Καταφύγιο στα ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα βρίσκουν ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές, αφού το διαθέσιμο εισόδημα δεν φτάνει και οι τιμές των αντίστοιχων επωνύμων, για τα δεδομένα της εποχής εξακολουθούν και διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών, σύμφωνα με στοιχεία λιανεμπορικών επιχειρήσεων, τα ιδιωτικής ετικέτας εμφανίζουν ετησίως ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 10% περίπου. Επίσης, εκτιμάται ότι συμπεριλαμβανομένης και της αλυσίδας Lidl, περίπου το 15% των συνολικών πωλήσεων που πραγματοποιούν τα σούπερ μάρκετ προέρχεται από τα ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα.
Αρχικά τα ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα, είχαν ισχυρή παρουσία στα λεγόμενα μη τρόφιμα (καθαριστικά, χαρτικά, απορρυπαντικά κ.α.), σήμερα δίνουν το παρόν σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων.
Οι διαφορές τιμών είναι αν μη τι άλλο αξιοπρόσεκτες. Ας δούμε μερικές βασικές κατηγορίες. Το ιδιωτικής ετικέτας γάλα είναι έως και 36% φθηνότερο έναντι των επωνύμων, το γιαούρτι 29%, ο καφές 34%, τα ζυμαρικά 42%, το ρύζι 38% ενώ στο αλεύρι η διαφορά φτάνει στο 48%.
Καταφύγιο στα ιδιωτικής ετικέτας δεν βρίσκουν όμως μόνον οι καταναλωτές, αλλά τα ίδια τα σούπερ μάρκετ και δεκάδες μικρομεσαίες παραγωγικές επιχειρήσεις. Τα σούπερ μάρκετ ενισχύουν μέσω των προϊόντων αυτών την κερδοφορία τους, ενώ αρκετές επιχειρήσεις «διεσώθησαν», παράγοντας αποκλειστικά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Η δυναμική τους βεβαίως και δεν έχει περάσει απαρατήρητη, από τις μεγάλες προμηθευτικές επιχειρήσεις. Μάλιστα οι άνθρωποι της αγοράς λένε πως εξαιτίας των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης των προϊόντων αυτών, οι εταιρίες επωνύμων προϊόντων αναγκάστηκαν να συγκρατήσουν τις τιμές τους ή να τις μειώσουν με διάφορους τρόπους όπως προσφορές κι εκπτώσεις, προκειμένου να ανακόψουν τις απώλειες στα μερίδια αγοράς τους.