Ο Χοσέ Μαρία Γκόμεζ σηκώνει μερικά καρότα και μερικά πράσα από το χώμα. Είναι αγρότης από τη νότια Ισπανία και πιστεύει ότι η βιολογική γεωργία είναι πολλά περισσότερα από το να μη χρησιμοποιεί κανείς φυτοφάρμακα ή άλλες χημικές ουσίες. «Είναι τρόπος ζωής» δηλώνει απλά τονίζοντας ότι απαιτεί δημιουργικότητα και σεβασμό για τη φύση.
Παρά την οικονομική κρίση στην Ισπανία που έχει οδηγήσει την ανεργία στα ύψη (25%), η οικολογική γεωργία δεν έχει τεθεί στο περιθώριο. Σύμφωνα με το IPS, το 2012, οι βιολογικές καλλιέργειες κάλυπταν 1,7 εκατομμύρια εκτάρια γης, σε σύγκριση με 988.323 εκτάρια που κάλυπταν το 2007, σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας και Περιβάλλοντος της χώρας. Η βιολογική γεωργία άγγιξε τα € 913.610 το 2012, 9,6% περισσότερο από ό,τι το 2011.
«Η οικολογική γεωργία αυξάνεται στην Ισπανία και την Ευρώπη παρά την κρίση επειδή όσοι καταναλώνουν βιολογικά προϊόντα είναι πιστοί» σχολιάζει, o Βίκτορ Γκονθάλβεθ, συντονιστής της μη κυβερνητικής οργάνωσης «Ισπανική Εταιρεία Βιολογικής Γεωργίας».
Οργανικές αγορές τροφίμων
Οι οργανικές αγορές τροφίμων έχουν πολλαπλασιαστεί στους δρόμους και τις πλατείες των ισπανικών πόλεων και ορισμένες αλυσίδες σούπερ μάρκετ πωλούν πλέον οικολογικά προϊόντα. Στην περιοχή της Ανδαλουσίας έχει παρατηρηθεί η μεγαλύτερη επέκταση των βιολογικών καλλιεργειών που καλύπτουν 949.025 εκτάρια, που ισοδυναμούν με το 54% των αντίστοιχων καλλιεργειών της χώρας.
Το μεγαλύτερο κομμάτι της παραγωγής από την Ανδαλουσία εξάγεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία και η Βρετανία κάτι που φαίνεται αντιφατικό σε εκείνους που είναι υπέρ της χρήσης της βιολογικής γεωργίας ως εναλλακτικής οικονομικής λύσης σε τοπικό επίπεδο και ως αντίπαλο δέος της βιομηχανικής γεωργίας.
«Δεν έχει νόημα να μιλάμε για την εξαγωγή βιολογικών τροφίμων. Η παραγωγή θα έπρεπε να αποφέρει οφέλη για την τοπική οικονομία» σημειώνει η Πιλάρ Καρίγιοπου ζει και καλλιεργεί τη γη της στην Τενερίφη, ένα από τα Κανάρια Νησιά της Ισπανίας. Με τον σύντροφό της έχουν λιγότερο από μισό εκτάριο γης και ασκούν την permaculture (παραγωγή με την ελάχιστη ανθρώπινη παρέμβαση). Πωλούν τα προϊόντα τους κάθε Σάββατο στην κοντινή αγορά.
«Όταν αγοράζετε τοπικά οικολογικά προϊόντα, τρώτε υγιεινά τρόφιμα και έρχεστε σε επαφή με τους ανθρώπους από την ύπαιθρο δημιουργώντας πλούτο στο τοπικό σας περιβάλλον» λέει ο μηχανικός Χουάν Χοσέ Γκαλβάν που για πέντε χρόνια αγοράζει τρόφιμα στη βιολογική αγορά της Μάλαγα.
Έλεγχοι και πιστοποίηση
Ωστόσο, οι έλεγχοι και η πιστοποίηση της οικολογικής γεωργικής παραγωγής, που πραγματοποιούνται στην Ισπανία τόσο από δημόσιους όσο και ιδιωτικούς φορείς, δεν είναι ούτε απλή ούτε χωρίς κόστος. Για να πωλούνται ως βιολογικά, τα προϊόντα πρέπει να φέρουν σήμανση με τον κωδικό της αντίστοιχης αρχής σε κάθε κοινότητα.
Η πιστοποίηση μιας βιολογικής καλλιέργειας θέλει τουλάχιστον δυο χρόνια για να αποκτηθεί και οι έλεγχοι είναι διεξοδικοί, σύμφωνα με τους αγρότες, που σημειώνουν ότι οι πολλές προϋποθέσεις ανεβάζουν τις τιμές των βιολογικών προϊόντων.
