Γράφει η Ευτυχία Αλικάκου
Σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας η Νέα Δημοκρατία, καταγράφει προβάδισμα 10 μονάδων, στη δημοσκόπηση που έγινε για λογαριασμό του ΣΚΑΪ. Πιο συγκεκριμένα, στη δημοσκόπηση, συμμετείχαν 1.034 ερωτηθέντες και διεξήχθη το διάστημα 1-2 Σεπτεμβρίου, η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει ποσοστό 27,5% στην πρόθεση ψήφου, με τον ΣΥΡΙΖΑ να ακολουθεί με 17,5%.
Η διαφορά των 10 μονάδων είναι αναμενόμενο να προκάλεσε χαμόγελα και ικανοποίηση για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ωστόσο, αυτό το πρωτοφανές άνοιγμα της ψαλίδας εις βάρος του κυβερνώντος κόμματος (και μάλιστα μετά από μόλις ένα έτος διακυβέρνησης) δεν είναι μονοσήμαντο. Πρώτα απ’ όλα δεν φανερώνει επ’ ουδενί μια αυθόρμητη ή δίχως επιφυλάξεις εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του κυρίου Μητσοτάκη και στο επιτελείο του όπως ίσως πολλοί ονειρεύονται ή υποθέτουν. Πρόκειται πασιφανώς για απόρροια μίας δίχως προηγούμενο δυσαρέσκειας του εκλογικού σώματος απέναντι στο καταστροφικό έργο των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και στη κατάρρευση όλων των προεκλογικών υποσχέσεων. Παρά τα πυροτεχνήματα που μεταχειρίζεται η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προωθώντας τα εγκαίνια των μεγάλων έργων υποδομής και φυσικά το περίφημο «λόττο» ύψους 246 εκατομμυρίων ευρώ από τις τηλεοπτικές άδειες, ο κόσμος βλέπει το επίπεδο ζωής του να καταρρέει μέρα με τη μέρα και γνωρίζει ότι δεν θα χορτάσει την οικογένεια του ταΐζοντας την με τη δήθεν πάταξη της διαφθοράς.
Όσο για τη στρατηγική που αναμένεται να ακολουθήσει η Νέα Δημοκρατία οι επιλογές είναι δύο: είτε εκμεταλλεύεται το ισχυρό μούδιασμα του κόσμου υπέρ της εξαπολύοντας μία επίθεση έναντι κάθε κυβερνητικής επιλογής και του πρωθυπουργού σε προσωπικό επίπεδο με σκοπό να οδηγήσει σε εκλογές είτε με συγκρατημένο ενθουσιασμό και μεθοδικότητα βελτιώνει την επικοινωνιακή στρατηγική της. Υπό τις συνθήκες που βρίσκεται η χώρα, λόγω των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει απέναντι στους δανειστές της, η πρώτη επιλογή δεν έχει τίποτα να προσφέρει μακροπρόθεσμα στη ΝΔ. Πέρα από το ότι οι πρόωρες εκλογές θα γονατίσουν για μία ακόμη φορά το κρατικό προϋπολογισμό, ακόμα και να έρθει στην εξουσία δεν θα έχει καμία ελευθερία κινήσεων σε ότι αφορά την υπό σύσταση κυβερνητική πολιτική της καθώς θα κληθεί να εφαρμόσει κατά γράμμα τα συμφωνηθέντα του ΣΥΡΙΖΑ. Εξ αυτού, φυσικά, προκύπτει ότι οποιαδήποτε προεκλογική ρητορική θα είναι τουλάχιστον ανεδαφική και μη πειστική για την εκλογική βάση. Προς το παρόν λοιπόν, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να προβεί σε μία καλά οργανωμένη κλιμάκωση της προσέγγισης της κοινής γνώμης και της παρουσίας της στα έδρανα της Βουλής. Με αυτό τον τρόπο ο κύριος Μητσοτάκης θα ισχυροποιήσει το «οπλοστάσιο» του με δύο ισχυρά πλεονεκτήματα: την αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία.