Γράφει ο Κων/νος Μανίκας
Οικονομολόγος–Ψυχολόγος
Κάποιες στιγμές αισθάνεσαι ότι ορισμένοι ασχολούνται περισσότερο από το αν θα καταλήξει η κυβέρνηση σε μια βιώσιμη λύση με την στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέναντι στην όποια συμφωνία. Σαν το δεύτερο μέρος μιας παράστασης που η αρχή της εκτυλίχθηκε το 2010 με την προσφυγή της χώρας στην τρόικα.
Και τότε κάποιοι παρέβλεπαν ότι η στήριξη της συμφωνίας (ακόμα κι επί της αρχής) αποτελεί άτυπη ψήφο εμπιστοσύνης στους κυβερνητικούς χειρισμούς όλης της προηγούμενης περιόδου κι ότι αν προέκυπτε κυβερνητική αστάθεια μόνο τότε θα επιβάλλονταν η παρέμβαση της αντιπολίτευσης όχι για να στηρίξει την συγκεκριμένη συμφωνία αλλά να συμβάλλει μέσα από ένα νέο κυβερνητικό σχήμα στην ανάσχεση των λαθών που αυτή περιελάμβανε. Οι ομοιότητες των δυο περιόδων εξαντλούνται κάπου εδώ. Η ουσία και το ζητούμενο της είναι πασίδηλα διαφορετικό όπως διαφοροποιημένη οφείλει να είναι και η μετά την συμφωνία στάση της ΝΔ.
Το 2010 η χώρα βρέθηκε στο χείλος της ασύντακτης χρεοκοπίας επειδή η αντίδραση της απέναντι στην κλιμακούμενη κρίση και τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό δεν περιελάμβανε την άμεση αξιολόγηση των κρατικών δομών (το ίδιο το δημόσιο θα ήταν αδύνατο να αξιολογήσει τον εαυτό του άρα αυτή η εργασία έπρεπε να έχει δοθεί σε εξειδικευμένη ιδιωτική εταιρεία διεθνούς κύρους) και την περικοπή όσων θα αποδεικνύονταν περιττοί, σε συνδυασμό με την εξασφάλιση της χρηματοδότησης της χρονιάς από τις αγορές (ακόμα κι αν το «σκούπισμα» των διαθέσιμων ποσών σήμαινε τον πρόσκαιρο αυτόβουλο αποκλεισμό μας από αυτές).
Σήμερα δεν υπάρχει δημοσιονομική εκτροπή κι ακριβώς στηριζόμενος σε αυτή την «υγεία» κατορθώνει ο ΣΥΡΙΖΑ να παριστάνει επί 4 μήνες ότι διαπραγματεύεται τοποθετώντας την οικονομία σε κρυοπαγική κατάσταση. Οι αγορές μας είχαν καλωσορίσει από πέρσι κι αν είχε κλείσει εγκαίρως η συμφωνία και συμμετείχαμε πλέον στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ η οριστική επάνοδος μας σε αυτές θα ήταν προ των πυλών.
Ακόμα και κάποιος που διαφωνούσε το 2010 με την άρνηση της ΝΔ να υπερψηφίσει την συμφωνία επειδή αμφισβητούσε την δυνατότητα καλύτερης διαχείρισης του επίμαχου επταμήνου μετά τις εκλογές του 2009, σήμερα δεν διαθέτει ούτε αυτό το ελάχιστο επιχείρημα όταν απέναντι στην νέα συμφωνία θα υπάρχει πάντα ως απτό συγκρίσιμο μέγεθος το πλαίσιο της δικής της συμφωνίας που θα αποδεικνύει την χειροτέρευση των δεδομένων.
Το πραγματικό ζήτημα για την ΝΔ δεν βρίσκεται στη στάση της απέναντι στην συμφωνία την οποία ήδη περιέγραψα (καταψήφιση αν επιβεβαιωθούν οι αρνητικές διαρροές και, εφόσον προκύψει θέμα, στήριξη μιας νέας κυβέρνησης με διαφορετικές προτεραιότητες) αλλά πως θα χειριστεί τον αντιπολιτευτικό της λόγο στο πιθανότερο σενάριο της αποδοχής της με ελάχιστες κυβερνητικές απώλειες.
Το στοίχημα θα είναι να επαναφέρει στο προσκήνιο με επίταση, ταυτόχρονα τεχνοκρατικά αλλά και ευρέως αντιληπτά επιχειρήματα, τους λόγους για τους οποίους το δικό της σχέδιο για τα επόμενα χρόνια οδηγούσε σε πολλαπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης, ταχύτατη αποκλιμάκωση της ανεργίας, μεγαλύτερες φορολογικές ελαφρύνσεις για όλους (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) με ανώτατους φορολογικούς συντελεστές στο 33% και 15% αντίστοιχα, κατάργηση της ειδικής εισφοράς, περιορισμό τους ΕΝΦΙΑ στο 1% του ΑΕΠ όσο περίπου θα κοστίσει η «μεταρρύθμιση» του ΣΥΡΙΖΑ στο ΦΠΑ που αποδεικνύεται ένας δεύτερος επιπρόσθετος ΕΝΦΙΑ.
Όλα αυτά είναι απαραίτητο να συνδυαστούν με τη συνεχή αποκάλυψη των ιδεοληπτικών κυβερνητικών αντιλήψεων, σε μια σειρά από θέματα όπως η Παιδεία, η δημόσια ασφάλεια, η μετανάστευση, η εξωτερική πολιτική, με τρόπο που γκρεμίζουν κάθε έννοια αστικής και εκσυγχρονιστικής αντίληψης, με ένα πλάνο ριζικής κομματικής ανασυγκρότησης με νέες αλληλοεξαρτούμενες δομές (από το τοπικό έως το κορυφαίο επίπεδο) που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των καιρών και την ανάδειξη στελεχών που αντιπροσωπεύουν αυτό το πρότυπο ώστε ο λόγος τους να γίνεται δεκτός από μια κοινωνία που κλείνει τα αυτιά της σε καθετί που αντιλαμβάνεται ως παλαιοκομματικό.