Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Η Ευρώπη, τουλάχιστον όπως την ονειρεύτηκαν στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες οι μεγάλοι ευρωπαϊστές πολιτικοί, έχει τελειώσει. Στο Παλάτι των Βερσαλλιών το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, με τον Ισπανό και τον Ιταλό ομόλογό τους, εξέδωσαν και τυπικά τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του «κοινού ευρωπαϊκού οράματος». Βεβαίως δεν το είπαν έτσι, αλλά αυτό ακριβώς σημαίνει στην πραγματικότητα «η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» στην οποία συμφώνησαν.
Η κατάληξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θυμίζει τη διάσημη φράση του Τζορτζ Όργουελ από τη «Φάρμα των Ζώων»: «Όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα από τα άλλα». Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει η συνάντηση των τεσσάρων ηγετών των μεγαλύτερων εθνικών κρατών της Ε.Ε. Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει πως πλέον πάμε σε ένα «κλειστό κλαμπ» των «ισχυρών» της Ε.Ε, όπου τα μέλη του θα είναι αυτοί που είναι πολύ μεγάλοι για να καταρρεύσουν με οποιονδήποτε τρόπο κι από κει και πέρα το… χάος. Δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, όπισθεν… κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τον αριθμό των ταχυτήτων του σεναρίου.
Μέχρι και πριν λίγα χρόνια το σενάριο της «Ευρώπης πολλών ταχυτήτων» εξορκιζόταν σαν …extreme. Σήμερα εμφανίζεται ως «βασικό σενάριο» για να δώσει το «φιλί της ζωής» σε μια Ευρώπη που πέθανε σαν ιδέα κάτω από την πίεση δύο διασταυρούμενων κρίσεων: της κρίσης του ευρώ και της προσφυγικής κρίσης. Υπό τη γερμανική ηγεσία, η Ευρώπη είτε δεν μπόρεσε είτε δεν θέλησε (αυτά θα τα κρίνει ο ιστορικός του μέλλοντος) να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Την ισχυρή ενιαία πολιτική βούληση της Ευρώπης την υποκατέστησαν οι τακτικισμοί, η αναβλητικότητα, το ροκάνισμα του χρόνου ανάμεσα στις εκλογικές αναμετρήσεις, τα excel με τα νούμερα του Σόιμπλε και του Ντάισελμπλουμ και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Τώρα που το πράγμα έφτασε στο «ο σώζον εαυτόν σωθείτο», η Ε.Ε αποφασίζει να σπάσει σε «ταχύτητες» με το επιχείρημα πως αυτό θα γίνει για να μην διαλυθεί τελείως. Πρόκειται ασφαλώς για σχέδια επί χάρτου που δεν έχουν την παραμικρή πιθανότητα να αποδειχθούν βιώσιμα στην πραγματική ζωή. Πέφτουν στο τραπέζι μόνο και μόνο για να καθησυχάσουν τους ψηφοφόρους ενόψει των εκλογικών αναμετρήσεων στη Γαλλία και στη Γερμανία και να ροκανίσουν για άλλη μια φορά το χρόνο αποφεύγοντας να αντιμετωπίσουν το πραγματικό διακύβευμα.
Στην πραγματικότητα η ΕΕ έχει δύο επιλογές. Ή θα προχωρήσει άμεσα την πολιτική ενοποίηση σε όλα τα επίπεδα ή θα επιστρέψει στα εθνικά – κράτη. Οι μεσοβέζικες λύσεις που συζητούνται μόνο και μόνο για να ροκανίζεται ο χρόνος δεν οδηγούν μακριά και το ξέρουν όλοι.
Πολιτική ενοποίηση και Σόιμπλε είναι δυο πράγματα ασύμβατα μεταξύ τους. Διότι η πρώτη πολιτική κίνηση ενοποίησης θα έπρεπε να είναι η έκδοση ευρωομόλογου, κάτι που αρνείται σταθερά και κάθετα η ηγεσία του γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών. Κι εκεί τελειώνουν όλα για την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης του ευρώ. Μένει να δούμε το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών κι αν μια νίκη του Σουλτς, μπορεί να στείλει τον Σόιμπλε στο σπίτι του.
Αλλά μέχρι τότε, τι νόημα θα έχουν όσα συμφωνήθηκαν στις Βερσαλλίες, αν στο μεταξύ εκλεγεί η Λεπέν στη Γαλλία; Και μη μου πείτε πως δεν φαίνεται αυτό στις δημοσκοπήσεις και στις συστημικές αναλύσεις. Διότι και η Προεδρία Τραμπ εξίσου αδιανόητη περιγραφόταν και σήμερα είναι πραγματικότητα.
Η Ευρώπη λοιπόν είναι τελειωμένη ιστορία. Κι αναρωτιέμαι: εμείς ως Ελλάδα θα μείνουμε ως το τέλος σε μια τελειωμένη ιστορία για να τελειώσουμε σαν χώρα και σαν έθνος;
Το ερώτημα είναι κρίσιμο. Είναι ερώτημα υπαρξιακό. Εδώ δεν χωρούν ταμπέλες κομματικές και παρωπίδες ιδεολογικές. Στην Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων η Ελλάδα θα είναι καταδικασμένη να βρίσκεται στην τελευταία θέση. Θα είναι μια χώρα – στρατόπεδο προσφύγων και μεταναστών, που θα φυτοζωεί μέσα στη φτώχεια και την ανέχεια, θα έχει ένα πλήρως υποτιμημένο νόμισμα για τις συναλλαγές εντός της χώρας και θα συνεχίσει να πληρώνει τα χρέη της σε ευρώ! Υπάρχει καμιά λογική σε αυτό;
Ας το σκεφτούμε όλοι. Όχι μόνο το πολιτικό σύστημα αλλά και η κοινωνία. Κι ας αποφασίσουμε αν έχει έρθει η ώρα να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας προκειμένου σε αυτή τη χώρα να συνεχίσουν να ζουν άνθρωποι ή αν θα παραμείνουμε μέσα στη «φάρμα των ζώων» αποδεχόμενοι το ρόλο του «πιο βρώμικου γουρουνιού».