Γράφει η Μαρία – Μαγδαληνή Τσίπρα*
Ένα από τα θέματα των ημερών είναι η διαθεσιμότητα μερικών χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, καθώς το πολυνομοσχέδιο, που ψηφίστηκε την Τετάρτη καταργεί σωρηδόν ολόκληρους κλάδους υπαλλήλων του δημοσίου, όπως τεχνικές ειδικότητες καθηγητών, σχολικούς φύλακες και δημοτικούς αστυνομικούς.
Και βέβαια, δεν είναι τυχαίο, ότι μαζί με την ανακοίνωση της κατάργησης των θέσεων, ξεκίνησε και η κυβερνητική φιλολογία σχετικά με το μέλλον, που επιφυλάσσεται στους υπαλλήλους, που είχαν την ατυχία να υπηρετούν «την λάθος στιγμή, στην λάθος ειδικότητα». Και επειδή πολλά λέγονται και πολλά ακούγονται, ότι δηλαδή η Κυβέρνηση απομακρύνει σταδιακά τους υπαλλήλους, που «μπήκαν από το παράθυρο» εκτός ΑΣΕΠ, μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει, ότι ανάμεσα στους εργασιακά διαθέσιμους είναι και καθηγητές, που έχουν προσληφθεί μέσω ΑΣΕΠ και βεβαίως με καθ’ όλα –κατά την δική τους αντίληψη-αξιοκρατικές διαδικασίες.
Οι κυβερνητικοί παράγοντες επιμένουν, λοιπόν, ότι οι υπάλληλοι, των οποίων οι θέσεις καταργούνται μπαίνουν στην «κινητικότητα», όπως του ονομάζουν, που τους εξασφαλίζει, ότι σε διάστημα 8 μηνών θα μπορέσουν να μεταφερθούν σε άλλες θέσεις του Δημοσίου και με τον τρόπο αυτό καμία απόλυση δεν πρόκειται να γίνει, σε μια προσπάθεια να ελαχιστοποιηθούν οι αντιδράσεις των υπαλλήλων και να καθησυχασθεί η κοινή γνώμη. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, διαθεσιμότητα δεν συνεπάγεται αυτομάτως και κινητικότητα. Και αυτό γιατί εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε καθίσταται πραγματικά άνευ νοήματος η δέσμευση, που έχει αναλάβει η ελληνική Κυβέρνηση απέναντι στην τροϊκα για απολύσεις 25.000 δημοσίων υπαλλήλων μέχρι το τέλος του 2013 ενώ από την άλλη πλευρά το οικονομικό όφελος από την θέση σε διαθεσιμότητα όλων αυτών των υπαλλήλων είναι μηδαμινό, αφού κατά την διάρκεια των 8 μηνών λαμβάνουν το 75% των αποδοχών τους. Τα πράγματα, λοιπόν, είναι κάπως διαφορετικά.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4093/2012, όταν ένας υπάλληλος εντάσσεται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, τέσσερα πράγματα, μπορούν να του συμβούν: (α) να μεταταγεί οικειοθελώς μέσω διαδικασίας προκηρύξεως θέσεως, που ξεκινάει από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και ολοκληρώνεται με την κατάληψη μιας νέας θέσης ίδιας ή και κατώτερης κατηγορίας εκπαίδευσης με αυτήν, που κατείχε πριν την διαθεσιμότητα (β) να μεταταγεί υποχρεωτικά (γ) να τοποθετηθεί προσωρινά για την κάλυψη πρόσκαιρων αναγκών του Δημοσίου και (δ) να εκπαιδευτεί, επιμορφωθεί ή μετεκπαιδευτεί. Βεβαίως οι δυνατότητες αυτές, υφίστανται μόνο για το διάστημα, που τελεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας, ήτοι για διάστημα 8 μηνών, μετά και την τελευταία ρύθμιση, που πέρασε μέσω του Πολυνομοσχεδίου. Μετά την πάροδο των 8 μηνών και εφόσον δεν προχωρήσει καμία από τις ανωτέρω διαδικασίες οι υπάλληλοι, απολύονται. Με βάση τις προβλέψεις του νόμου, μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει, ότι όταν μιλάμε για κινητικότητα, αυτή αφορά ουσιαστικά τις δύο εκείνες περιπτώσεις, που η Κυβέρνηση θα επιλέξει να μετατάξει τους εργασιακά διαθέσιμους, εντάσσοντας τους σε μια νέα θέση εργασίας. Τι έχει συμβεί, ωστόσο, τελείως πρακτικά: οι θέσεις των εργασιακά διαθέσιμων έχουν καταργηθεί, οι υπάλληλοι αυτοί βρίσκονται μετέωροι και περιμένουν εάν και εφόσον η Κυβέρνηση αποφασίσει, ότι εντάσσεται στους σχεδιασμούς της, η εργασιακή τους αποκατάσταση. Και αυτό βεβαίως, εντός 8 μηνών, διότι μετά την παρέλευση του διαστήματος αυτού, η μοναδική οδός είναι αυτή της απολύσεως.
Όλη, λοιπόν, η φιλολογία περί κινητικότητας, δεν είναι τίποτε άλλο από μια στοχευμένη προσπάθεια καθησυχασμού, που επιχειρείται εις βάρος των εργασιακά διαθέσιμων υπαλλήλων, προκειμένου να χρυσωθεί το χάπι μιας απόλυσης με προειδοποίηση, χωρίς την καταβολή αποζημίωσης.
* Η Μαρία – Μαγδαληνή Τσίπρα είναι Δικηγόρος – Εργατολόγος.