Το κόστος
Ο Κιλέθ, που καλλιεργεί αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά στην Τενερίφη, δηλώνει ότι πρέπει να πληρώσει για την πιστοποίηση και κατόπιν για την άδεια του πωλητή «κάτι που διπλασιάζει το κόστος. Ένα μεγάλο μέρος της τιμής των οικολογικών προϊόντων πηγαίνει στη γραφειοκρατία».
Την ίδια ώρα, ο Βίκτορ Γκονθάλβεθ, τονίζει ότι το χρήμα των δημόσιων ταμείων της Ισπανίας διοχετεύεται κυρίως προς τις συμβατικές καλλιέργειες και την έρευνα στον τομέα της βιοτεχνολογίας κι όχι στην υποστήριξη της οικολογικής γεωργίας. «Συχνά οι αγρότες φοβούνται να κάνουν το βήμα προς την εναλλακτική παραγωγή επειδή δεν υπάρχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες όπως υπάρχουν για τη βιομηχανική γεωργία».
«Η οικολογική γεωργία είναι πολύ εμπειρική. Αν μια αφίδα (σ.σ. είδος ψείρας που προσβάλει καλλιέργειες) επιτεθεί στα πεπόνια μου, φυτεύω δίπλα φασόλια. Αυτά θα κρατήσουν τις αφίδες μακριά. Κάθε χρόνο γίνεσαι σοφότερος» εξηγεί ο Γκόμεζ.
«Η μεγάλη βιομηχανία παράγει προσανατολισμένη στην αγορά και το κέρδος. Η οικολογική γεωργία και ειδικά οι τοπικές καλλιέργειες βασίζονται στη γεωγραφική εγγύτητα και εστιάζουν στην ποιότητα των τροφίμων, διατηρώντας παράλληλα αναλλοίωτο το περιβάλλον και τη γονιμότητα του εδάφους» προσθέτει.
Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι ακριβά και οι μέθοδοι παραγωγής αναποτελεσματικές, «αλλά αυτό εξαρτάται από το τι αγοράζετε και από που» σημειώνει η Εστέρ Βιβάς από το Κέντρο Μελετών Κοινωνικών Κινημάτων του Πανεπιστημίου Pompeu Fabra στη Βαρκελώνη στο άρθρο της «Ποιος φοβάται την οικολογική γεωργία;».
Η Βίβας λέει ότι παρόλο που το επίπεδο της κατανάλωσης των βιολογικών προϊόντων στην Ισπανία εξακολουθεί να είναι χαμηλό σε σύγκριση με αυτό των συμβατικών γεωργικών προϊόντων, η αγορά οικολογικών προϊόντων αυξάνεται, καθώς το ενδιαφέρον έχει ενισχυθεί μετά από διάφορα διατροφικά σκάνδαλα. «Εξάλλου είναι αλήθεια ότι παρά το υψηλότερο κόστος των βιολογικών προϊόντων η ζήτηση αυξάνεται σταθερά» συνηγορεί ο Χουάν Χοσέ Γκαλβάν.
Η επανάσταση του καταναλωτή
Ο Κιλέθ που άφησε μια καλά αμειβόμενη εργασία ως προγραμματιστής για να αφοσιωθεί στην οικολογική γεωργία υποστηρίζει ότι «η εκμετάλλευση της γεωργίας μείωσε την επισιτιστική κυριαρχία κι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στις Καναρίους Νήσους όπου το 85% των προϊόντων που καταναλώνονται προέρχονται από το εξωτερικό».
«Η πραγματική επανάσταση πρέπει να έρθει από τα κάτω, από τον καταναλωτή που πηγαίνει στις αγορές για να ψωνίσει και απαιτεί προϊόντα υψηλής ποιότητας» τονίζει ο Γκόμεζ που σημειώνει επιπλέον την κοινωνική διάσταση της βιολογικής γεωργίας και των μικρών αλυσίδων εφοδιασμού τροφίμων: «είναι η αγάπη που οι πελάτες σας δίνουν καθώς γνωρίζουν τα οφέλη των τροφίμων για την υγεία τους και αρχίζουν να ενδιαφέρονται για τη βιωσιμότητα της παραγωγής».
Ο Γκόμεθ ετοιμάζεται τώρα να φυτέψει φασόλια, πατάτες, κουνουπίδι και μπρόκολο για να έχει μια καλή συγκομιδή τον Οκτώβρη και το Νοέμβρη. «Σηκώνομαι στις 5:30 το πρωί και δουλεύω για 15 ώρες. Αλλά είναι η καλύτερη δουλειά που είχα ποτέ στη ζωή μου».