αφορμή αυτές τις μνήμες, καθώς και τις κρίσιμες συνειδητοποιήσεις που συνοδεύουν την, πανθομολογουμένως, δύσκολη σύγχρονη ευρωπαϊκή πραγματικότητα, εκτιμούμε ως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την ημερίδα, που διοργανώνει το Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών (ΕΚΕΜ), σε συνεργασία με το Γραφείο Ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, τους Νέους Ευρωπαίους Φεντεραλιστές και την άτυπη ομάδα «Έλληνες Νέοι Διεθνολόγοι». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ανοικτή συνάντηση με τη μορφή debate, που φιλοδοξεί να συμβάλει στην έναρξη ενός γόνιμου, αλλά και κατεπείγοντος διαλόγου, ο οποίος θέτει έναν σαφή προβληματισμό: «Γενική Βούληση ή Πολιτική Επιβολή;».
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο τίτλος της ημερίδας. Στη συζήτηση θα διατυπωθούν, μεταξύ άλλων, ερωτήσεις και τοποθετήσεις για τον βαθμό ενημέρωσης και συμμετοχής του Ευρωπαίου πολίτη σχετικά με τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τις προκλήσεις, οι οποίες εμφανίζονται να απειλούν τις θεμελιώδεις αρχές και αξίες της Ε.Ε., τις επιπτώσεις της επικράτησης τεχνοκρατικών αντιλήψεων στις πολιτικές της ένωσης, το ενδεχόμενο δημιουργίας δημοκρατικού ελλείμματος, τους θεσμικούς και νομικούς νεωτερισμούς της νέας διακυβέρνησης, τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και ασφαλώς το δίλημμα «Διεύρυνση ή Εμβάθυνση».
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο αμφιθέατρο «Γιάννος Κρανιδιώτης» (Ακαδημίας 1, Υπ. Εξωτερικών), τη Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου και ώρα 11:00 π.μ. Η επιλογή των ομιλητών έγινε με τέτοιο τρόπο, ώστε να εκπροσωπηθούν όλες οι τάσεις, προκειμένου να σχηματίσουμε μία σφαιρική εικόνα των σύγχρονων ευρωπαϊκών ζητημάτων και των προτεινόμενων λύσεων. Μεταξύ των ομιλητών είναι ο Γεώργιος Κουμουτσάκος, Ευρωβουλευτής, ο Παναγιώτης Γρηγορίου, Αναπληρωτής Καθηγητής & Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, η Δρ. Φιλίππα Χατζησταύρου, Εξωτερική Συνεργάτης Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και οι δημοσιογράφοι Σταύρος Λυγερός και Γιώργος Καπόπουλος. Τη συζήτηση θα συντονίζει ο Αντώνιος Καϊλής, Υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων του Γραφείου Ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, ενώ ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται η συμμετοχή του ακροατηρίου. Την αναμένουμε με ενδιαφέρον.