Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Η Μαρίν Λεπέν δεν κατάφερε να κατακτήσει στο δεύτερο γύρο των γαλλικών Περιφερειακών εκλογών κάποια εκλογική περιφέρεια. Απέτυχε λοιπόν το σχέδιο για κατάκτηση ενός πολιτικού «προγεφυρώματος» που θα αποτελούσε το πολιτικό εφαλτήριο για μια νικηφόρα εκστρατεία στις προεδρικές εκλογές του 2017. Για μία ακόμη φορά λειτούργησε στη Γαλλία η «κατάρα του δεύτερου» γύρου για το Εθνικό Μέτωπο: η «δημοκρατική συμμαχία» Σοσιαλιστών και Δεξιάς το κράτησε μακριά από τους θώκους των Περιφερειών, μη επιτρέποντάς του να κερδίσει ούτε μία από τις 6 συνολικά που διεκδικούσε, παρά το σημαντικό προβάδισμα των υποψηφίων του από τον πρώτο γύρο.
Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η Λεπέν και το Εθνικό της Μέτωπο ηττήθηκαν στρατηγικά, ότι ο στόχος για νίκη στις προεδρικές εκλογές του 2017 έχει χαθεί; Θα ήταν πολύ παρακινδυνευμένο να το πούμε. Όχι μόνο γιατί τα στατιστικά δεδομένα δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο, αλλά και για ουσιαστικούς πολιτικούς λόγους.
Στο δημόσιο σχολιασμό ύστερα από την εντυπωσιακή «πρωτιά» του Εθνικού Μετώπου στον πρώτο γύρο των Περιφερειακών εκλογών, προβλήθηκε κατά κόρον η ερμηνεία ότι το κόμμα της Μαρίν Λεπέν ευνοήθηκε συγκυριακά από το πρωτοφανές κύμα των προσφύγων και ιδιαίτερα το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι. Το επιχείρημα έχει ασφαλώς βάση, αλλά είναι πολύ «φτωχό» για να εξηγήσει την εμπεδωμένη και διαρκώς ανερχόμενη δυναμική του Εθνικού Μετώπου και την εδραίωσή του σε ηγεμονική πολιτική δύναμη, με συνεχόμενες εκλογικές «πρωτιές». Κάτι άλλο, πολύ ουσιαστικό, συμβαίνει, αλλά τι;
Αναζητώντας την ερμηνεία, θα έπρεπε πρώτα απ’ όλα να ρίξουμε μια ματιά… στον Ολάντ και τους Σοσιαλιστές του. Ένας πρόεδρος και ένα κόμμα της διαχειριστικής μιζέριας, χωρίς πνοή, χωρίς ταυτότητα, χωρίς πρόγραμμα – ξεπεσμένοι «λογιστές» διαχειριστές της εξουσίας. Ένα κόμμα που έπαψε πλέον να κάνει πολιτική στην κυριολεξία, όταν πολιτική με την πλήρη σημασία του όρου είναι να παλεύεις για την υλοποίηση ενός διακριτού – διαφορετικού προγράμματος. Στα μάτια των Γάλλων, οι Σοσιαλιστές είναι πλέον σκιά του ιστορικού τους εαυτού, «γκρίζοι» υπάλληλοι της ευρωπαϊκής υπερ-γραφειοκρατίας, μίζεροι διαχειριστές του δικού της προγράμματος, του κατά 80% κοινού προγράμματος Σοσιαλιστών – Δεξιάς. Ποια ιστορικότητα να υπερασπιστεί, ποιον πολιτικό «χαρακτήρα» να αναδείξει, με ποιο «μέταλλο» να εμπνεύσει τους οπαδούς και υποστηρικτές του;
Ύστερα, πρέπει να ρίξουμε μια ματιά σε ένα άλλο στοιχείο: το 49% των ψήφων του Εθνικού Μετώπου στον πρώτο γύρο των Περιφερειακών εκλογών προέρχονταν από εργατικά στρώματα. Κάτι ουσιαστικό πρέπει να συμβαίνει ώστε η εργατική τάξη της Γαλλίας να ψηφίζει τόσο μαζικά το Εθνικό Μέτωπο. Στην ερμηνεία αυτού του στοιχείου κρύβεται όλη η δύναμη του Εθνικού Μετώπου: ότι εκφράζει πλέον πλειοψηφικά τη δυσαρέσκεια των εργατικών και πληβειακών λαϊκών στρωμάτων απέναντι στις πολιτικές της λιτότητας. Το ότι αποδίδει την κακοδαιμονία τους στην υπαγωγή των Σοσιαλιστών και της Δεξιάς στις επιταγές της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, δηλαδή σε ενός είδους απώλεια εθνικής ανεξαρτησίας, είναι ο τρόπος της Λεπέν να κάνει πολιτική.
