Γράφει ο Σταύρος Τασιόπουλος*
Το άρθρο 86 του Συντάγματος αποτελεί μια σαφέστατη διάταξη που ξεκινάει στην παράγραφο 1, ανακηρύσσοντας τον αποκλειστικό χαρακτήρα της Βουλής για τον έλεγχο των υπουργικών πράξεων: «Μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει. Απαγορεύεται η θέσπιση ιδιώνυμων υπουργικών αδικημάτων.»
Επίσης, στην παρ. 3 εδ. εʼ τίθεται το χρονικό όριο κατά το οποίο μπορεί να προκύψει αυτός ο έλεγχος, δηλαδή η αποσβεστική προθεσμία άσκησης δίωξης από την ολομέλεια της Βουλής, ορίζοντάς την μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής Συνόδου της από την τέλεση της εξεταζόμενης παράβασης.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι το θέμα το οποίο καλύπτει το άρ. 86 Σ, δεν είναι ένα απλό ζήτημα καθαρά νομικής υφής που αφορά τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Απεναντίας όπως ακριβώς η αρχή της δεδηλωμένης που εκφράστηκε από το Χαρίλαο Τρικούπη έτσι και η ευθύνη των Υπουργών κατά την τέλεση των καθηκόντων τους και οι σχετικές αλλαγές που θα έρθουν σε αυτό το θέμα, θα αναζωογονήσει την πολιτική ζωή του τόπου και τους θεσμούς.
Αν και προκύπτουν νομικά ζητήματα αναφορικά με τις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας, την διάκριση των εξουσιών αλλά και την διασταύρωσή τους (εκτελεστική με δικαστική), παρʼ όλα αυτά, το θέμα αυτό έχει πρωτίστως (ίσως και αποκλειστικά) πολιτική χροιά. Η νομική αποτύπωση του και το τί αυτή περιγράφει στον υπέρτατο Νόμο, το Σύνταγμα των Ελλήνων, αποτελεί την κατακλείδα μιας αντιμαχίας σχετικά με το κατά πόσον δύναται να υπάρξει ουσιαστικός έλεγχος στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας. Δηλαδή, κατά πόσον το πολίτευμα μας είναι σκληρά αντιπροσωπευτικό-ανέλεγκτο ως προς τους διαχειριστές της κρατικής εξουσίας ή κατά πόσον αυτοί είναι απλώς οι ανώτατοι Δημόσιοι Υπάλληλοι;
Άρα κατʼαρχήν θα πρέπει να γίνει δημόσιος διάλογος και διαβούλευση στο κατά πόσον η υφή του πολιτεύματος εμπεριέχει δυνατότητες ανέλεγκτης δράσης και κατʼ ουσίαν (κενό νόμου) ή και σύμφωνα με τους νόμους (νόμιμον και ηθικόν;;;).
Περαιτέρω οι διάφορες παρεμβάσεις έγκριτων νομικών επιστημόνων που απλώς αναλύουν το γράμμα του Νόμου, χωρίς να θέτουν στην επιφάνεια την ουσία του ζητήματος, μάλλον αποφεύγουν να πάρουν καθαρή θέση για τα κακώς κείμενα του πολιτικού μας συστήματος.
Ο πολίτης, που βλέπει τον κρατικό έλεγχο να είναι άμεσος και σκληρός στις πηγές των εσόδων του, ακόμα και οι δωρεές γονέων προς τέκνα διαπλάθονται από την φοροεισπρακτική κρατική πολιτική εσόδων, αναρωτιέται επιεικώς κατ΄αρχήν για αυτήν την δυσαρμονία σε σχέση με τον έλεγχο που υπάρχει στους ασκούντες διακυβέρνηση. Ύστερα η διερώτηση μπορεί να πάρει την μορφή «Να καεί το μπουρδέλο η Βουλή» και ακολούθως την προτίμηση σε στείρες ακραίες, μονολιθικές προτάσεις διαχείρισης, πολύ δε περισσότερο την προτίμηση στην αποχή.
Με ειλικρίνεια και σεβασμό και στην νομική επιστήμη καθώς και στις αξίες της Δημοκρατίας, επιβάλλεται μια πρόταση αναθεώρησης του αρ. 86 ορίζοντας ότι: δίωξη μπορούν να ασκούν και οι δικαστικές αρχές για νυν και για πρώην υπουργούς, με τη Βουλή να διατηρεί το δικαίωμά της μόνον για τους εν ενεργεία προαιρετικά, με άνευ δυνατότητα παραγραφής, ανεξαρτήτως τις όποιες ενστάσεις για ασφάλεια δικαίου ή για δικαιώματα κατηγορουμένων, επιφέροντας με άμεσο τρόπο την κάθαρση στο πολιτικό σύστημα.
Η διαχείριση της πολιτικής εξουσίας είναι ευθύνη και παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες, και η διαφθορά δεν έχει θέση ούτε ως εξαίρεση.
* Ο Σταύρος Τασιόπουλος είναι ασκ. Δικηγόρος, μεταπτ. Φοιτ. Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης