Γράφει ο Δημήτρης Κατσαρός
Η κυβέρνηση πέρα από την εσωτερική κριτική που ανδρώνεται σταδιακά, εντοπίζει τη βελτίωση της σύμβασής μας με τους ευρωπαίους εταίρους, σε σχέση με τις προηγούμενες κυρίως σε δύο σημεία. Το πρώτο και βασικότερο είναι ότι οι περισσότερες διατυπώσεις μέσα στη λίστα των μεταρρυθμίσεων είναι γενικόλογες, συνεπώς αφήνουν περιθώριο στην κυβέρνηση να κινηθεί με μεγαλύτερη άνεση στο νομοθετικό έργο που έπεται. Συγκεκριμένα ο Γιώργος Σακελλαρίδης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι με αυτή τη συμφωνία υπάρχουν τα περιθώρια να γίνουν παρεμβάσεις από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης.
Το δεύτερο σημείο στο οποίο εντοπίζεται η τουλάχιστον μερική επιτυχία της συμφωνίας είναι ότι μέσα στη λίστα των μεταρρυθμίσεων περιλαμβάνονται πολλά από όσα περιέχονταν στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Είναι γεγονός ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κατάφερε να βάλει έστω πίσω από την πόρτα, ζητήματα αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης που τα προηγούμενα μνημόνια δημιούργησαν.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που κάνει τη συμφωνία ένα θετικό βήμα στην πορεία για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ελλάδα είναι πλέον οι μεταρρυθμίσεις και τα όποια «μέτρα» δεν υπαγορεύονται από τα ευρωπαϊκά κέντρα εξουσίας αλλά τα γράφει η ελληνική κυβέρνηση μόνη της. Όμως δεν πρόκειται για επιτυχία. Ή τουλάχιστον όπως θα προτιμούσαν να το διατυπώσουν στην κυβέρνηση, «δεν κερδίσαμε τον πόλεμο». Πολλοί όμως αποφεύγουν να ξεκαθαρίσουν γιατί συμβαίνει αυτό. Μπορούμε να εντοπίσουμε το λόγο στο γεγονός ότι η συμφωνία δείχνει ότι δεν έχουμε βγει από την λογική των πρωτογενών πλεονασμάτων και της δημοσιονομικής αναπροσαρμογής.
Αυτό εξηγεί με απλό τρόπο και το λόγο που οι εταίροι μας, ακόμη και εκείνοι που κράτησαν τη σκληρότερη στάση ως τώρα, όπως η Γερμανία, βολεύονται από την ασάφεια η οποία διέπει τη λίστα με τις μεταρρυθμίσεις. Ουσιαστικά κατάφεραν να καταλήξουν σε συμφωνία μετακινούμενοι ελάχιστα από τις θέσεις τους. Αυτό λογικά σημαίνει ένα πράγμα: Ότι διατηρούν τη δυνατότητα να νομιμοποιήσουν πολιτικά, μια πλήρη επαναφορά σε σκληρές θέσεις για την Ελλάδα όταν θεωρήσουν ότι θα είναι η κατάλληλη στιγμή για αυτούς. Εδώ συνδέεται απόλυτα και η μετατροπή στην αρχική ελληνική πρόταση για εξάμηνη παράταση, η οποία τελικά κατέληξε τετράμηνη. Τον Ιούλιο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι εταίροι θα επανέλθουν με πολύ απαιτητικό τρόπο να «διασαφηνίσουν» το ελληνικό πρόγραμμα απαιτώντας πλέον συγκεκριμένες συμφωνίες σε νούμερα. Όσο κακόβουλη και αν έχω χαρακτηρίσει την κριτική που έρχεται από τα δεξιά του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως από τα δύο πρώην κυβερνητικά κόμματα, δεν μπορώ να μην αναγνωρίζω μια πιθανότητα στα λεγόμενα του Βενιζέλου, ο οποίος μιλά για μνημόνιο 3 μετά τη λήξη της τετράμηνης παράτασης.
Ο κλήρος πέφτει στο διάστημα αυτό, στον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά ο οποίος πολύ έξυπνα έχει συνδέσει την πορεία των διαπραγματεύσεων με άλλα ζητήματα που «καίνε» την ευρωατλαντική συμμαχία, δηλαδή το ΝΑΤΟ και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη σταθερότητα στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, δηλαδή την περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στην ουκρανική και τη μεσανατολική κρίση. Το επόμενο διάστημα θα είναι το μόνο μέσο πίεσης της Ελλάδας προς τους εταίρους, πριν ξαναρχίσουμε να μιλάμε για ολικές κυβιστήσεις ή πιθανότητες Grexit.