Η ολλανδική κυβέρνηση ζήτησε δημόσια συγγνώμη τη Δευτέρα επειδή αψήφησε τους κινδύνους που εγείρουν οι σεισμοί που προκαλούνται από την εξόρυξη φυσικού αερίου στη επαρχία Γκρόνιγκεν, στο βόρειο τμήμα της χώρας.
Η κυβερνητική συγγνώμη ακολουθεί την έκθεση του ανεξάρτητου Συμβουλίου για την Ασφάλεια, που δημοσιοποιήθηκε τον Φεβρουάριο και η οποία αναφέρει ότι η Ολλανδική κυβέρνηση μαζί με τις εταιρείας Royal Shell και Exxon, έθεσαν το κέρδος πάνω από την ασφάλεια των πολιτών στη διαδικασία για την εκμετάλλευση του κοιτάσματος φυσικού αερίου στο Γκρόνιγκεν, που είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη.
«Λυπάμαι πολύ που τα συμφέροντα ασφαλείας των πολιτών του Γκρόνιγκεν δεν έτυχαν της προσοχής που τους αξίζει», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Υποθέσεων Χενκ Καμπ. «Η ασφάλεια θα έρχεται πλέον πρώτη», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Τον Φεβρουάριο, ο Καμπ έδωσε εντολή να μειωθεί η παραγωγή στο κοίτασμα του Γκρόνιγκεν κατά 16% για το πρώτο εξάμηνο του 2015, γεγονός που συνέβαλε να αυξηθούν ραγδαία οι τιμές του αερίου στη Βορειοδυτική Ευρώπη. Αναμένεται να λάβει νέα απόφαση για την παραγωγή στο κοίτασμα αυτό την 1η Ιουλίου.
Οι σεισμικές δονήσεις εξακριβώθηκε ότι συνδέονται πράγματι με την εξόρυξη αερίου στο Γκρόνιγκεν το 1993, αλλά έγιναν πιο συχνές και έντονες μετά το 2008, όταν αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγή στο κοίτασμα.
Τα αυξημένα έσοδα από το αέριο κρίνονταν ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε εφάρμοσε πολιτικές λιτότητας.
Μετά από έναν σεισμό μεγέθους 3,6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε το 2012 κι ήταν μεγαλύτερος από κάθε πρόβλεψη της Shell και της Exxon, οι ρυθμιστικές αρχές προειδοποίησαν την κυβέρνηση ότι η ασφάλεια των πολιτών κινδυνεύει και πρότεινε να μειωθεί η παραγωγή το ταχύτερο δυνατόν.
Αλλά η κυβέρνηση έδωσε εντολή να μειωθεί η παραγωγή το 2014, και κατά ένα μάλλον μικρό ποσοστό. Από το κοίτασμα του Γκρόνιγκεν εξορύσσονται τα δύο τρίτα της ολλανδικής παραγωγής φυσικού αερίου.
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η Ολλανδία καλύπτει περίπου το 15% των συνολικών αναγκών της Ευρώπης σε φυσικό αέριο παρέχοντας μια σημαντική εναλλακτική λύση έναντι του ρωσικού φυσικού αερίου.