Εδώ πρέπει να εντοπίσουμε το ισχυρό στοιχείο της Λεπέν: είναι η μόνη από τους μεγάλους πολιτικούς χώρους της Γαλλίας που κάνει στην κυριολεξία πολιτική! Που έχει διαφορετικό πρόγραμμα, που δείχνει το στόχο αλλά και τον αντίπαλο, που υπόσχεται μια πραγματική πολιτική ανατροπή: αποδέσμευση από τους καταναγκασμούς της ευρωγραφειοκρατίας, ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας, επιστροφή στο φράγκο! Η ανασφάλεια που δημιουργεί το προσφυγικό ρεύμα και κυρίως η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι έρχονται επικουρικά να παίξουν το ρόλο τους πάνω σε αυτό τον βασικό πολιτικό καμβά, να ενισχύσουν την αξιοπιστία του – δεν είναι ο πραγματικός πυρήνας της δύναμής του. Η Μαρίν Λεπέν δεν προτείνει απλώς μια εσωτερική αλλαγή, αλλά μια μεγάλη ανατροπή στην Ευρώπη και μια μεγάλη αλλαγή για τον ευρωπαϊκό ρόλο της Γαλλίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο υπαινιγμός κατά της ευρωλιτότητας είναι έμμεσος αλλά σαφής: όσο χρειάζεται για να κινητοποιήσει τα αισθήματα των θυμάτων της λιτότητας χωρίς να γίνεται και συγκεκριμένη δέσμευση. Στην πολιτική αφήγηση του Εθνικού Μετώπου, όλα εξαρτώνται από την ιδρυτική πράξη της ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας…
Δεν πρέπει επίσης να θεωρηθεί τυχαίο ότι νικητής του δεύτερου γύρου των Περιφερειακών εκλογών ήταν το κόμμα του Σαρκοζί και όχι οι Σοσιαλιστές του Ολάντ. Με έναν έμμεσο τρόπο, αυτό σηματοδοτεί ότι οι Γάλλοι ψηφοφόροι ψήφισαν κατά της Λεπέν αλλά κάποιον που είναι πιο κοντά στις θέσεις της! Διότι η πολιτική ατζέντα του κόμματος του Σαρκοζί έχει σαφώς μετατοπιστεί και σε μεγάλο βαθμό ηγεμονεύεται από την πολιτική ατζέντα του Εθνικού Μετώπου. Το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου θα μπορούσε λοιπόν να διαβαστεί και ως εξής: όχι στη Λεπέν, ναι στην πολιτική της ατζέντα!
Συνοψίζοντας, η δύναμη της Λεπέν έγκειται στο γεγονός ότι είναι η μόνη που κάνει πολιτική, που έχει πραγματικά ένα διαφορετικό πρόγραμμα, γι’ αυτό και η πολιτική της ατζέντα είναι κυρίαρχη. Οι γαλλικοί πολιτικοί συσχετισμοί δείχνουν ότι παρά την ηγεμονική της πολιτική θέση, δεν έχει ακόμη τη δυναμική και τις «εφεδρείες» για να κατακτήσει την εξουσία. Όμως η τάση της είναι ανοδική και κανείς δεν γνωρίσει τι θα συμβεί ως τις προεδρικές εκλογές του 2017. Νέες δόσεις ευρωπαϊκής κρίσης, ευρωσκεπιτικισμού και γεωπολιτικής αστάθειας μπορεί να εξασφαλίσουν στη Λεπέν αυτό που αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει. Και σ’ αυτή την περίπτωση, θα μιλάμε για μια τεκτονική πολιτική ανατροπή στην ευρωπαϊκή ήπειρο…
Όσο για το «δημοκρατικό μέτωπο» της Δεξιάς και των Σοσιαλιστών, θα πρέπει να αρχίσουν να σκέφτονται πως ο φόβος της ακροδεξιάς δεν θα είναι για πάντα ικανός για να σώζει το δικομματικό «δημοκρατικό» τους σύστημα. Πρέπει να αποφασίσουν να (ξανα)κάνουν πολιτική στην κυριολεξία και να ξεκολλήσουν από τη θέση του γκρίζου διαχειριστή της ευρωλιτότητας – ιδιαίτερα οι Σοσιαλιστές, που κουβαλάνε και μια βαριά ιστορική παράδοση. Αλλιώς η τωρινή τους νίκη μπορεί να αποδειχτεί η τελευταία…
Αν ύστερα από την επιβολή στρατιωτικού νόμου στο Παρίσι από Σοσιαλιστές, δούμε και τη Λεπέν στα Ηλύσια Πεδία, τότε μαύρες μέρες θα ξημερώσουν για όλη την Ευρώπη.