Η Αμερική είναι το κέντρο του πολυπολιτισμού, ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο μέχρι και σήμερα είναι υπερδύναμη. Η ένωση τόσο διαφορετικών ανθρώπων, ιστοριών, πολιτισμών, θρησκειών κάνουν αυτή τη χώρα τόσο ισχυρή. Εκεί λοιπόν συναντήσαμε την Noor Tagouri.
H Noor, είναι μια νεαρή πολύ όμορφη γυναίκα, Αμερικάνα με Λιβυκή καταγωγή και η πρώτη δημοσιογράφος σε εθνικά τηλεοπτικά δίκτυα των ΗΠΑ, με μαντίλα ή αλλιώς hijab.«Νούρ» στα αραβικά, σημαίνει φως για αυτό και το δικό της μότο είναι το “Let Noor shine” (=άσε τη Νούρ να λάμψει). Μένει στη Ουάσινγκτον όμως μεγάλωσε στη Μέριλαντ, μαντήλι έβαλε πρώτη φορά στα 15-16. Σήμερα είναι μόλις 20 χρόνων, αλλά το βιογραφικό της και την πορεία της πολλοί -πολύ- θα τη ζήλευαν.
Από μικρή ήξερε τι ήθελε να γίνει. Θυμάται τον εαυτό της να γυρίζει από το σχολείο, να πετάει βιαστικά τη τσάντα της, ώστε να καθίσει στις 4 το απόγευμα μπροστά στη τηλεόραση και να παρακολουθήσει με ευλάβεια την αγαπημένη εκπομπή της, Όπρα Ουινφρει. Λατρεύει τις διηγήσεις, τις αληθινές ιστορίες, τις συνεντεύξεις. Αυτό ήθελε και εκείνη να κάνει, να γίνει μια δυνατή δημοσιογράφος και να μοιράζεται τις καλύτερες ιστορίες με τον κόσμο. Δε φανταζόταν ότι θα έβαζε ποτέ μαντήλι, όμως όταν το έβαλε. Ήξερε πώς έπρεπε να παλέψει πολύ για να κατακτήσει τον δύσκολο κόσμο της δημοσιογραφίας. Ο ανταγωνισμός, αλλά ίσως και ο παραγκωνισμός που θα αντιμετώπιζε, ήταν κάτι που δεν την έκανε να το βάζει κάτω, αντιθέτως, πάλευε με νύχια και με δόντια!
Φυσικά, αντιμετώπισε και κάποια ρατσιστικά σχόλια και επιθέσεις, «αυτά τα περιστατικά με έκαναν πιο δυνατή ως δημοσιογράφο και την ίδια ώρα με έκαναν να μάχομαι με πάθος για να αποδείξω ότι και οι μουσουλμάνες Αμερικάνες, είναι το αυτονόητο δηλαδή, φυσιολογικές». Την ίδια ώρα μου παρουσιάζει ένα βίντεο που δείχνει καρέ-καρέ ένα συμβάν ρατσιστικής επίθεσης. Το μαντήλι που καλύπτει τα μαλλιά της λειτούργησε σαν κόκκινο πανί σε ένα ρεπορτάζ της. Το θέμα του ρεπορτάζ ήταν οι έντονες αντιδράσεις πολιτών στην κατασκευή νεκροταφείου για μουσουλμάνους. Οι πολίτες αφού της επιτέθηκαν λεκτικά και προσβλητικά, προσπαθώντας δήθεν να υπερασπιστούν το δίκαιο τους και να δικαιολογήσουν τον αδικαιολόγητο φόβο τους (γνωστό και ως ισλαμοφοβία, που τον τελευταίο καιρό «φοριέται» πολύ) προσπάθησαν να την διώξουν ενώ δεν παρέλειψαν να επιτεθούν και στον κάμερα μαν.
Οι ρατσιστικές επιθέσεις με έκαναν πιο δυνατή δημοσιογράφο και πιο μαχητική μουσουλμάνα
Εκεί μου δίνει την αφορμή να τη ρωτήσω, γνωρίζοντας ότι και στην Ελλάδα σημειώνονται τέτοια περιστατικά (ποιος μπορεί να ξεχάσει την ανεκδιήγητη πράξη αγνώστων, πριν λίγες βδομάδες, να πετάξουν κεφάλι γουρουνιού στην πόρτα του Ελληνό-Αραβικού Μορφωτικού κέντρου αλλά και τα συνθήματα σε πόρτες και σε πατώματα;), τι θα μπορούσαν να κάνουν και οι δύο πλευρές ώστε να συμφιλιωθούν, να γνωριστούν καλύτερα, και να μπορέσουν να γεφυρώσουν τις όποιες διαφορές τους.
