Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Σε πρόσφατη δημοσκόπηση στη Γερμανία το ευρωφοβικό κόμμα Εναλλακτική για την Γερμανία καταλαμβάνει για πρώτη φορά το 10% της πρόθεσης ψήφου. Τα αποτελέσματα αυτά αναγάγουν το AfD (Alternative für Deutschland) σε τρίτο κόμμα μετά τον συντηρητικό συνασπισμό της Άγκελα Μέρκελ (CDU/CSU) με 42% και τους σοσιαλδημοκράτες (CDU/CSU) με 22%.
Το ινστιτούτο FORSA που διεξήγαγε την έρευνα σε δείγμα 2.501 γερμανών ψηφοφόρων, μεταξύ 15 και 19 Σεπτεμβρίου δίνει ποσοστό λάθους ±2,5%. Το επιπλέον ενδιαφέρον σημείο στην έρευνα είναι ότι δείχνει πως το κόμμα για την Εναλλακτική στη Γερμανία ανέβηκε 3 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε μια μόνο εβδομάδα.
Το κόμμα που ίδρυσε ένας Γερμανός καθηγητής οικονομίας και που εξέλεξε ευρωβουλευτές στις πρόσφατες εκλογές προτείνει καθαρά την έξοδο της Γερμανίας από το ευρώ δηλαδή στην ουσία την κατάργηση του κοινού νομίσματος. Το κόμμα έναν χρόνο πριν είχε αποτύχει να εκλέξει βουλευτές στην ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή.
Η λογική στην οποία βασίζεται η πάγια θέση του AfD είναι ότι η Ευρώπη του κοινού νομίσματος που ανέδειξε τη Γερμανία σε κυρίαρχη οικονομική δύναμη στην Ευρώπη τώρα φαίνεται να της κοστίζει σοβαρά, δεδομένου ότι ‘πληρώνει’ μεγάλο μέρος της ευρωπαικής και ελληνικής κρίσης. Και αυτός είναι και ο λόγος που τελευταία ανεβαίνει σταθερά στις προτιμήσεις των Γερμανών ψηφοφόρων.
Ουσιαστικά η Μέρκελ αν και κατέχει ακόμα την αδιαμφισβήτητη πλειοψηφία οφείλει να κοιμηθεί όπως έστρωσε, αφού η ίδια εκκόλαψε σε μεγάλο βαθμό αυτό το φαινόμενο. Ήταν εκείνη ‘και η παρέα της’ που ανέδειξαν την ιδεολογία των τεμπέλιδων του Νότου οι οποίοι οφείλουν να συμμορφωθούν με σκληρούς δημοσιονομικούς όρους. Σε αυτή τη λογική πολλοί Γερμανοί θέλουν να σταματήσουν το βερεσέ στους τεμπέληδες και να απεξαρτήσουν τις τράπεζές τους από τις οικονομίες τους.
Πάντως το μόνο που θα συμφωνούσαν ο Σαμαράς και ο Τσίπρας είναι ότι κανέναν δεν ευχαριστεί αυτή η άνοδος. Αφενός ο Σαμαράς επένδυσε στους συσχετισμούς των ευρωπαίων εταίρων που θα μας ανταμείψουν για τις θυσίες μας και την πίστη στο . Ο δε Τσίπρας δεν θα επωφελούνταν καθόλου από ένα τόσο έντονα ευρωσκεπτικιστικό ρεύμα για να θέσει όρους δυναμικής διαπραγμάτευσης.
Φωτογραφία: ΑΠΕ