«Η Ελλάδα δεν είναι Λιχτενστάιν»
Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Τις τελευταίες ημέρες δοκιμάσαμε μια γεύση από τη διπλωματία της οικονομίας. Ακούσαμε ότι θα ανοίξουν στην Ελλάδα υποκαταστήματα τραπεζών της Κίνας, με τον ίδιο τρόπο που ανοίγουν πρεσβείες.
Στη λογική του πρωθυπουργού τα πάντα είναι οικονομία και όταν υπάρχει ανάπτυξη δεν υπάρχουν προβλήματα. Αυτό που όμως δεν γίνεται αντιληπτό από τη σημερινή κυβέρνηση είναι ότι η Ελλάδα δεν είναι Λιχτενστάιν. Θα ήθελε ενδεχομένως, αλλά δεν μπορεί γιατί πάρα πολύ απλά δεν συνορεύει με οργανωμένες χώρες της κεντρικής Ευρώπης, αλλά με χώρες των οποίων η καθημερινότητα αλλάζει συνεχώς. Και για να μιλήσω και στη γλώσσα του πρωθυπουργού, όσο γρήγορα αλλάζει και η αξία μιας μετοχής αναδυόμενης αγοράς.
Τα δεδομένα που έχουμε είναι αστάθεια στην Αλβανία, εκ νέου εκλογές και αμφισβήτηση στα Σκόπια για τη συμφωνία, στη Βουλγαρία την αμφιλεγόμενη συμπεριφορά του πρωθυπουργού που προκαλεί αντιδράσεις. Και έναν Ερντογάν για τον οποίο έως τώρα -οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν εξωτερική πολιτική στην Ελλάδα, αναλυτές-δημοσιογράφοι- έλεγαν ότι είναι στα χειρότερα του, αλλά σήμερα τα έχει πάρει όλα: έχει τη στήριξη της Αμερικής, έχει περάσει τους s-400 θα καταλήξει να πάει και τα F-35 και λόγω της επίθεσης στη Συρία οι δημοσκοπήσεις στην Τουρκία τον δείχνουν με αυξημένη δημοτικότητα.
Ένας Ερντογάν που, εγώ πιστεύω σε αντίθεση με τους υπόλοιπους, είναι πιο επικίνδυνος από ποτέ.
Σε αυτή τη λογική λοιπόν μπορούμε να ανοίξουμε όσα υποκαταστήματα ξένων τραπεζών θέλουμε αλλά το ζήτημα είναι το εξής: δεν θα σταματήσουν, ούτε η Κίνα ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε οι ΗΠΑ τον Ερντογάν, όπως ακριβώς το είδαμε και στη Συρία.
Άρα, λοιπόν, χρειαζόμαστε μια ολοκληρωμένη στρατηγική με βάση την οποία θα πατάμε στα δικά μας πόδια.
Το υπ’ αριθμόν ένα ζήτημα είναι ότι, όπως φαίνεται, η εξωτερική μας πολιτική είναι διεκπεραιωτική και ακολουθεί τις εξελίξεις. Δεν έχει άποψη για την Αλβανία, παρότι έγινε μια συνάντηση επικοινωνιακού χαρακτήρα με τον πρωθυπουργό Ράμα.
Δεν έχει άποψη για τα Σκόπια. Μάλιστα μοιάζει εγκλωβισμένη καθότι οι κορώνες κατά της συμφωνίας είναι γνωστές. Δεν ξέρει πως θα εξελιχθούν τα πράγματα αν χάσει ο Ζάεφ και οδηγηθούμε σε λύση της συμφωνίας. Τότε μπορεί μεν να έχουμε πρόσκαιρους πανηγυρισμούς στην Αθήνα αλλά κανείς δεν γνωρίζει τι σημαίνει αυτό μελλοντικά. Και εκεί πιστεύω ότι οι αναλυτικές δυνατότητες της εξωτερικής πολιτικής της χώρας είναι αδύναμες.
Ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Δένδιας μοιάζει απλά να περιφέρεται οπουδήποτε του πούνε και να κάνει δηλώσεις μόνο και μόνο για να βρίσκεται στο προσκήνιο σα να θέλει είτε ο ίδιος είτε η κυβέρνηση να εξαγοράσουν χρόνο. Σε κάθε περίπτωση ακόμη και η εξαγορά του χρόνου αποτελεί στρατηγική μόνο όταν έχεις ένα σχέδιο για το πως θα δράσεις όταν αυτός ο χρόνος τελειώσει. Δεν πείθομαι λοιπόν ότι η εξαγορά του χρόνου είναι στοιχείο στρατηγικής στην συγκεκριμένη περίπτωση, αντιθέτως πιστεύω ότι είναι προϊόν ελλείμματος της.
Συνεπώς απ’ όλα φαίνεται ότι δεν υπάρχει μία στρατηγική που να πιάνει όλη την ανατολική Μεσόγειο σε σχέση πάντα με τις Βρυξέλλες, με το Πεκίνο, με το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον.
Μπορεί να θεωρούσα και να θεωρώ λανθασμένη τη στρατηγική του Νίκου Κοτζιά που άμεσα οδηγεί στην κατάργηση των Εθνών αλλά, όσο κι αν διαφωνείς μαζί του, είχε μία συνοχή. Αυτή τη συνοχή δεν μου την προσφέρει σήμερα η κυβέρνηση. Επίσης, για να αποσαφηνίσω ούτε πίστεψα ότι η στρατηγική Μολυβιάτη της λογικής «η μη θέση είναι θέση», οδηγεί σε κάποιο αποτέλεσμα. Είναι παράλογο να θεωρούμε ότι θα κινούνται τα πάντα γύρω μας, εμείς θα μένουμε ακίνητοι και δεν πρόκειται να μας αγγίξει τίποτα. Είναι αν μη τι άλλο αφελές.
Κρούω λοιπόν τον κώδωνα του κινδύνου, όπως το έκανα στο άρθρο μου για την οικονομία. Επισήμανα ότι αν δεν μετατραπεί η προσδοκία σε αποτελεσματικότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έχει πρόβλημα. Το ίδιο θα συμβεί και στα θέματα εξωτερικής πολιτικής εάν συνεχιστεί αυτή η ρευστότητα στην ανατολική Μεσόγειο και η χώρα μας συνεχίζει να μην έχει δική της στρατηγική εξωτερικής πολιτικής.
Υ.Γ: Είχα αρχικά προγραμματίσει μια τετραλογία ανάλυσης της πολιτικής κατάστασης, αλλά λόγω των εξελίξεων στο Μεταναστευτικό θα πάμε σε πέντε συνέχειες.