Το ισλαμικό κράτος είναι μια απαίσια οργάνωση που λειτουργεί στο όνομα του ισλάμ, χωρίς να έχει καμία ιδέα τι πραγματικά λέει η θρησκεία μας.
Μου εξηγεί ότι οι μουσουλμάνοι πρέπει να γίνουν πιο ανοικτοί με τους συμπολίτες τους. Να δέχονται τις ερωτήσεις αλλά και τις απορίες των υπολοίπων. Να συμμετέχουν στα κοινά, να εξηγήσουν. Θα υπάρχουν πάντα εκείνοι που θα θέλουν να μποϊκοτάρουν τέτοιες ενέργειες, εκείνη όμως είναι αισιόδοξη. Με όλη της την καρδιά πιστεύει ότι αυτή η γενιά το προσπαθεί, παλεύει για ένα καλύτερο μέλλον.
Και η σκέψη μου αμέσως πάει στα πρόσφατα γεγονότα με το Ισλαμικό κράτος και την ραγδαία αύξηση των φονταμενταλικών και ακραίων στοιχείων αυτής της θρησκείας, τι γίνεται με αυτούς; Πώς το βλέπει η ίδια; Είναι άδικο τελικά να κατηγορούν μια ολόκληρη θρησκεία και τους πιστούς της για πράξεις ορισμένων; Μήπως σημαντικό ρόλο σε αυτή την αποστροφή του κόσμου και ο φόβος που έχει δημιουργηθεί οφείλεται και στον χειρισμό των media που συχνά παρουσιάζουν τους μουσουλμάνους ως κάτι τρομερό και φοβερό;
Θεωρεί άδικο, πολύ άδικο, αυτή τη γενικόποίηση. Δε φταίνε όλοι οι μουσουλμάνοι αυτού του κόσμου για τις πράξεις ορισμένων που λένε και νομίζουν ότι είναι μουσουλμάνοι. «Όχι δεν είναι μουσουλμάνοι αυτοί, το ισλαμικό κράτος για παράδειγμα είναι μια απαίσια οργάνωση που λειτουργεί στο όνομα του ισλάμ, χωρίς να έχει καμία ιδέα τι πραγματικά λέει η θρησκεία μας. Γιατί η θρησκεία μας, αυτά που κάνουν αυτοί οι άρρωστοι άνθρωποι τα απαγορεύει!».
«Είναι θλιβερό», προσθέτει, «Τα media πράγματι προσπαθούν να δείξουν πόσο “κακοί” είναι οι μουσουλμάνοι με αποτέλεσμα να κρίνονται 1,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι για τις πράξεις λίγων ανθρώπων, οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν, ούτε καν ξέρουν, τι διδάσκει η θρησκεία μας. Είναι πολύ άδικο!».
Ποία θα μπορούσε να είναι η λύση για τους Τζιχαντιστές τη ρωτάω. «Δυστυχώς δεν είμαι η ειδικός για να απαντήσω», μου λέει με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Η Noor, κάνει συχνά ομιλίες. Μιλάει στον κόσμο για τη δική της ιστορία προσπαθώντας να τους εμπνεύσει να διεκδικήσουν τα δικά τους όνειρα. Και αυτή είναι και η μεγαλύτερη της συμβουλή «Να ακολουθήσετε το πάθος σας, εκείνη τη πυροδοτούμενη φωτιά που φωλιάζει μέσα στις ψυχές μας και ποτέ μα ποτέ, μην επιτρέψτε σε κάποιον να σας πει ότι δε μπορείτε να κάνετε κάτι. Μπορείτε!».
Στο τέλος της συνέντευξης φυσικά το θέμα μας είναι η Ελλάδα. Θέλει να επισκεφθεί τη χώρα μας, μάλιστα ο σπουδαιότερος μέντορας της (χωρίς να αποκαλύπτει ποιος είναι) είναι Έλληνας, ενώ την ίδια ώρα Πηγή έμπνευσης της είναι η Arianna Huffington, η οποία είναι Ελληνικής καταγωγής.
Δε παραλείπει να μου επισημάνει, πώς πράγματι η Ελλάδα με τις χώρες τις Μέσης Ανατολής, παρουσιάζει πολλά κοινά κάνοντας αυτούς τους δύο πολιτισμούς, σχεδόν αδελφικούς. Εύχεται σύντομα να ταξιδέψει στην Ελλάδα κι να δει από κοντα, τις ομορφιές αυτής της ξακουστής, ιστορικής, μικρής σε μέγεθός μεγάλης αξίας όμως, χώρα.
Θα σε περιμένουμε Noor, να λάμψεις και εδώ.