Γράφει ο Σταύρος Τασιόπουλος
Νομικός, LLM Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης
Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Αιγάλεω
Αυτές τις μέρες εξετάζεται στη Βουλή το ζήτημα της ψήφου εμπιστοσύνης που ζήτησε ο Πρωθυπουργός και μέσω της θεσμοθετημένης διαδικασίας τοποθετούνται τα κόμματα και η Κυβέρνηση. Ως εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του λαού και εκφραστές της λαϊκής βούλησης, καλούνται οι βουλευτές να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση, δίνοντάς της τη δυνατότητα να ανανεώσει και να επικυρώσει τη στήριξη του νομοθετικού σώματος.
Αυτή είναι μια κορυφαίας σημασίας στιγμή για κάθε κυβέρνηση και το χρονικό πλαίσιο στο οποίο πραγματοποιείται τώρα, αποτελεί κίνηση με εσωτερική και εξωτερική αναφορά. Ως προς την εγχώρια ατζέντα, η Κυβέρνηση επιδιώκει την προσέλκυση της θετικής ψήφου περισσότερων από 151 βουλευτών, διενεργώντας μια επίσημη δημοσκόπηση εντός του Κοινοβουλίου. Επιθυμεί δηλαδή να δει ποιοι και πόσοι βουλευτές θα δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης τώρα κάτι που μεταφράζεται σε υπερψήφιση προϋπολογισμού, νέων νομοθετικών ρυθμίσεων σε συνάρτηση με το Μνημόνιο, και εν τέλει στήριξη στην ψηφοφορία για νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ταυτόχρονα ως προς το εξωτερικό στο πλαίσιο της ΕΕ και του Συμβουλίου Κορυφής των αρχηγών των κρατών-μελών η Κυβέρνηση θέλει να δείξει ότι παρά τις πιέσεις που υφίσταται ότι είναι μια ισχυρή κυβέρνηση που μπορεί να επιδιώξει τις θετικές αποφάσεις για τη χώρα αναφορικά με το ζήτημα του χρέους καθώς και την γενικότερη πολιτική στάση των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών και κυρίως της Γερμανίας.
Είναι μια περίοδος που πιθανόν θα εγκαινιάσει μια άτυπη προεκλογική περίοδο με ορίζοντα την ψηφοφορία για την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, όμως γεννάται ένα καίριο ερώτημα στο κατά πόσον υπάρχει και πώς διερευνάται και αποδίδεται η ψήφος εμπιστοσύνης των πολιτών προς την Κυβέρνηση. Δηλαδή οι πολίτες κατά πλειοψηφία αποδοκιμάζουν ή αποδέχονται την Κυβέρνηση. Αν θεωρήσουμε πως οι εκλογές κρίνουν ποιο ή ποια κόμματα θα κυβερνήσουν, τότε πριν την νέα εκλογική διαδικασία η παρούσα κυβέρνηση εξασφαλίζοντας και την ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, τεκμαίρεται ότι έχει και την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Αυτό όμως είναι ένα γεγονός που πιθανόν να βρίσκεται σε αναντιστοιχία με την παρούσα κατάσταση μιας και οι συνθήκες της κοινωνικής και οικονομικής ζωής μπορεί λόγω των μεταβολών τους να έχουν μεταβάλλει την εμπιστοσύνη των πολιτών με απόδειξη την εναντίωση σε νόμους και ακολουθούμενες πολιτικές που πιθανόν δεν είχαν δηλωθεί όταν έγιναν οι προηγούμενες εκλογές.
Πρακτικά, δηλαδή, οι πολίτες μπορεί να μην επιθυμούν την κυβέρνηση που επέλεξαν αρχικά, αλλά αυτή να στηρίζεται στην ψήφο των Βουλευτών. Σε αυτό το ζήτημα την λύση θα μπορούσαν να δώσουν τα θεσμοθετημένα δημοψηφίσματα μέσω της λαϊκής πρωτοβουλίας. Έτσι, για θέματα που ανακύπτουν οι πολίτες να μπορούν να εκφράζουν άμεσα και συντεταγμένα την βούλησή τους για όλα εκείνα τα ζητήματα που η εμπιστοσύνη τους στην Κυβέρνηση κλονίζεται ισχυρά. Επίσης η διαδικασία αυτή θα ανάγκαζε την Κυβέρνηση να μελετάει περισσότερο και να δρα πιο ουσιαστικά αναφορικά με τις ακολουθούμενες πολιτικές μέσω μιας μεγαλύτερης και καλύτερης συνεχούς διαβούλευσης με τους πολίτες.
Η απάντηση στην γενικότερη κρίση που διαπερνάει τη χώρα τα τελευταία χρόνια, μπορεί να είναι μονάχα η εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών και η ποιοτική βελτίωσή τους, δίνοντας απάντηση στην απαξίωση της πολιτικής, της δημοκρατίας και των θεσμών ως μέσα προόδου και λειτουργίας της κοινωνίας.