Μπορεί η παράδοση να θέλει την Πρωταπριλιά ως μέρα του ψέματος, ωστόσο νομίζω πως σε αυτή τη χώρα έχουμε χορτάσει από ψέματα, μισά ή ολόκληρα. Όπως επίσης έχουμε χορτάσει και από διαβεβαιώσεις ειλικρίνειας. Θυμάμαι πριν από δυο χρόνια τον τότε Υπουργό Ανδρέα Λοβέρδο να λέει στην πρωινή εκπομπή του Γιώργου Παπαδάκη πως «ήρθε η στιγμή να πούμε όλη την αλήθεια στον ελληνικό λαό». Και ο Γιώργος Παπαδάκης να τον επιβραβεύει λέγοντας «αυτό που λέτε τώρα κύριε Υπουργέ είναι πολύ σημαντικό». Κι έτσι όλοι ήταν χαρούμενοι χωρίς να έχει ειπωθεί απολύτως τίποτα.
Συνεπώς κόντρα στην παράδοση, με το σημερινό μου άρθρο θα προσπαθήσω να αποτυπώσω την αλήθεια που καθίσταται πλέον όλο και πιο προφανής.
Πρώτα απ’ όλα, από το 2002 ζούμε μέσα στο ψέμα πως «το νόμισμα κάνει την οικονομία». Για την εξίσωση του Σημίτη, σύμφωνα με την οποία το ισχυρό νόμισμα συνεπάγεται ισχυρή οικονομία, χρειάστηκαν μόλις 6-7 χρόνια για να αποδειχθεί το αντίθετο. Η οικονομία κάνει το νόμισμα. Άλλο πράγμα σημαίνει το ευρώ για τον Γερμανό και άλλο για τον Έλληνα.
Η σημερινή κυβέρνηση συνεχίζει να στηρίζει αυτό το ψέμα, ανεξάρτητα από το οικονομικό, κοινωνικό και εθνικό κόστος που απαιτεί. Ενώ εκλέχτηκε για να επαναδιαπραγματευτεί, στην ουσία ακολουθεί απαρέγκλιτα τη γραμμή των δανειστών, πεισμένη πως αν αποδείξει πως είναι «καλός μαθητής» θα εισπράξει τον έπαινο των Βρυξελλών και του Βερολίνου και θα παραμείνει η χώρα στην ευρωζώνη έναντι οποιουδήποτε τιμήματος. Θα παραμείνει να κάνει τι; Ουδείς απαντά.
Δηλωτικό των προθέσεων της κυβέρνησης ήταν ο πανικός της στην κρίση της Κύπρου και στο ενδεχόμενο εξόδου του νησιού από το ευρώ. Τι είδους διαπραγμάτευση μπορεί να κάνει με την τρόικα που επιστρέφει, όταν για την πολιτική της όλα αρχίζουν και τελειώνουν με την παραμονή στο ευρώ; Δίνει «γη και ύδωρ» εκ των προτέρων.
Η χώρα έχει ανάγκη από Plan B, διότι η υποτιθέμενη ευρωπαϊκή λύση όπως όλα δείχνουν επιδεινώνει το πρόβλημα. Plan B σημαίνει κάνω ό,τι πρέπει να κάνω για να προστατεύσω ως έθνος τα συμφέροντά μου και δεν τα εκχωρώ σε κανέναν. Αυτό δεν πρόκειται να το κάνουν τα κόμματα που στηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση. Αν ήθελαν να το εξετάσουν ως δυνατότητα θα το είχαν κάνει ήδη. Μπορεί να το κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ;
Το αληθινά ενδιαφέρον τμήμα των δημοσκοπήσεων του Σαββατοκύριακου δεν αφορά στις διαφορές μερικών δεκαδικών ψηφίων μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, που στατιστικά έτσι κι αλλιώς δεν έχουν καμία αξία, αλλά το ρεύμα ευρωσκεπτικισμού και απεγκλωβισμού από το ευρώ που αρχίζει να διαμορφώνεται. Ήδη ένα 30% σε δημοσκόπηση της Marc δηλώνει πως επιθυμεί την επιστροφή στη δραχμή. Το ποσοστό γίνεται πλειοψηφικό (48%) μεταξύ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Σας βεβαιώνω πως με βάση την επιστημονική γνώση και εμπειρία μου, το ποσοστό των Ελλήνων που προκρίνουν την επιστροφή στη δραχμή είναι σαφώς μεγαλύτερο, καθώς αρκετοί από τους ερωτώμενους απαντούν με βάση στερεότυπα «πολιτικής ορθότητας» και δεν θέλουν να αποκαλύψουν τις πραγματικές απόψεις τους.
Ο φόβος των προσωπικών απωλειών δεν είναι πλέον ίδιος με αυτόν που ήταν πέρσι ή πρόπερσι. Η κοινωνία δεν έχει άλλα να δώσει και η τρόικα δεν έχει άλλα να πάρει. Η μεσαία τάξη της κοινωνίας έχει διαλυθεί και μόνο ένα τμήμα του αστικού κατεστημένου προσπαθεί να κρατηθεί με νύχια και με δόντια στο ευρώ. Κι αυτό διότι δεν έχουν «σκάσει» εκδοτικά συγκροτήματα όπως θα έπρεπε, ούτε έχουν «σκάσει» τράπεζες όπως επίσης θα έπρεπε. Διατηρούνται τεχνητά εν ζωή αλλά ο λογαριασμός για να συντηρούνται πάει κατευθείαν στους πολίτες.
Στην πραγματικότητα λοιπόν, κυβερνητικό πρόγραμμα για τον ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας με βάση το εθνικό συμφέρον. Ζώνη του ευρώ και εθνικό συμφέρον δεν πάνε μαζί. Πλέον, το ένα αποκλείει το άλλο και αυτό έχει γίνει ξεκάθαρο. Το σχέδιο ανασυγκρότησης και η εθνική στρατηγική πρέπει να προσδιορίσουν το νόμισμα και όχι το αντίθετο. Συνεπώς, αυτό δεν μπορεί να σημαίνει ούτε νορβηγική κορώνα, ούτε λιρέτα, ούτε δολάριο πλέον (υποστήριξα πριν από μερικούς μήνες ένα τέτοιο σενάριο αλλά δυστυχώς οι ΗΠΑ δεν λοξοκοιτούν κατά δω, έχοντας άλλες προτεραιότητες). Εθνικό σχέδιο και εθνική στρατηγική πρέπει να οδηγούν σε απεγκλωβισμό από τις απολυτότητες που κρατούν όμηρο τη χώρα σήμερα. Η οικονομία κάνει τα νομίσματα και η παραγωγική δουλειά που πρέπει να ξαναγίνει σε αυτή τη χώρα, μετά το «διάλλειμα» του ευρώ.
ΥΓ: Η Τουρκία κατάφερε να ξεφύγει από τη μοίρα μιας χρεωκοπημένης χώρας και να κάνει ένα τεράστιο αναπτυξιακό άλμα διότι στη χώρα συντελέστηκε μια βαθιά πολιτική τομή με τον Ερντογάν. Αυτό δείχνει πως Plan Β σημαίνει «σπάω αυγά». Επ’ αυτού θα αναφερθώ πιο διεξοδικά στο αυριανό άρθρο μου.